Γεννημένος στη Ναγκόγια το 1930, ο Σομέι Τομάτσου αναδείχθηκε ως μία από τις πιο επιδραστικές μορφές της ιαπωνικής φωτογραφίας, αφήνοντας ανεξίτηλο στίγμα στην κοινωνική ντοκιμαντερίστικη ματιά της μεταπολεμικής Ιαπωνίας. Αυτοδίδακτος, έκανε τα πρώτα του βήματα ως φωτογράφος για το Ινστιτούτο Φωτογραφίας Ινοάμι και σύντομα ανέλαβε δράση ως οραματιστής του είδους.
Το 1959 παρουσίασε την πρώτη ατομική του έκθεση στη Fuji Photo Salon στο Τόκιο, ενώ την ίδια χρονιά ίδρυσε την πρωτοποριακή φωτογραφική ομάδα VIVO. Το 1966, η διδασκαλία του στη Σχολή Καλών Τεχνών του Τόκιο άνοιξε νέους ορίζοντες στην τέχνη της εικόνας, ενώ η φήμη του κορυφώθηκε διεθνώς με μεγάλες αναδρομικές εκθέσεις, όπως εκείνη του Σαν Φρανσίσκο το 2006.
Η «καμένη μνήμη» της Χιροσίμα

Η δουλειά του Τομάτσου κορυφώθηκε με την κάλυψη των συνεπειών της ατομικής βόμβας στη Ναγκασάκι. Η εμβληματική του φωτογραφία «Melted Bottle, Nagasaki, 1961» απαθανατίζει ένα λιωμένο μπουκάλι στο μικρό μουσείο μνήμης της πόλης – σύμβολο της διαστρέβλωσης της ύλης και της ζωής από τη φονική έκρηξη. Όπως και τα έργα του Μιχαήλ Άγγελου με τους βασανισμένους κρατούμενους, το μπουκάλι μοιάζει να συστρέφεται στον πόνο.
Ο Τομάτσου φωτογράφισε και τα πρόσωπα των επιζώντων, σημαδεμένα για πάντα από την έκθεση στη ραδιενέργεια, αλλά και το αμετάκλητα σταματημένο ρολόι στο 11:02 – την ώρα της έκρηξης – που έδωσε το όνομά του στην εμβληματική σειρά του.
Η αμερικανική κουλτούρα ως δύναμη αποδόμησης
Εκτός από τη διαχείριση της μνήμης της καταστροφής, ο Τομάτσου εστίασε με ιδιαίτερη τόλμη στις κοινωνικές αλλαγές που έφερε η αμερικανική παρουσία στην Ιαπωνία. Η σειρά του «Chewing Gum and Chocolate» (ξεκίνησε το 1958) παρουσιάζει τη ζωή γύρω από τις αμερικανικές βάσεις. Τομάτσου δανείζεται τα εμβληματικά αμερικανικά προϊόντα – τσίχλα και σοκολάτα – ως σύμβολα της επιβολής και του πολιτισμικού εκφυλισμού.

Η αμφιθυμία της ιαπωνικής κοινωνίας εκφράζεται στο γεγονός ότι, ενώ τα προϊόντα αυτά ήταν σπάνια και περιζήτητα, διανεμήθηκαν από τους Αμερικανούς στρατιώτες, με αποτέλεσμα να μαλακώσει η στάση των ντόπιων απέναντι στους κατακτητές τους. Όμως, μαζί με τις τσίχλες και τις σοκολάτες, διαχύθηκε μια νέα κουλτούρα εύκολου χρήματος, «προκλητικής» αμερικανικής ηθικής και κοινωνικής παρακμής.
Εμβληματική εικόνα της σειράς: ένας Αφροαμερικανός ναύτης στέκεται κάτω από τις αγγλικές πινακίδων των μπαρ, ενώ στο προσκήνιο μια νεαρή Ιαπωνέζα φουσκώνει μία τσιχλόφουσκα. Σε μία άλλη φωτογραφία, μία έγκυος πόρνη στην περιοχή όπου συχνάζουν οι αμερικάνοι των βάσεων.

Ο αμερικανικός πολιτισμός έγινε έτσι όχημα εμπορικής και κοινωνικής διάβρωσης – ένα σχόλιο που διαπέρασε τη μεταπολεμική Ιαπωνία.
Από την ιαπωνική αντίσταση στη μνήμη των Χανίων

Το έργο του Τομάτσου αποτελεί διαχρονικό τεκμήριο αντίστασης απέναντι στην επιβολή στρατιωτικών βάσεων και στη βαθμιαία αλλοίωση των τοπικών κοινωνιών. Η εικαστική και κοινωνική του ματιά θυμίζει έντονα τις ανησυχίες που κυριαρχούν σήμερα στα Χανιά, όπου η μακροχρόνια παρουσία της αμερικανικής βάσης της Σούδας προκαλεί διχασμό, πολιτισμικές μεταλλάξεις, και έντονη συζήτηση γύρω από τη διαφθορά και τη χειραγώγηση της τοπικής κοινωνίας.
Οι Χανιώτες – όπως και οι Ιάπωνες της μεταπολεμικής περιόδου – καλούνται να στοχαστούν αν η οικονομική άνθηση και τα επιφανειακά προνόμια αρκούν για να συγκαλύψουν τη βαθύτερη φθορά των αξιών και της συλλογικής ταυτότητας. Όπως αποτύπωσε ο Τομάτσου, η πραγματική αντίσταση – ακόμα και μέσω της τέχνης – βρίσκεται στην αδιαπραγμάτευτη διατήρηση της μνήμης και της ηθικής απέναντι στη φαινομενικά ακατανίκητη ισχύ των στρατιωτικών βάσεων.



