Την παράνομη απόλυσή της από βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει στην «Εφ.Συν.» επιστημονική συνεργάτιδα, η οποία υποστηρίζει πως, παρά το γεγονός ότι ήταν έγκυος την περίοδο της απομάκρυνσής της από τη θέση της, ο βουλευτής αρνείται να την επαναπροσλάβει, αγνοώντας επιδεικτικά τον νόμο.
Από την πλευρά του ο βουλευτής σε εξώδικο που της έστειλε, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι η πρώην συνεργάτιδά του δεν τον είχε ενημερώσει για την κατάστασή της και πως χρησιμοποιεί την εγκυμοσύνη της για να εξασφαλίσει το εργασιακό της μέλλον, ενώ παράλληλα την κατηγορεί για εκβιαστική συμπεριφορά εις βάρος του!
Ο λόγος για τον βουλευτή Λάρισας και προερχόμενο από τους ΑΝ.ΕΛΛ., Βασίλη Κόκκαλη, και μία εκ των δύο επιστημονικών συνεργατών του, η οποία υπέγραψε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου με ημερομηνία την 8η Ιουλίου 2019.
Οπως αναφέρει η καταγγέλλουσα, στις αρχές Μαρτίου ο βουλευτής έκανε «άτακτη καταγγελία» και διέκοψε τη συνεργασία μαζί της. Τέσσερις μέρες αργότερα η γυναίκα μαθαίνει ότι βρίσκεται σε «αρχόμενη κύηση», γεγονός που σημαίνει ότι κατά την περίοδο της απόλυσής της ήταν ήδη έγκυος χωρίς να το γνωρίζει. Σύμφωνα με την ίδια, ο γιατρός της τής συνέστησε να μην προβεί (για λόγους ιατρικής ασφάλειας) άμεσα στην αποκάλυψη του γεγονότος, πριν λάβει χώρα μια ειδική εξέταση, το υπερηχογράφημα ειδικής διαφάνειας 2D.
Τα μέτρα της καραντίνας λόγω κορονοϊού οδήγησαν στην αναβολή της εξέτασης, που τελικά πραγματοποιήθηκε στις αρχές Μαΐου. Εκεί επιβεβαιώθηκε το γεγονός ότι κατά την ημερομηνία της απόλυσής της ήταν ήδη 4 εβδομάδων έγκυος και κάπως έτσι άρχισε η αντιπαράθεση με τον βουλευτή. Η καταγγέλλουσα επικοινώνησε μαζί του ζητώντας την επαναπρόσληψή της επικαλούμενη τη σχετική νομοθεσία που προστατεύει τις εγκύους, με τον βουλευτή να αρνείται να ικανοποιήσει το αίτημά της, καθώς την είχε ήδη αντικαταστήσει με άλλον επιστημονικό συνεργάτη.
Τι υποστηρίζει ο βουλευτής
Στο εξώδικο που έστειλε ο κ. Κόκκαλης κατηγορεί την καταγγέλλουσα για «παραποίηση των γεγονότων που αφορούν τους αληθινούς όρους της συμφωνίας τους», η οποία -σύμφωνα με όσα λέει ο ίδιος- προέβλεπε τη σύμβαση ορισμένου χρόνου (έως τις 8 Μαρτίου 2020).
Παρ’ όλα αυτά στο αντίγραφο της σύμβασης της καταγγέλλουσας που φέρει την υπογραφή του βουλευτή είναι «αορίστου χρόνου» και όχι ορισμένου. Κατά συνέπεια προκαλεί ερωτηματικά η αποστροφή του κειμένου που αναφέρει ότι «η σύμβαση έληξε λόγω παρέλευσης της προσυμφωνημένης χρονικής διάρκειας». Στο ίδιο έγγραφο ο βουλευτής υποστηρίζει ότι «η εργαζόμενη δεν μπορεί να επικαλεσθεί την εν λόγω προστασία (σ.σ. της εγκύου) αν έχει σύμβαση ή σχέση ορισμένης διάρκειας που λήγει μέσα στο χρονικό διάστημα της κύησης».
Αναφέρει επίσης πως αν συναινέσει στην επαναπρόσληψη της εγκύου τότε η δήλωσή του προς τη Βουλή (η οποία πληρώνει τους επιστημονικούς υπαλλήλους) «δεν θα είναι αληθής, αλλά νομιμοφανής, εικονική και παραπλανητική, ως προϊόν απειλής εκ μέρους σας…».
Μάλιστα επικαλείται και την οικονομική ζημιά που θα υποστεί το Ελληνικό Δημόσιο, καθώς θα αναγκαστεί να προσλάβει τρίτο επιστημονικό συνεργάτη για χάρη του, αφού η καταγγέλλουσα θα βρίσκεται σε νόμιμη άδεια κύησης. Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι ότι ο βουλευτής προειδοποιεί την πρώην συνεργάτιδα πως, ακόμα και αν δημοσιοποιήσει το θέμα, ο ίδιος δεν πρόκειται να την επαναπροσλάβει, επειδή «η αλήθεια δίνει πάντα το πλεονέκτημα της ελευθερίας».
Τι λέει ο νόμος
Η «Εφ.Συν.» απευθύνθηκε για το θέμα στον καθηγητή Εργατικού Δικαίου Κ. Παπαδημητρίου, αλλά και στον πρώην γενικό γραμματέα του υπουργείου Εργασίας Διονύση Τεμπονέρα ώστε να μας διαφωτίσουν για το νομικό πλαίσιο σχετικά με την προστασία των εγκύων. Επικαλούμενοι τη σχετική νομοθεσία σημειώνουν τα κάτωθι:
– «Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας εργαζομένης από τον εργοδότη της, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, όσο και για το χρονικό διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών μετά τον τοκετό, ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθενείας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία… Ως σπουδαίος όμως λόγος δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης της εργασίας της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη. Eάν υπάρχει τέτοιος σπουδαίος λόγος, ο εργοδότης, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 3 Π.Δ. 176/97, οφείλει να αιτιολογεί δεόντως την καταγγελία γραπτώς και να προβαίνει σε σχετική κοινοποίηση στην αρμόδια Eπιθεώρηση Eργασίας».
-«H εν λόγω προστασία από την καταγγελία εφαρμόζεται μόνο στις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου και όχι στις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, οι οποίες λήγουν κανονικά κατά το χρονικό σημείο που είχε αρχικά προβλεφθεί».
-«H γνώση του εργοδότη δεν έχει καμία σημασία ως προς τη νομιμότητα της καταγγελίας, έτσι ώστε θεωρείται άκυρη η καταγγελία έστω και αν ο εργοδότης δεν γνώριζε την εγκυμοσύνη και έστω και αν δεν γνώριζε την εγκυμοσύνη ούτε η ίδια η μισθωτή».
Πλέον, τον λόγο έχει η Δικαιοσύνη.