Ο καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σουλτς παρουσίασε ένα σχέδιο 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για την προστασία της γερμανικής οικονομίας από τις επιπτώσεις της ραγδαίας αύξησης των τιμών της ενέργειας.
Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι το Βερολίνο χρησιμοποιεί την οικονομική του ισχύ για να διασώσει τις δικές του επιχειρήσεις ανεξάρτητα από άλλα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν τη δημοσιονομική δύναμη πυρός για να κάνουν το ίδιο.
Η Γερμανία αντιμετωπίζει μια ενεργειακή κρίση μετά τη διακοπή της παροχής αερίου από τη Ρωσία στο Βερολίνο.
Δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές στη Γερμανία βγαίνουν στους δρόμους ως απάντηση στην ενεργειακή κρίση.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 2022, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα μεγαλο πακέτο 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την επιδότηση του κόστους ενέργειας τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις και μόλις έγινε αυτή η ανακοίνωση προκάλεσε σοκ σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση
Ο λόγος για τον οποίο αυτό είναι πολύ σημαντικό είναι επειδή αυτή η επιδότηση των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα καταστρέψει άμεσα τις οικονομίες 26 χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα δώσει στη Ρωσία ένα σαφές πλεονέκτημα να πνίξει εντελώς την Ευρώπη.
Η Γερμανία βρέθηκε μπροστά σε ένα δίλημμα. Αν η Γερμανική κυβέρνηση αποφάσιζε να μη δώσει τις επιδοτήσεις αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει μια καταστροφική ενεργειακή κρίση στη χώρα. Πράγμα που σημαίνει ότι η απόφαση αυτή δε λήφθηκε ελαφρώς, ήταν ζωής και θανάτου για τη γερμανική οικονομία.
Όμως οι συνέπειες επηρεάζουν το σύνολο της Ευρωπαϊκης Ένωσης.
Το ερώτημα είναι πώς είναι δυνατόν μια γερμανική επιδότηση να καταστρέψει τις ευρωπαϊκές οικονομίες και αν η Γερμανία με την απόφασή της αυτή βοηθά άμεσα τη Ρωσία.
Είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η γερμανική κίνηση επηρεάζει τον συνεχιζόμενο οικονομικό πόλεμο μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας.
Για να ξεκαθαρίσουμε τι συμβαίνει σχετικά με την ευρωπαϊκή κρίση, υπάρχουν τρία σημαντικά πράγματα που πρέπει να γνωρίζετε.
Πρώτα απ’ όλα η Γερμανία ήταν η πιο εξαρτημένη χώρα από το ρωσικό αέριο στην Ευρώπη. Από το 2020 η Γερμανία εισήγαγε περισσότερο αέριο από τη Ρωσία από τις επόμενες τέσσερις χώρες μαζί. Σχεδόν το 55% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Γερμανίας το 2021 προέρχονταν από τη Ρωσία
Ως αποτέλεσμα, όταν η Ρωσία διέκοψε το φυσικό αέριο, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας στη Γερμανία αυξήθηκε κατά 10 φορές από μόλις 34 ευρώ ανά μεγαβατώρα σε 469 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Επιπλέον της υπάρχουσας έλλειψης μετρητών, ο χειμώνας έρχεται για την Ευρώπη, επομένως η κατανάλωση ενέργειας έχει ήδη φτάσει σε νέες κορυφές και θα συνεχίσει να κορυφώνεται μέχρι τον Δεκέμβριο
Τρίτον, ακόμη κι αν η Ευρώπη είχε το 90% του αποθηκευτικού χώρου της γεμάτο από τον Σεπτέμβριο, θα χρειαστούν μόνο 90 ημέρες για να φτάσει σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα.
Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα, η έλλειψη φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια ενός χρόνου αιχμής κατανάλωσης χωρίς δυνατότητα αποθήκευσης έχει εκτοξεύσει τις τιμές της ενέργειας στην Ευρώπη σε ακραία επίπεδα
Τώρα, παρόλο που η Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες λαμβάνουν βοήθεια από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες, οι τιμές του φυσικού αερίου εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές και ως εκ τούτου το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί δραστικά και ο πληθωρισμός στη Γερμανία έχει ήδη φτάσει σε επίπεδο ρεκόρ 10,9%.
Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία ακρωτηριάζει τη γερμανική οικονομία.
Έτσι, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, εάν οι επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση να πουλήσουν προϊόντα σε προσιτές τιμές και οι άνθρωποι στη Γερμανία αδειάζουν τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους πληρώνοντας λογαριασμούς ρεύματος, τότε η γερμανική οικονομία θα βρισκόταν μπροστά σε μία καταστροφή.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε μέγα-επιδοτήσεις για να αποζημιώσει τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τον λαό της Γερμανίας επιδοτώντας το κόστος της ενέργειας με κρατικούς πόρους. Αυτό σημαίνει βασικά ότι η κυβέρνηση θα αναλάβει το κόστος της ενέργειας άμεσα ή έμμεσα.
Η επιδότηση θα μπορούσε είτε να δοθεί ως δάνεια σε εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας για να στηρίξουν τις δραστηριότητές τους είτε θα μπορούσε να δοθεί με τη μορφή επιδοτήσεων όπου το κόστος της ενέργειας βαραίνει μόνο εν μέρει τους πολίτες και εν μέρει πληρώνεται από την κυβέρνηση.
Προφανως λοιπόν οι επιδοτήσεις δίνονται για να αποτραπεί μία οικονομική κατάρρευση.
Τότε το ερώτημα είναι γιατί τόσες ευρωπαϊκές χώρες αντιδρούν;
Λοιπόν, για να το καταλάβουμε αυτό, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τη βασική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Βλέπετε , η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελείται από 27 χώρες και αν κοιτάξετε τον πληθυσμό και το μέγεθος αυτών των χωρών ξεχωριστά, είναι αστείο.
Σε σύγκριση με τα ινδικά κράτη, υπάρχουν χώρες όπως η Μάλτα που έχουν πληθυσμό ελάχιστων εκατοντάδων χιλιάδων. Ακόμη και η Γερμανία που είναι η μεγαλύτερη χώρα στην ΕΕ έχει πληθυσμό μόνο 83 εκατομμύρια, που είναι λιγότερο από τον μισό πληθυσμό του Ούταρ Πραντές, μίας μόνο επαρχίας της Ινδίας.
Ομοίως, αυτές οι χώρες έχουν πολύ λιγότερους πόρους μεμονωμένα όσον αφορά το στρατιωτικό εμπόριο και ακόμη και τους φυσικούς πόρους
Αλλά εδώ είναι όπου δρώντας ως Ευρωπαϊκή Ένωση αντί για μεμονωμένες χώρες, οι χώρες της ΕΕ αποκομίζουν τρία σημαντικά οφέλη
Το νούμερο ένα όφελος είναι ότι το εμπόριο μεταξύ των χωρών της ΕΕ είναι εξαιρετικά εύκολο και υπάρχουν αμελητέες διασυνοριακές ταλαιπωρίες όπως εισαγωγικοί δασμοί και άδειες.
Με λίγα λόγια μια εταιρεία στη Γερμανία μπορεί να πουλά προϊόντα στην Ισπανία δίχως μεγάλο κόστος.
Οι εταιρείες δεν χρειάζεται να ξοδεύουν χρόνο για να μετατρέψουν το νόμισμα στα σύνορα κάθε χώρας, επειδή 19 από τις 27 χώρες της ΕΕ έχουν ως κοινό νόμισμά τους το ευρώ, ώστε να μην χρειάζεται να σπαταλούν χρόνο και χρήμα σε προμήθειες συναλλαγματικών ισοτιμιών
Δεύτερον, εάν αυτές οι μικρές χώρες όπως το Λουξεμβούργο καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με μια μεγάλη χώρα όπως η Ινδία, αντιλαμβάνεστε πόσο μονόπλευρη και άδικη θα είναι η διαπραγμάτευση εάν οι εταιρείες από το Λουξεμβούργο θέλουν να πουλήσουν προϊόντα στην τεράστια αγορά της Ινδίας.
Ενώ η Ινδία τους δίνει πρόσβαση σε μια αγορά 1,2 δισεκατομμυρίων ανθρώπων το Λουξεμβούργο μόλις και μετά βίας δίνει πρόσβαση σε μια αγορά 625.000 ανθρώπων.
Ετσι η Ινδία μπορεί να εκφοβίσει το Λουξεμβούργο επιβάλλοντας εισαγωγικό δασμό 20% σε εταιρείες της για να πουλήσουν στην Ινδία, ενώ η Ινδία μπορεί να κάνει το ίδιο με δασμό μόλις 5%.
Υπάρχει ένα αθέμιτο πλεονέκτημα που έχουν μεγάλες αγορές όπως η Ινδία εις βάρος μικρότερων χωρών.
Αλλά αν ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ένωση καθίσει στο τραπέζι με την Ινδία, τότε η ΕΕ έχει μια αγορά 450 εκατομμυρίων ανθρώπων με πολύ υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα και η Ινδία έχει μια αγορά 1,2 δισεκατομμυρίων ανθρώπων με συγκριτικά μικρότερο κατά κεφαλήν εισόδημα.
Τώρα εάν η Ινδία προσπαθήσει να εκφοβίσει μια χώρα της ΕΕ, τότε η ΕΕ θα επιβάλει υψηλό δασμό εισροών σε όλα τα ινδικά προϊόντα που πωλούνται σε ολόκληρο το σύμπλεγμα των 27 χωρών της ΕΕ.
Υπάρχουν επίσης άλλα οφέλη, όπως στρατιωτική Συμμαχία, ο διασυνοριακός τουρισμός, οι ολοκληρωμένες χρηματοοικονομικές αγορές κ.λπ
Ας προσπαθήσουμε τώρα να καταλάβουμε γιατί τόσες πολλές χώρες της ΕΕ έχουν πρόβλημα με τις γερμανικές μέγα-επιδοτήσεις.
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα βρίσκεται σε αυτό το γράφημα που δείχνει τον λόγο χρέους προς το ΑΕΠ των χωρών της ΕΕ από το 1ο τρίμηνο του 2021, που ήταν πολύ πριν από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Εδώ θα δείτε μια τεράστια οικονομική ανισότητα μεταξύ των χωρών της ένωσης
Ενώ η Γερμανία είχε σχέση χρέους προς ΑΕΠ μικρότερο από 75%, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ελλάδα έχουν ήδη περάσει το 100%.
Απλώς για να σας δώσω μια ιδέα για το πόσο κακή είναι αυτή η κατάσταση ο λόγος χρέους της Σρι Λάνκα προς το ΑΕΠ ήταν 105% τον Δεκέμβριο του 2021 λίγο πριν την οικονομική κρίση
Μερικοί άνθρωποι θα έλεγαν, ναι αδερφέ, όμως ακόμη και οι ΗΠΑ ήταν πάνω από 100%.
Σωστά!
Όμως, οι ΗΠΑ αποτελούν εξαίρεση λόγω του δολαρίου, οπότε ας μην ασχοληθούμε με αυτό.
Μακροπρόθεσμα δεν είναι όλες οι χώρες τόσο πλούσιες όσο η Γερμανία για να μπορούν να επιδοτούν τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τους ανθρώπους για τους λογαριασμούς ενέργειας τους, οπότε αν οι γερμανικές επιδοτήσεις αρχίσουν να κινούν τις αγορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα προκαλέσει μια καταστροφή στην ΕΕ ξεκινώντας αυτό που ονομάζεται “πόλεμος επιδοτήσεων”.
Χωρίς να μπούμε σε πολλές τεχνικές λεπτομέρειες, ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τι είναι αυτός ο “πόλεμος” χρησιμοποιώντας ένα υπεραπλουστευμένο παράδειγμα.
Ας πούμε εγώ ο Γιοχαν και ο Χόσε διατηρούμε μια μονάδα παραγωγής στη Γερμανία και την Ισπανία αντίστοιχα, που πωλούν ψωμιά για 3 ευρώ το καθένα.
Μ ετά τη ρωσικη εισβολή στην Ουκρανία το κόστος παραγωγής εκτοξεύτηκε και τώρα πουλάνε το ίδιο ψωμί στα 4 ευρώ.
Αλλά εδώ είναι που αλλάζουν τα πράγματα αφού με τη μέγα επιδότηση της Γερμανίας, ενώ ο λογαριασμός ενέργειας του Γιόχαν θα περιοριστεί στα 3.000 ευρώ ο Χόσε θα εξακολουθεί να πληρώνει 4.000 ευρώ.
Αυτό συμβαίνει επειδή ο Γιόχαν έλαβε επιδότηση 1.000 ευρώ.
Ως αποτέλεσμα τώρα ο Γιόχαν μπορεί να πουλήσει το ίδιο καρβέλι ψωμί στα 3,5 ευρώ, ενώ ο Χόσε πρέπει ακόμα να το πουλήσει στα 4 ευρώ το καρβέλι για να βγάλει κέρδος.
Αρα ξέρετε τι θα γίνει όταν ο Γιόχαν καταλάβει ότι οι πωλητές ψωμιού στην Ισπανία δεν μπορούν να πουλήσουν λιγότερο από 4 ευρώ;
Θα στείλει τα γερμανικά ψωμιά του στην Ισπανία και θα τα πουλά προς 3,75 ευρώ το καρβέλι.
Και επειδή δεν υπάρχει εισαγωγικός δασμός ή πρόσθετος φόρος μεταξύ των χωρών της ΕΕ ο Γιόχαν δεν χρειάζεται να επιβαρυνθεί με επιπλέον κόστος εκτός από το κόστος μεταφοράς.
Έτσι, βλέπετε τι γίνεται ξαφνικά λόγω της επιδότησης στη Γερμανία. Οι γερμανικές επιχειρήσεις έχουν αποκτήσει ένα σημαντικο πλειονέκτημα σε σύγκριση με τις ισπανικές επιχειρήσεις.
Έτσι προφανώς όλοι θα συρρέουν για να αγοράζουν από Γερμανικές επιχειρήσεις.
Ρελικά οι ισπανικές επιχειρήσεις θα χρεοκοπήσουν.
Ας δούμε όμως την κατάσταση που διαμορφώνεται και από την πλευρά των επιχειρήσεων και των καταναλωτών.
Για παράδειγμα ας πούμε ότι υπάρχουν δύο μεσαίες οικογένειες, η οικογένεια του Γιόχαν στη Γερμανία, και η οικογένεια του Χόσε στην Ισπανία
Και οι δύο έχουν το ίδιο διαθέσιμο εισόδημα 2.000 ευρώ το μήνα και λόγω του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και της αύξησης των λογαριασμών ενέργειας πλήρωναν 400 ευρώ επιπλέον για την ενέργειά τους.
Άρα το εισόδημά τους έχει πλέον μειωθεί στα 1.600 ευρώ.
Με τη γερμανική επιδότηση των 200 δισεκατομμυρίων ευρώ κι εδώ τα πράγματα αλλάζουν.
Η οικογένεια του Χόσε εξακολουθεί να επιβαρύνεται με έναν λογαριασμό 400 ευρώ επιπλέον για την ενέργειά της, τη στιγμή που η οικογένεια Benz λαμβάνει επιδότηση 100 ευρώ λόγω της οποίας πληρώνει μόνο 300 ευρώ επιπλέον για ενέργεια.
Που σημαίνει ότι ενώ το διαθέσιμο εισόδημα της οικογένειας στην Ισπανία είναι 1600 ευρώ, για την ίδια οικογένεια στη Γερμανία, θα ήταν 1700 ευρώ.
Και όταν αυτό συμβαίνει σε όλη τη Γερμανία τι σημαίνει;
Ότι οι Γερμανοί καταναλωτές θα έχουν περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα σε σύγκριση με Ισπανούς ή πολίτες άλλων χωρών της ΕΕ.
Έτσι εάν υπάρχει μια εταιρεία που πουλά ένα εξειδικευμένο προϊόν όπως ανταλλακτικά μηχανών θα πουλούσε πρώτα σε Γερμανούς καταναλωτές επειδή έχουν μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη σε σύγκριση με Ισπανούς ή άλλους Ευρωπαίους πολίτες.
Έτσι, ενώ θα μπορούσαν να πουλήσουν το προϊόν τους στη Γερμανία με 10 ευρώ ανά μονάδα, στην Ισπανία επειδή οι άνθρωποι δεν έχουν αρκετά χρήματα, πρέπει να το πουλήσουν στα 8 ευρώ ανά μονάδα.
Ενώ οι γερμανικές εταιρείες θα κυριαρχούν στις αγορές εμπορευμάτων στην Ισπανία για τη μη εμπορευματοποιημένη αγορά , οι εταιρείες θα στέλνουν όλα τα προϊόντα τους πρώτα στη Γερμανία και στη συνέχεια θα τα πουλούν σε άλλες χώρες.
Πράγμα που σημαίνει ότι θα δημιουργούσε μεγαλύτερη έλλειψη συγκεκριμενων προϊόντων στην Ισπανία, αυξάνοντας τελικά την τιμή των προϊόντων ή θα προκαλούσε πλήρη διακοπή της εφοδιαστικής αλυσίδας λόγω μη διαθεσιμότητας.
Έτσι, με λίγα λόγια, το κόστος ζωής για τις φτωχές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα εκτοξευόταν στα ύψη.
Οι επιχειρήσεις σε αυτές τις φτωχές χώρες θα κινδυνεύσουν να χρεοκοπήσουν και το πιο σημαντικό η κυβέρνηση αυτών των φτωχών χωρών θα σταθεί αβοήθητη καθώς οι γερμανικές εταιρείες και οι Γερμανοί καταναλωτές θα κυριαρχούν στην αγορά της ΕΕ.
Τώρα το πρόβλημα εδώ είναι ότι εάν η Ισπανία θέλει να διασφαλίσει ότι τα προϊόντα της παραμένουν ανταγωνιστικά στην αγορά, ακόμη και η ισπανική κυβέρνηση θα πρέπει να χορηγήσει επιδοτήσεις και σύντομα όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να χορηγήσουν επιδοτήσεις για να διατηρήσουν τα προϊόντα τους ανταγωνιστικά στην αγορά.
Και εάν δεν το κάνουν αυτό οι εταιρείες τους θα σταματήσουν να λειτουργούν, δεν θα υπάρχουν έσοδα για την κυβέρνηση, γεγονός που θα προκαλέσει περαιτέρω οικονομική κρίση.
Αυτό είναι που ονομάζουμε “πόλεμο επιδοτήσεων” όπου όλες οι χώρες θα πρέπει να προχωρήσουν σε παρόμοιας μορφής και μεγέθους επιδοτήσεις με τη Γερμανία, τη στιγμή όμως που έχουν πολύ λιγότερα χρήματα.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλοι ανησυχούν για τις γερμανικές επιδοτήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Και αυτό μας φέρνει στο πιο σημαντικό ερώτημα:
- Αφού η Γερμανία προχωρά ούτως ή άλλως με αυτές τις επιδοτήσεις τι σημαίνει για την Ευρωπαϊκή Ένωση και πώς θα ωφεληθεί ο Πούτιν από αυτό;
Λοιπόν, υπάρχουν τέσσερα σενάρια:
- Το πρώτο είναι ότι οι άλλες χώρες της ΕΕ θα κάνουν ό,τι μπορούν για να επιδοτούν τους λογαριασμούς ενέργειας και θα μπουν στο χείλος της κατάρρευσης αν τα πράγματα πάνε πολύ άσχημα. Οι άνθρωποι θα βγουν στους δρόμους, οι κυβερνήσεις θα ανατραπούν και οι νέες κυβερνήσεις μπορεί να θέλουν να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό
- Το δεύτερο είναι είναι ότι οι άλλες χώρες της ΕΕ μπορεί να αποφασίσουν να επιβάλουν αυστηρούς εισαγωγικούς δασμούς σε όλα τα γερμανικά προϊόντα για να αποτρέψουν την καταστροφή των επιχειρήσεών τους και ως απάντηση ακόμη και η Γερμανία θα μπορούσε να επιβάλει εισαγωγικούς δασμούς σε άλλες χώρες της ΕΕ που εμπορεύονται με τη Γερμανία. Αλλά επειδή η Γερμανία είναι η μεγαλύτερη αγορά στην Ευρώπη θα επηρεαστεί λιγότερο τη Γερμανία και περισσότερο οι άλλες χώρες
- Το τρίτο σενάριο είναι ότι καθώς θα μπαίνουμε στο χειμώνα και οι λογαριασμοί ενέργειας θα αυξάνονται, καθώς ο πληθωρισμός αυξάνεται, αν αρχίσουν να πεθαίνουν άνθρωποι από την κρίση κόστους ζωής, ολόκληρη η ΕΕ μπορεί απλώς να αποσύρει την υποστήριξή της για την Ουκρανία και να αγοράσει ρωσικό αέριο για να μειώσει κόστη και να σώσει τη ζωή των δικών της ανθρώπων. Γιατί αν οι ίδιοι οι άνθρωποι της των χωρών της Ε.Ε. στραφούν εναντίον του ΝΑΤΟ, καμία κυβέρνηση δεν θα αναλάβει το ρίσκο να στηρίξει μια ξένη χώρα με κόστος την ασφάλεια της δικιάς της χώρας
- και τέλος υπάρχει η πιθανότητα η Γερμανία να υποχωρήσει και να να μην εφαρμόσει τη μέγα επιδότηση των 200 δις ευρω, κάτι που θα αποτελέσει έναν εφιάλτη για τη Γερμανία επειδή οι λογαριασμοί της ενέργειας έχουν ήδη αυξηθεί κατά 10 φορές, οπότε ο πληθωρισμός μπορεί να προκαλέσει υψηλότερο κόστος διαβίωσης, η κρίση να επιδεινωθεί και τότε η Γερμανία μπορεί να αναγκαστεί να λάβει ακραίες αποφάσεις, ακόμη και αν αυτό σημαίνει παραβίαση των αρχών της ευρωπαϊκής Ενωσης.
Έτσι στο τέλος της ημέρας ο χειμώνας έφτασε για την Ευρώπη και έχει ήδη οι συνέπειές του έχουν αρχίσει να φαίνονται.
Τώρα αυτό που μένει να δούμε είναι πώς θα αντιδράσουν ακριβώς οι χώρες, πώς θα πράξουν οι ΗΠΑ και πώς θα αντιδράσει ο Πούτιν σε αυτές τις εξελίξεις.