Όλοι μιλούν για τη νέα σειρά του Netflix, με τίτλο 1899.
Η σειρά μυστηρίου – επιστημονικής φαντασίας, πίσω από την οποία κρύβεται η ομάδα της επιτυχημένης σειράς Dark, σκαρφάλωσε στην πρώτη θέση των προτιμήσεων του ελληνικού κοινού.
Όσοι την έχουν δει, σίγουρα έχουν αισθανθεί έντονα τη μυστηριώδη ατμόσφαιρα που την περιβάλλει, όχι μόνο λόγω της υπόθεσης και της σκηνοθεσίας, αλλά και των εξαιρετικών ανατριχιαστικών φωνητικών και της απόκοσμης μουσικής που έχει γράψει ο ταλαντούχος Μπεν Φροστ.
Τα μοναδικά αυτά φωνητικά που ακούγονται τόσο στο soundtrack του 1899, όσο και καθ’ όλη τη διάρκεια των επεισοδίων, ανήκουν σε δύο πολυτάλαντες Ελληνίδες καλλιτέχνιδες, τις Σοφία Σαρρή και Χρύσα Τσαλταμπάση.
Οι δύο νεαρές vocal artists μίλησαν στο iefimerida.gr για την εμπειρία τους και τη συνεργασία τους με το Netflix και τον Ben Frost.
Σοφία Σαρρή
H Σοφία Σαρρή είναι μια πολυσχιδής τραγουδοποιός και ερμηνεύτρια από τα Χανιά της Κρήτης σε συνεχή αναζήτηση των φωνητικών και ψυχικών της ορίων. Έχει ερμηνεύσει και συνθέσει μουσική για σχήματα με διαφορετικό background, από την post rock κολεκτίβα των Night on Earth, πρωτοπόρων της indie σκηνής της Αθήνας και τους πειραματικούς αυτοσχεδιαστές Luup μεταξύ πολλών άλλων. Στην πορεία της ως ερμηνεύτρια φημίζεται για την ικανότητα της να ελίσσεται σε διαφορετικά μουσικά είδη δανείζοντας την φωνή της κατά καιρούς σε jazz projects, metal μπάντες, τραγουδοποιούς της εγχώριας σκηνής (Θ. Παπακωνσταντίνου, Ν. Πορτοκάλογλου, Φ. Δεληβοριά…), πολυφωνικές χορωδίες κ.α.
Με τον πρώτο προσωπικό της δίσκο “Euphoria” (Inner Ear, 2017) μπολιάζει με ήπιες δόσεις σκανδιναβικού black metal, urban ambient ή dark-hop την avant pop τραγουδοποιία της δημιουργώντας ένα μουσικό σύμπαν χωρίς συμβιβασμούς, ανακατεύοντας σε μία διεστραμμένη καλλιτεχνική μαρμίτα, την Κρητική λύρα με πολυπρόσωπα αναλογικά synths και υπερηχητικά blastbeats.
Το 2019 συνδημιουργεί τον concept δίσκο “Afterlife Romance” (Dark Essence Records, 2019) μαζι με τον Ρουμάνο εικαστικό και μουσικό Costin Chioreanu, υπεύθυνο για τα εικαστικά concept και visuals συγκροτημάτων όπως οι At the Gates,Ghost, Leprous, Sigh, Arcturus κ.α ενώ ο δίσκος, σε συνεργασία με τον μουσικό και visual artist Adrian Tabacaru κυκλοφορεί και ως Virtual Reality edition με τον τίτλο “Midnight Cemetery” (Fruits of Venus, 2020).
Παράλληλα οι τρεις τους ξεκινούν τη μπάντα Arac, περιοδεύουν στην Ευρώπη και ηχογραφούν το ομώνυμο ντεμπούτο τους σε Αθήνα και Βουκουρέστι το οποίο κυκλοφήρησε το καλοκαίρι του 2022 .
Συμμετέχει στο βραβευμένο με Buma Music in Motion Award soundtrack της ολλανδικής σειράς “Ik Weet Wie Je Bent “ σε μουσική του Σταύρου Μαρκόνη.
Το καλοκαίρι του 2022 κυκλοφορεί το οπτικοακουστικό έργο “ARIADNE” σε συνεργασία με τον visual artist και computer scientist, Αίαντα Κόκκαλη, που διακρίθηκε στο φετινό Διεθνές Φεστιβάλ Καννών ενώ αποτέλεσε μέρος της έκθεσής DISRUPT στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ρότερνταμ Het Nieuwe Instituut, το ίδιο καλοκαίρι. Το μουσικό κομμάτι του ARIADNE είναι προπομπός του δεύτερου προσωπικού της δίσκου που θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2023.
Χρύσα Τσαλταμπάση
Η Χρύσα Τσαλταμπάση γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη. Σε ηλικία 15 ετών ξεκίνησε μαθήματα κλασικού τραγουδιού και ανώτερων θεωρητικών στο Ωδείο Βορείου Ελλάδος με τη Μαριαλένα Παναγιωτοπούλου και λίγα χρόνια αργότερα Τζαζ τεχνική και ρεπερτόριο με τη Βίκυ Αλμαζίδου.
Το 2010 αποφοίτησε από το CODARTS University of the Arts του Ρότερνταμ (ΒΜus) και το 2021 ξεκίνησε το μεταπτυχιακό της στο Trinity University of Wales στο τμήμα Voice Pedagogy όπου και κάνει όλη της την έρευνα πάνω στα Extreme Vocal Effects. Έχει ολοκληρώσει σεμιναριακούς κύκλους σε CVT (One year for advanced singers), Bast Training for singing teachers, Vocal Health first Aid, Integrated Voice Therapy (levels 1,2 & 3), Μετεκπαιδευτικό σεμινάριο Πάνου Δήμα στο Εθνικό Ωδείο καθώς και αναρίθμητα σεμινάρια πάνω σε Extreme Vocal Effects και όχι μόνο.
Σειρές που έχουν μπει κομμάτια που έχει κάνει με τον Ολλανδό DJ Tim Besamusca, είναι οι εξής: “Star Crossed”, “Delirium”, “Beauty and the beast” “Dos Lunas”, “The secret circle”.
Οι μπάντες της είναι οι: Spineless, Bella Fuzz, Low Texture, Biotech και Petula Russ, ενώ συμμετέχει σε μία κολεκτίβα που αποτελείται από Extreme Vocal Coaches/ Singers από όλο τον κόσμο, με σκοπό να δώσουν τις φωνές τους σε βιντεοπαιχνίδια κάνοντας μόνο εξτρίμ φωνητικά.
Σοφία Σαρρή – Χρύσα Τσαλταμπάση: Τι είπαν στο iefimerida.gr
Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με το Netflix και το 1899; Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση όταν σας το πρότειναν;
ΣΣ: Όλα έγιναν πολύ ξαφνικά και απρόσμενα. Πέρσι το φθινόπωρο, ένας γνωστός μου, ο οποίος είναι παραγωγός, με πήρε τηλέφωνο και με ρώτησε αν είμαι στην Αθήνα. «Ναι» του απαντώ και συνεχίζοντας εκείνος, μου λέει: «Είναι εδώ ο Μπεν Φροστ και θέλει να κάνετε μία πρόβα». Μου έπεσε το σαγόνι γιατί τον εκτιμώ ιδιαίτερα σαν καλλιτέχνη. Αρχικά σκέφτηκα τι κάνει αυτός εδώ, αφού ήξερα ότι δεν είχε κάποια συναυλία στην Ελλάδα. Ύστερα αναρωτήθηκα «τι με θέλουν εμένα;» (γέλια). Απαντάω «ναι, εννοείται, πότε;». «Τώρα» μου λέει, «μπορείς;». Αφήνω τα πιάτα που έπλενα, (γέλια) τρέχω, μπαίνω στο μετρό κι εκείνη την ώρα μου στέλνει μήνυμα η φίλη μου η Χρύσα η Τσαλταμπάση και μου λέει, «Πας εκεί που πάω;» και της απαντάω «πάω εκεί που πας». Δεν μου είχαν πει ποιος άλλος θα είναι, απλά μόνο ότι μπορεί να είναι και κάποιος άλλος.
Βρισκόμαστε λοιπόν στο στούντιο, και αφού χαιρετιόμαστε με τον Μπεν Φροστ, μας λέει «δουλεύω για το soundtrack μιας σειράς στο Netflix και θα ήθελα να δοκιμάσουμε κάποια πράγματα». Ήθελε να ηχογραφήσει και κάποιες Ελληνίδες τραγουδίστριες, διότι το θέμα της σειράς πραγματεύεται ένα πλοίο που έχει ως επιβάτες μετανάστες από διάφορες χώρες. Είχε εμπνευστεί από αυτό και ηχογραφούσε μουσικούς από μερικές χώρες. Έκανε ένα τουρ με αυτόν τον σκοπό, για να έχει το στοιχείο της πολυπολιτισμικότητας.
ΧΤ: Πέρσι – γιατί έχει έναν χρόνο που έγινε αυτό – είχε έρθει ο Μπεν Φροστ στην Αθήνα κι ένα μεσημέρι, έλαβα ένα μήνυμα από έναν γνωστό μου που έγραφε «μπορείς σε πέντε ώρες να είσαι εκεί και να γράψετε κάτι με τον Μπεν Φροστ που θα είναι εκεί;». Κι επειδή εγώ τον παρακολουθώ χρόνια και είναι από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες, δεν το πίστευα… Έλεγα στον εαυτό μου, «κάτσε μισό λεπτό να δω, είναι αλήθεια;». Τόσο εγώ, όσο και η Σοφία (σ.σ. Σαρρή) δεν ξέραμε ακριβώς περί τίνος επρόκειτο. Στο στούντιο δηλαδή μας είπε ο Μπεν κάποιες λεπτομέρειες. Αλλά και πάλι δεν ξέραμε 100%. Όχι επειδή υπήρχε κάποιο μυστικό, απλά επειδή κι αυτός μέχρι τότε, αυτά ήξερε.
Θυμάμαι ότι απλά μπήκα στον «αυτόματο» και πήρα κάποια τηλέφωνα για να αλλάξω τα μαθήματά μου κι έλεγα στον εαυτό μου, «να δεις θα πάω, και θα είναι πλάκα. Δεν θα είναι κανείς εκεί» (γέλια). Ευτυχώς ήταν αληθινό. Απλά όταν παρακολουθείς κάποιον για χρόνια, αγοράζεις τη μουσική του, πηγαίνεις στις συναυλίες του και μετά συνεργάζεσαι μαζί του, είναι μεγάλη υπόθεση.
Πώς έγινε η διαδικασία της ηχογράφησης;
ΣΣ: Μόλις μας εξήγησε τι ακριβώς ήθελε να κάνουμε, κατάλαβα γιατί επιλεχθήκαμε. Το κομμάτι της ηχογράφησης, ήταν πλήρως αυτοσχεδιαστικό. Δηλαδή μας δόθηκαν κάποιες κατευθυντήριες οδηγίες, αλλά δεν υπήρχε παρτιτούρα, ένα συγκεκριμένο μουσικό κείμενο το οποίο έπρεπε να ακολουθήσουμε, ούτε στίχοι, ούτε τίποτα. Ήταν ένα, δύο, τρία, πάμε! Αυτός είχε προφανώς κάποια μουσικά δείγματα, τα οποία ήταν υπό διαμόρφωση. Δεν ήταν ότι ακούσαμε ένα κομμάτι από την αρχή μέχρι το τέλος ολοκληρωμένο. Ήταν ένας πειραματικός ηλεκτρονικός ήχος, ο οποίος είχε και κάποια φυσικά όργανα που είχε ηχογραφήσει.
Ήταν σκοτεινό και κάπως τρομακτικό αυτό που έπρεπε να βγει, γιατί η σειρά έχει μια τέτοια αισθητική. Προσωπικά είχα κάνει κάποιες δουλειές οι οποίες ήταν κάπως αντίστοιχες, και με αυτοσχεδιασμό και με συγκεκριμένες συνθέσεις, τις extended techniques που λέμε. Έχω μια ικανότητα στον αυτοσχεδιασμό και καλά αντανακλαστικά στο να με πετάς κάπου και να βγάζω άκρη. Οπότε μας έδινε τέτοιες οδηγίες, χωρίς να είναι συγκεκριμένος. Απλά μας έλεγε «ακολουθήστε αυτό το ρυθμικό σχήμα», ή «κάντε μου κάτι πιο μελωδικό», ή «κάτι σε μια πιο υψηλή ή πιο χαμηλή περιοχή κτλ.», αυτό. Δεν ήταν ένα τραγούδι που σου δίνουν και σου λένε τραγούδα αυτό το κομμάτι. Για εμένα όλο αυτό, το έκανε εξαιρετικά ενδιαφέρον. Μου αρέσει πάρα πολύ. Γιατί είναι ένα κομμάτι σύνθεσης κι αυτό, impromptu σύνθεσης, καθώς πρέπει να γεννήσεις ιδέες εκείνη τη στιγμή, να δοκιμάσεις, να πειραματιστείς, να παρατηρείς πολύ καλά τι συμβαίνει μουσικά, να προσπαθείς να καταλάβεις τι θέλει ο συνθέτης από εσένα, σε μία abstract λογική και πολύ γρήγορα. Οι ηχογραφήσεις, έγιναν μέσα σε τρεις ώρες, την ίδια μέρα της συνάντησης, σε ένα στούντιο στον Πειραιά. Προφανώς ο Μπεν Φροστ είχε ακούσει τη δουλειά μας, ήξερε ότι του κάνουμε και ήταν και ωραίο γιατί πραγματοποιήσαμε και κάποιες ηχογραφήσεις μαζί με τη Χρύσα (σ.σ.: Τσαλταμπάση).
ΧΤ: Μας εξηγήθηκε το concept, μας είπαν ότι είναι για μια σειρά μυστηρίου από τους παραγωγούς του Dark, οπότε οι οδηγίες που μας δίνονταν ήταν του τύπου «παιδιά εδώ ψιθυρίστε μόνο», ή «εδώ σκεφτείτε ότι τρελαίνεστε ή ότι πνίγεστε». Είχαμε τέτοια να κάνουμε, που εμένα μου αρέσουν πάρα πολύ. Τόσο, που μακάρι να μπορούσα να κάνω μόνο αυτό. Οπότε είναι κάτι δύσκολο αν δεν είναι και ο άλλος σε αυτή τη φάση. Και η Σοφία, είναι σε αυτή τη φάση. Το καταλαβαίνει πάρα πολύ καλά. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που βγήκε τόσο πολύ γρήγορα το αποτέλεσμα. Μέσα σε τρεις ώρες ηχογραφήσαμε πάρα πολύ υλικό. Δεν μπήκαν προφανώς όλα, δεν ήταν εφικτό.
Οι δυο σας, γνωριζόσασταν από πριν;
ΣΣ: Ναι, γνωριζόμασταν και αυτό βοήθησε γιατί δεν υπήρχε αμηχανία. Ήταν σούπερ. Είναι τέλειο να γνωρίζει ο ένας τι μπορεί να κάνει ο άλλος. Πού είναι πιο δυνατός, τι μπορεί να προσφέρει, τι μπορεί να προσθέσει… Οπότε άφηνε η μία χώρο στην άλλη πολύ σωστά. Δεν υπήρχε σε καμία περίπτωση ανταγωνισμός.
Πώς ήταν η συνεργασία σας;
ΣΣ: Ηχογραφήσαμε και χώρια, αλλά και ταυτόχρονα με τη Χρύσα. Δηλαδή μπαίναμε μαζί, μας έδινε κάποιες οδηγίες ο Φροστ, ενώ είχαμε και οπτική επαφή μεταξύ μας, καθώς ήμασταν στον ίδιο χώρο. Αυτό βοηθούσε πολύ και είχε και πάρα πολύ πλάκα βέβαια, γιατί η μία μπορεί να ούρλιαζε και η άλλη να έκανε μια πόρτα που τρίζει ας πούμε… κοιτιόμασταν και ήμασταν στο τσακ να σκάσουμε στα γέλια. Ήταν πολύ διασκεδαστικό και πολύ ωραίο, γιατί τη Χρύσα την εκτιμώ πολύ σαν άνθρωπο και σαν συνάδελφο τόσο στο κομμάτι της διδασκαλίας, γιατί είμαστε και οι δύο δασκάλες φωνητικής, όσο και στο καλλιτεχνικό κομμάτι.
ΧΤ: Με τη Σοφία υπάρχει αμοιβαία συμπάθεια και σεβασμός. Την εκτιμώ πάρα πολύ. Την παρακολουθούσα έτσι κι αλλιώς και πριν γνωριστούμε, καθώς δεν γνωριστήκαμε τώρα με αφορμή αυτή τη συνεργασία. Είχαμε γνωριστεί από πιο παλιά. Θεωρώ ότι είναι μία από τις πιο αξιόλογες παρουσίες και από τις πιο ωραίες φωνές που έχουμε, οπότε γενικά ήταν μια πολύ ευχάριστη συνθήκη όλη αυτή. Διότι ήμουν με μία κοπέλα που συμπαθώ πάρα πολύ και θαυμάζω. Επίσης, έχουμε περίπου το ίδιο χιούμορ και ταιριάξαμε πάρα πολύ ωραία. Είχαμε χημεία στις ηχογραφήσεις, πράγμα πολύ σημαντικό, γιατί ήταν κάτι αρκετά experimental. Γενικά έχω εμπειρία σε αυτό. Την κάνω αυτή τη δουλειά, είμαι recording artist. Προσωπικά, πηγαίνω για να τραγουδήσω, είτε έτοιμα κομμάτια που θα μου έχουν δώσει, είτε κομμάτια στα οποία έχω βάλει εγώ μελωδίες ή στίχους, ή για να κάνω δεύτερα φωνητικά, είτε σπικάζ για διαφημιστικά κτλ. Ωστόσο, πάρα πολύ σπάνια μου δίνεται η ευκαιρία να κάνω κάτι το οποίο έχει να κάνει με κραυγές, ψιθύρους, αναρροφήσεις, να έχει να κάνει δηλαδή το περισσότερο κομμάτι με θόρυβο και γενικά με κάτι πιο μπερδεμένο, κάτι που δεν θα έχει δομή.
Τι ακριβώς σας ζητήθηκε να ηχογραφήσετε;
ΣΣ: Καθώς μας ηχογραφούσε ο Φροστ, ήταν σαν να κάνει μια δειγματοληψία των φωνών μας, σαν να έφτιαξε μια μουσική βιβλιοθήκη με τους ήχους που παρήγαμε εμείς, και στη συνέχεια τους χρησιμοποίησε και έφτιαξε τις συνθέσεις του, σαν να είμαστε εμείς ένα όργανο και μας προγραμματίζει. Εμείς λειτουργήσαμε σαν πηγές, σαν όργανα και όχι τόσο πολύ σαν ερμηνεύτριες ενός τραγουδιού. Οπότε θα μας πετύχεις κατά τη διάρκεια της σειράς, σε σημεία που μπορεί να μην καταλάβεις ότι είναι καν φωνή πολλές φορές. Ή μπορεί να ακούς έναν ήχο περίεργο, μία ανάσα, ή κάτι που είναι φωνή αλλά δεν εκφράζει λόγο… Δηλαδή δεν τραγουδήσαμε κάτι. Είχε ελάχιστα μελωδικά σημεία, τα οποία αυτός έκοψε με έναν τρόπο που τον βόλευε. Έκανε edit στις φωνές μας και τις τοποθέτησε με τον τρόπο που ήθελε αυτός. Δεν πήρε αυτούσιες δηλαδή τις φωνές μας κι έφτιαξε ένα, δυο, τρία κομμάτια για παράδειγμα.
Πού ακριβώς ακούγονται οι φωνές σας; Στο soundtrack ή και σε σκηνές της σειράς;
ΣΣ: Παντού. Ως επί το πλείστον σε σκηνές. Δηλαδή καθώς βλέπεις τη σειρά, υπάρχουν στιγμές που ακουγόμαστε. Απλά, δεν είναι τόσο διακριτό. Γιατί δεν ακούς ένα τραγούδι για παράδειγμα. Μπορείς να ακούσεις έναν μικρό ήχο όπως αυτόν (σ.σ.: μου τον μιμείται εκείνη την ώρα).
XT: Αν δεν κάνω λάθος, πρέπει να είμαστε και οι δύο σε όλα τα επεισόδια. Εντάξει, είναι και πράγματα που ο άλλος δεν θα τα πιάσει, γιατί παίζει η σκηνή εκείνη την ώρα, οπότε δεν μπορεί να είναι η φωνή τέρμα μπροστά προφανώς… υπάρχει το χαλί από πίσω. Επίσης, επειδή ακριβώς υπάρχει και το concept των γλωσσών – δεν είχα καταλάβει ότι θα ήταν τόσες διαφορετικές γλώσσες – είπαμε και κάποιες λέξεις που μας έρχονταν εκείνη την ώρα στα ελληνικά, οπότε είχαμε και αυτή την άνεση, να το κάνουμε και αυτό. Από εκεί και πέρα, ο Μπεν έκανε ό,τι ήθελε.
Ποια είναι τα συναισθήματα και οι σκέψεις σας από όλη αυτή την εμπειρία;
ΣΣ: «Όντως έβαλε εμένα; Είμαι εγώ αυτή;» αυτό σκέφτομαι μέχρι και σήμερα. Βλέπω τα τρέιλερ και λέω «συμμετέχω σε μια τεράστια παραγωγή του Netflix;». Είχε λίγο πλάκα αυτό στην αρχή, γιατί δεν ήξερα καθόλου το μέγεθος όλου αυτού. Στην πορεία έμαθα ότι το λένε 1899 και ότι είναι από τους παραγωγούς του Dark, το οποίο το είχα δει και μου άρεσε πάρα πολύ και ήξερα ότι είχε κάνει κι εκεί τη μουσική ο Φροστ, οπότε ήμουν σίγουρη ότι θα ήταν κάτι καλό. Ήξερα ότι θα ήταν κάτι ενδιαφέρον, αλλά δεν ήξερα ότι θα γινόταν τέτοιος χαμός.
Επίσης, την ίδια στιγμή, σκέφτομαι ότι μας πήραν χαμπάρι 20 χρόνια μετά, επειδή μας ανακάλυψε ο Μπεν Φροστ. Κάπως έτσι… Ότι δηλαδή μας έμαθαν επειδή ήρθε ένας άνθρωπος από την Ισλανδία στην Ελλάδα, να μας πάει να γράψουμε στον Πειραιά. Νιώθω όμως όμορφα γιατί έχω κάνει πράγματα που με εκφράζουν, έχω πει όχι εκεί που ένιωθα ότι έπρεπε να πω όχι και έχουν κλείσει πολλές πόρτες από αυτό θεωρητικά, αλλά εγώ ήμουν καλά με τη συνείδησή μου. Οι καλλιτέχνες δεν έχουμε τη στήριξη που θα έπρεπε να έχουμε, γιατί κακά τα ψέματα, για να προχωρήσεις στην Τέχνη δεν είναι εύκολο.. Ακόμα θεωρείται χόμπι, όχι μόνο στην Ελλάδα, παγκοσμίως. Πρέπει να έχεις μια άλλη δουλειά ή μια άνεση και μαζί με αυτά να κάνεις και τον μουσικό. Εάν δεν εμπίπτεις σε αυτή την κατηγορία, είναι πάρα πολύ δύσκολο έως αδύνατο, να ασχοληθείς επαγγελματικά με την τέχνη σου και το λέω με μεγάλη σιγουριά. Για να φτάσεις στο σημείο να ακουστείς, πρέπει να έχεις ξοδέψει πάρα πολλά χρήματα, ανεξάρτητα από το ταλέντο σου και τη δουλειά σου.
ΧΤ: Τώρα που προβάλλεται η σειρά, γιατί έχει μεσολαβήσει κι ένας χρόνος και κάπως το είχα «ξεχάσει», καταλαβαίνω ότι είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό όλο αυτό που έγινε. Πήρε σάρκα και οστά. Επίσης, μου φάνηκε κάπως περίεργο, αλλά ευχάριστα περίεργο, να με ακούω στο background… Είναι ένα ιδιαίτερο συναίσθημα. Αναρωτιέμαι αν όντως έχει γίνει.. Τώρα όλο αυτό είναι πιο έντονο, γιατί βρίσκομαι στη φάση που μου στέλνουν φίλοι και γνωστοί, μου λένε συγχαρητήρια και νιώθω πολύ καλά.
Πώς είναι να δουλεύεις με ένα τόσο μεγάλο όνομα, όπως ο Μπεν Φροστ;
ΣΣ: Έχω παρατηρήσει ως τώρα στη δουλειά μου ως τραγουδίστρια, ότι όσο πιο φτασμένοι και αναγνωρισμένοι είναι οι καλλιτέχνες με τους οποίους έχω συνεργαστεί, τόσο πιο νορμάλ και cool είναι και με έχουν αντιμετωπίσει με σεβασμό και ταπεινότητα. Το ίδιο συνέβη και με τον Φροστ. Σε κάθε take (take λέμε την απόπειρα, καθώς μπορείς να γράφεις πολλές φορές το ίδιο πράγμα) μου έλεγε «thank you so much, you are amazing». Σε κάθε take! Και μάλιστα στη συνέχεια επικοινώνησε μαζί μου και μου είπε θέλω οπωσδήποτε να γράψουμε και κάτι ακόμα. Κάποια στιγμή θα το κάνουμε στο μέλλον. Τον ευχαριστούσα για τη συνεργασία και μου έλεγε πάντα «εγώ σ’ ευχαριστώ». Δεν τα λένε όλοι αυτά. Είναι ένας πολύ ωραίος άνθρωπος.
ΧΤ: Ο Μπεν ήταν καταπληκτικός στη συνεργασία. Θα περίμενες από έναν άνθρωπο που έχει κάνει αυτή την καριέρα που έχει κάνει και είναι αυτός που είναι, να είναι ψώνιο. Δεν ήταν καθόλου έτσι. Μας εμπιστεύτηκε ενώ δεν μας ήξερε. Έμαθε προφανώς κάποια πράγματα για εμάς, αλλά δεν μας ήξερε, δεν είχαμε ξανασυνεργαστεί. Του άρεσαν από την πρώτη στιγμή αυτά που κάναμε, και απλά σε κάποια σημεία μπορεί να μας εξηγούσε κάποια πράγματα για μια σκηνή που είχε στο μυαλό του, ώστε να φανταστούμε μια εικόνα και να κινηθούμε αντίστοιχα. Για εμένα όλο αυτό συνθέτει ένα πολύ ευχάριστο περιβάλλον εργασίας, που δεν το είδα καθόλου έτσι βασικά, εννοώ σαν περιβάλλον εργασίας. Το είδα ότι πήγα με μια καλή μου φίλη να περάσουμε καλά και ήταν και ο Μπεν Φροστ εκεί, που η μουσική του που ακουγόταν από κάτω, ήταν τέλεια. Και βγήκε και μια πολύ ωραία και σοβαρή δουλειά για μια σειρά στο Netflix.
Από πότε αρχίσατε να ασχολείστε με τη μουσική; Το θέλατε από μικρές;
ΣΣ: Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική από τα 16 μου. Σήμερα είμαι 37 ετών. Επαγγελματικά ξεκίνησα να παίζω στα 18-19 μου, σε μια μπάντα που λεγόταν Night On Earth. Κλίση καλλιτεχνική είχα από μικρή. Βέβαια μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που δεν εκτιμούνταν πολύ. Όχι τόσο από την οικογένεια, όσο από το σχολείο, όπου κρίνεσαι για την χρησιμότητά σου στην κοινωνία από πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Οπότε δυστυχώς τα παιδιά που έχουν κάποιες τέτοιες κλίσεις, παραγκωνίζονται. Σίγουρα αυτό έχει βελτιωθεί πολύ και αλλάζει σιγά σιγά. Καλό θα ήταν να μην καταργηθούν τα καλλιτεχνικά μαθήματα στα σχολεία, γιατί κάνουν τους μαθητές καλύτερους ανθρώπους. Προσωπικά, δεν ήμουν το παιδί που τραγουδούσε με τη βούρτσα μπροστά από τον καθρέφτη. Μάλιστα, όταν πιτσιρίκι ακόμα, ανακοίνωσα στους γονείς μου ότι παίζω σε ένα συγκρότημα, είχαν μείνει με το στόμα ανοιχτό. Απορούσαν και τους φαινόταν περίεργο γιατί δεν το είχα εκφράσει. Από πάρα πολύ μικρή κλεινόμουν στο δωμάτιο μου και άκουγα μουσική με τις ώρες, αλλά δεν έπαιζα.
ΧΤ: Ναι, το ήθελα από μικρή, από 14-15 ετών που πήγα και ωδείο για πρώτη φορά. Τότε μου περνούσε από το μυαλό η γνωστή άποψη, ότι η μουσική δεν είναι κάτι σοβαρό και δεν θα μπορούσα ποτέ να ζήσω από αυτό και ότι καλό είναι να σπουδάσω και κάτι άλλο. Οπότε τελείωσα Τουριστικές Επιχειρήσεις. Αυτό βέβαια μου φαίνεται σαν όνειρο, γιατί δεν ξέρω καν πού είναι το πτυχίο μου και απλά κάποια στιγμή ήταν μονόδρομος. Δούλευα κανονικά και σε πρακτορείο και σε ξενοδοχείο και κάποια στιγμή είπα δεν γίνεται, θα φύγω για σπουδές και ό,τι γίνει έγινε. Έτσι πήγα στην Ολλανδία και σπούδασα και από τότε δεν έχω σταματήσει να κάνω πράγματα στο εκπαιδευτικό κομμάτι. Τώρα κάνω το μεταπτυχιακό μου και διάφορες άλλες εκπαιδεύσεις σε διάφορες τεχνικές.
Πότε καταλάβατε ότι κάτι γίνεται με τις φωνή σας, ότι είναι καλές και ότι ξεχωρίζουν;
ΣΣ: Καλή φωνή, τώρα αυτό είναι μεγάλη συζήτηση… Μπορώ να πω ότι από τα 14-15 που άρχισαν να ξελαρυγγιάζομαι ακούγοντας την αγαπημένη μου μουσική, κατάλαβα ότι ήταν αυτό που με κάνει να αισθάνομαι πιο όμορφα. Και όταν πρωτο-ανέβηκα στη σκηνή στα 15-16 μου κατάλαβα ότι οκ, εγώ αυτό θα κάνω στη ζωή μου. Ενώ μέχρι τότε ήμουν ανερμάτιστη. Καταρχάς δεν γεννιέσαι με καλή φωνή. Γεννιέσαι με μια άλφα καλή αντίληψη, αυτό που λέμε μουσικό αυτί, που και αυτό άνθρωποι που δεν το έχουν, μπορούν να το επαναφέρουν, γιατί όλοι γεννιόμαστε με μουσικό αυτί, απλά κάποιοι λοκάρονται στην πορεία. Σίγουρα μπορεί να υπάρχει ένα φυσικό χάρισμα, αυτό που λέμε η χροιά της φωνής σαν αποτέλεσμα, αλλά θέλει πάρα πάρα πολλή δουλειά. Ακόμα παρακολουθώ μαθήματα… όσο ζεις μαθαίνεις. Και να το έχεις, αν θες να το πας παραπέρα, πρέπει να το δουλέψεις πολύ. Ξεκινώντας μαθήματα με την πρώτη μου δασκάλα, στην οποία χρωστάω τα πάντα, κατάλαβα ότι αυτό το πράγμα που λέγεται φωνή, αυτή η ανθρώπινη διεργασία, έχει άπειρες δυνατότητες. Είναι ένας κόσμος ολόκληρος με πάρα πολύ βάθος, που μπορείς να χαθείς.
XT: Για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω αντιληφθεί ακόμα ότι ξεχωρίζει η φωνή μου για κάτι. Ίσα – ίσα υπάρχουν φορές που λέω ότι θέλω να τα παρατήσω όλα και να γίνω αγρότισσα… Το λέω πάρα πολύ συχνά αυτό. Και το λέω ειλικρινά.. Ξέρω απλά ότι είμαι σωστή όταν τραγουδάω και ξέρω ότι θα μου δώσει ο άλλος κάποια οδηγία και θα την ακολουθήσω σωστά. Όλο αυτό, πήγε σιγά – σιγά, από τα 15 μου που γράφτηκα στο ωδείο. Γιατί τότε η φωνή δεν έχει καν ολοκληρωθεί. Σιγά – σιγά καταλάβαινα ότι είμαι σωστή, σύμφωνα με αυτά που μου έλεγαν οι δάσκαλοι μου και με καθοδήγηση συνέχιζα. Είναι κάτι που δε σταματά να σε εκπλήσσει αν θες φυσικά να έχεις και άλλες αναζητήσεις. Μέχρι στιγμής δεν έχω πει ποτέ ότι κατέχω κάτι στο θέμα της μουσικής.
Πώς ανακαλύψατε ότι μπορείτε να γίνετε vocalists;
ΣΣ: Μιμούμουν ήχους για αρχή. Μετά άκουσα και κάποιους τραγουδιστές που είχαν κάνει μια έρευνα γύρω από αυτό και είχαν μια άποψη, και είδα ότι μπορούσα να καταλάβω τι κάνουν. Δηλαδή να ακούσω κάτι και να το επαναλάβω κινώντας τον αντίστοιχο μηχανισμό και το αποτέλεσμα να μοιάζει. Καταλάβαινα χωρίς να μου εξηγήσει κανείς. Αυτό θα πω ότι είναι ταλέντο. Με την έννοια ότι ακούς κάτι και το κάνεις χωρίς να το σκέφτεσαι. Βέβαια αυτό δεν αρκεί. Με βοήθησε ότι έπαιζα πολύ καιρό σε συναυλίες, από πιτσιρίκα δηλαδή τότε στα 18-19 μου, με κάποια παιδιά που ήταν στο σύνολο αυτοσχεδιασμού του Ιόνιου Πανεπιστημίου, τα οποία είχαν και μια εκπαίδευση γύρω από τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό. Με βοήθησαν πολύ και κάναμε αρκετά live στο Μικρό Μουσικό Θέατρο, μια μικρή φιλόξενη σκηνή στο Κουκάκι. Οπότε σιγά – σιγά εξελίσσεσαι. Φυσικά υπήρχαν και στιγμές που ήταν χάλι μαύρο, γιατί στους αυτοσχεδιασμούς υπάρχει πάντα αυτό το ρίσκο. Αλλά αποκτάς ένα λεξιλόγιο, μια μουσική αλφάβητο.
ΧΤ: Εγώ αυτά τα κάνω από πολύ μικρή ηλικία. Τα ακούσματά μου πάντα ήταν πιο ασυνήθιστα, πάντα άκουγα πιο ακραία μουσική και δεν εννοώ μόνο heavy metal για παράδειγμα, που ακούω ακόμα. Τα λατρεύω και τα προσπαθώ από πολύ μικρή ηλικία, από το σχολείο ακόμα. Οπότε δεν ήταν κάτι που σε κάποια φάση της ζωής μου αποφάσισα ότι θα κάνω. Ίσα – ίσα επειδή είχα αυτά τα γούστα και αυτές τις επιρροές, κατά την εκπαίδευση μου στο Κονσερβατόριο του Ρότερνταμ, πήρα ειδίκευση τελείως από μόνη μου, στο θέμα των extreme φωνητικών γενικότερα. Δεν ήρθε μια στιγμή στη ζωή μου που είπα τώρα θα κάνω αυτό, μου ήρθε πάρα πολύ φυσικά, γιατί και στη δική μου την μπάντα και στα project που είχα στο παρελθόν, πάντα θα έβαζα τέτοια φωνητικά πιο παραμορφωμένα. Και βάζω ακόμα γιατί μου αρέσουν. Οπότε ήρθε πολύ φυσιολογικά και μακάρι να μπορούσα να κάνω μόνο αυτό, γιατί μου αρέσει πάρα πολύ.
Αρκεί μόνο το ταλέντο;
ΣΣ: Όπως είπα και προηγουμένως, δεν αρκεί το φυσικό χάρισμα. Θέλει πάρα πάρα πολλή δουλειά αν θες να το εξελίξεις και να πας παρακάτω. Πρέπει να το δουλέψεις πολύ.
ΧΤ: Εγώ πάντα αυτό που λέω και στους μαθητές, είναι ότι «παιδιά υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν γεννηθεί με ένα εξαιρετικό ταλέντο, όπως π.χ. ο Μάικλ Τζάκσον ή η Μπιγιονσέ, εμείς όλοι οι υπόλοιποι, ας δουλέψουμε λίγο παραπάνω». Αν υπάρχει μια καλή βάση, η βάση από μόνη της χωρίς τη δουλειά που πρέπει να γίνει δε θα σου φέρει κάτι, αυτό πιστεύω εγώ. Νομίζω ότι όσο το εξελίσσεις, όσο το δουλεύεις και όσο είσαι παρών στα πράγματα, έχεις ευκαιρίες και κάνεις πράγματα, κι έρχεται μετά η οποιαδήποτε αναγνώριση. Αλλά πρέπει να είσαι εκεί και να το δουλεύεις, μόνο του δε θα γίνει.
Ποιος είναι ο λόγος που κάνετε μουσική;
ΣΣ: Είναι καθαρά λόγω υπαρξιακής επιβίωσης. Αν δεν έπαιζα μουσική θα ήμουν νεκρή. Μπορεί να ακούγεται δραματικό, αλλά έτσι είναι. Η μουσική πάντα με βοηθούσε να μεταβολίσω τον κόσμο, την αλληλεπίδραση μου με τον κόσμο, τα συναισθήματα μου… Γιατί δεν είμαι και άνθρωπος που εκδηλώνομαι εύκολα. Μαζεύω και δεν το εκφράζω εύκολα, πράγμα που δεν είναι πολύ καλό.. Είχα αυτό τον μηχανισμό και τον έχω ακόμα. Έχω αισθανθεί πολύ παρίας στη ζωή μου, το οποίο δίνει μία δύναμη, αλλά και μια κούραση. Η μουσική ήταν το καταφύγιο μου πάντα. Και να μην το ακούσει κανείς το κομμάτι μου, για εμένα είναι σημαντικό ότι γράφτηκε, ότι βγήκε από εμένα. Μεγαλώνοντας αισθανόμουν ότι μιλάω μια περίεργη γλώσσα, ότι δεν με καταλάβαινε κανείς, ότι δεν μπορώ να επικοινωνήσω. Όταν ανεβαίνω στη σκηνή, με καταλαβαίνουν όλοι με έναν υπερβατικό τρόπο σχεδόν. Μπορώ να επικοινωνήσω αυτό που νιώθω, αυτό που μου συμβαίνει, με έναν ασαφή τρόπο.
ΧΤ: Θα το πω αλλιώς. Ξέρω ότι αν δεν κάνω μουσική, θα τρελαθώ. Είναι κάτι που έχει αυτή η διαδικασία, όχι μόνο του να γράφω, αλλά να τα παίζω live. Πραγματικά, μου αφαιρεί πάρα πολλή ένταση αυτό, είναι σαν να γεμίζω πάλι τις μπαταρίες μου. Αλλιώς, μαζεύεται πάρα πολλή πίεση και είμαι έτοιμη να σκάσω ανά πάσα στιγμή. Συν του ότι επειδή πάντα λέω πράγματα για εμένα μέσα από τα τραγούδια μου – γιατί εκτός από τους πολύ δικούς μου ανθρώπους δεν μιλάω – έχει μια λύτρωση αυτό, να τα λες και να ξεσπάς. Για μένα είναι ψυχοθεραπευτικό το να κάνω μουσική.
Πώς θα περιγράφατε τη μουσική σας;
ΣΣ: Μία από τις ταμπέλες που έχω ακούσει κατά καιρούς είναι dark pop.. Θα μπορούσε… Χρησιμοποιώ σίγουρα και ελληνικά στοιχεία, όπως η κρητική λύρα. Η μουσική μου είναι ένα παζλ από πολλά πολλά πράγματα. Με τραβούσε πάντα η σκανδιναβική μουσική κι ο ακραίος στίχος. Μπορεί να μην παίζω metal, αλλά μου αρέσει να βάζω στοιχεία ακραίας μουσικής. Έχω ένα αυτί στον βορρά και έναν στον νότο. Γενικά είναι ποπ η μουσική μου και έχει κουπλέ και ρεφρέν κανονικά, δεν γράφω πειραματική μουσική.
ΧΤ: Αν μιλήσουμε για το Spineless είναι ένα κράμα από doom, metal, noise, αργές και σκοτεινές μελωδίες, με μελωδικά και brutal φωνητικά. Το project που έχω με μια πολύ καλή μου φίλη, το Bella Fuzz είναι electro pop. Εξαρτάται από το project.
Πιστεύετε ότι μπορεί η τεχνολογία να αντικαταστήσει αυτό που κάνετε με τις φωνές σας;
ΣΣ: Ό,τι εμπεριέχει ανθρώπινη πνοή, δηλαδή τα πνευστά, νομίζω είναι πολύ πιο δύσκολο να περάσει ως αληθινό και η ανθρώπινη φωνή είναι το πιο δύσκολο. Από την άλλη βλέπεις βγαίνουν virtual pop stars… Η φωνή πιο δύσκολα αντιγράφεται γιατί μεταφέρει και το συναίσθημα. Είναι πιο άμεση στον ακροατή, δεν είναι τυχαίο που οι άνθρωποι ταυτίζονται συνήθως με τον τραγουδιστή. Η φωνή μεταφέρει ένα συναίσθημα πιο εύκολα.
ΧΤ: Σχετικά με τα όργανα που ηχογραφούνται, μπορεί να τα ακούσεις και να νομίζεις ότι ο άλλος όντως τα έχει παίξει, ή μπορεί να ακούσεις κάτι και να πεις ότι μοιάζει πολύ ψεύτικό. Γενικά δεν είμαι καθόλου αρνητική σε αυτό. Με τη φωνή όμως, θεωρώ πως είναι κάπως διαφορετικά τα πράγματα, γιατί η φωνή έχει προσωπικότητα. Μπορεί να έχεις 100, 1000 διαφορετικά άτομα να σου τραγουδήσουν ακριβώς την ίδια μελωδία, και ακριβώς επειδή έχουμε όλοι διαφορετική φωνή, θα πάρεις ένα διαφορετικό ηχητικό αποτέλεσμα. Εκεί θα έχεις διαφορετική χροιά και διαφορετική προσωπικότητα στη φωνή. Οπότε εξαρτάται από τον χ, ψ, τι παραγωγή θα κάνει. Γιατί πολλές φορές, όταν το ζητούμενο σου για παράδειγμα δεν είναι ακριβώς η μουσική, αλλά να βάλεις ένα χαλί π.χ. σε μια διαφήμιση, μπορεί να μη σε ενδιαφέρει πάρα πολύ, και να τα πάρεις όλα έτοιμα και να τα βάλεις. Όταν έχεις να κάνεις κάτι άλλο, όπως π.χ. για μια σειρά ή για μια ταινία, ή οτιδήποτε, θα θέλεις να κάνεις συγκεκριμένα πράγματα εκεί. Πιστεύω ότι όταν ο άλλος σε ξέρει και ξέρει τη δουλειά σου, θα σε θέλει για αυτό το συγκεκριμένο πράγμα που κάνεις εσύ. Προσωπικά δεν το έχω σκεφτεί ποτέ αν μπορώ να αντικατασταθώ. Γενικά πια νομίζω πως όλα μπορούν να αντικατασταθούν με την τεχνολογία και με όλη αυτή την έκρηξη της πληροφορίας. Εξαρτάται ποιο είναι το ζητούμενο.
Εκτός από το να γράφετε και να παίζετε μουσική, είστε και δασκάλες φωνητικής;
ΣΣ: Ναι, αυτή είναι η δουλειά μου εδώ και πολλά χρόνια. Αυτή την περίοδο δουλεύω σε μια σχολή στη Γερμανία και πηγαινοέρχομαι. Είμαι συνέχεια σε ένα αεροπλάνο. Μένω στα Χανιά πλέον, επαναπατρίστηκα. Δούλευα για πολλά χρόνια στην Αθήνα. Μπορώ πια να δουλεύω και από μακριά, καθώς το πόστο μου έχει να κάνει με το διοικητικό κομμάτι. Επέστρεψα πρόσφατα στην Κρήτη και δεν έχω προλάβει να κάνω κάτι στα Χανιά, με ενδιαφέρει όμως να προσφέρω κάτι πάνω στο αντικείμενο μου.
ΧΤ: Ναι ναι. Βασικά, η δουλειά μου είναι δασκάλα φωνητικής – recording artist – τραγουδίστρια. Μου αρέσουν πολύ και οι τρεις ιδιότητές μου.
Έχετε σκεφτεί ποτέ να μείνετε μόνιμα στο εξωτερικό;
ΣΣ: Πολλές φορές. Πάντα κάτι με κρατούσε στην Ελλάδα. Εν τέλει θα πω ότι δεν μου έλειψε, γιατί ταξίδευα πολύ, περνούσα χρόνο στο εξωτερικό, δηλαδή είχα την εμπειρία του πώς είναι να είσαι έξω. Αν θα πήγαινα κάπου, θα πήγαινα προς Σκανδιναβία, αλλά απολαμβάνω πολύ τη ζωή μου στην Κρήτη. Την αγαπάω πάρα πολύ. Αγαπώ την ποιότητα ζωής εδώ, τη φύση, την επαφή με τη θάλασσα, δεν το αλλάζω με τίποτα αυτό, το ότι μπορείς για παράδειγμα σε μία ώρα να βρεθείς σε έναν παράδεισο. Είμαι πολύ χαρούμενη, δεν είμαι πολύ της ξενολατρείας. Το μόνο σίγουρο που είναι καλύτερο στο εξωτερικό, είναι ότι εκτιμάται καλύτερα η δουλειά σου, έχεις πιο πολλές ευκαιρίες, πληρώνεσαι αναλόγως, και γενικά θεωρούν ότι δουλεύεις, ότι δεν είναι απλά ένα χόμπι. Επίσης, και οι επιχορηγήσεις δίνονται πιο αντικειμενικά.
Παρόλα αυτά, θεωρώ ότι στην Ελλάδα, επειδή υπάρχει αυτό το χάος που δεν είναι όλα εύκολα και πρέπει να ζοριστείς πολύ και να παλέψεις με πολλά πράγματα, οι καλλιτέχνες έχουν μια αφύπνιση. Δε θα πήγαινα στο εξωτερικό. Θα ήθελα να μείνω στην Κρήτη και να κάνω πράγματα για τους ανθρώπους που ζουν εδώ και μάλιστα για πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες που δεν έχουν πρόσβαση στην τέχνη. Αυτό με γεμίζει πολύ. Μου αρέσουν οι συλλογικές ενέργειες που νιώθεις ότι το έργο σου έχει μια άμεση θετική επιρροή στον άνθρωπο και δεν είναι τόσο πολύ αυτοαναφορικό, από ‘μένα για ‘μένα.
ΧΤ: Τα τελευταία χρόνια μένω στην Αθήνα. Ξεκίνησε τελείως προσωρινά αυτό, αλλά τώρα μετράω δέκα χρόνια εδώ. Πάντα όμως σκέφτομαι ότι θα φύγω, γιατί δεν μου αρέσει εδώ καθόλου. Έμεινα στην Ολλανδία για πέντε χρόνια. Είμαι από Θεσσαλονίκη, εκεί είναι το πατρικό μου, εκεί είναι οι γονείς μου και οι παιδικοί μου φίλοι, οπότε θα ήθελα να είμαι εκεί ή κάπου στο εξωτερικό. Αν δεν είχα την οικογένειά μου και τους φίλους μου, δεν θα πήγαινα ούτε στη Θεσσαλονίκη. Γενικά δεν μου λείπει κάτι από Ελλάδα, είμαι τύπος που μου αρέσει το χιόνι και από βαθμούς στη θερμοκρασία, θέλω να έχει -8. Με κοροϊδεύουν όλοι οι φίλοι και οι γνωστοί μου, αλλά εγώ μ’ αυτόν τον ήλιο και τη ζέστη υποφέρω, δεν έχω καλή διάθεση, είμαι λίγο πιο υποτονική μέχρι να πιάσουν τα πρώτα κρύα. Θα μου άρεσε να ζήσω στη Νορβηγία, στην Ολλανδία, στη Γροιλανδία ή στην Ισλανδία. Μου αρέσει πολύ το κρύο και το χιόνι.
Τα όνειρα και οι επόμενοι στόχοι σας;
ΣΣ: Εκτός από αυτά που σκέφτομαι να κάνω στην Κρήτη, θέλω να τελειώσω αυτόν τον δίσκο, καθώς πέρασα Long Covid και για 9 μήνες δεν μπορούσα να τραγουδήσω. Αυτό που θέλω, είναι να είμαι πάνω από όλα ευτυχισμένη, να μου επιτρέψω να είμαι ευτυχισμένη και σίγουρα η μουσική είναι κομμάτι αυτής της ευτυχίας, αλλά όχι τα πάντα. Γι’ αυτό είμαι και στα Χανιά. Πλέον δεν χρειάζεται να είσαι έξω, η δουλειά γίνεται και από μακριά. Δεν έχει τόσο σημασία πια πού μένεις και πού είναι η βάση σου. Θέλω δίπλα μου θάλασσα, νερό.
ΧΤ: Εμένα πάντα το όνειρό μου είναι, να είμαι με μία μπάντα και να κάνω περιοδεία. Ιδανικά θα ήθελα να ζω από αυτό. Φυσικά λατρεύω και το να διδάσκω, αλλά πιο πολύ μου αρέσει να τραγουδάω, να είμαι σε stage και να κάνω τέτοια πράγματα. Τώρα οι πιο άμεσοι μου στόχοι, είναι να τελειώσω το μεταπτυχιακό μου στην παιδαγωγική διδασκαλία της φωνής και να τελειώσω το δίσκο μου με το project Spineless και όλα τα υπόλοιπα θα έρθουν στην πορεία.
1899: Η υπόθεση της νέας σειράς του Netflix
Το 1899 -το οποίο δημιούργησαν οι Jantje Friese και Baran bo Odar- ακολουθεί μια ομάδα μεταναστών από διάφορα υπόβαθρα, που ταξιδεύουν από την Ευρώπη στη Νέα Υόρκη σε αναζήτηση νέων ευκαιριών.
Το ατμόπλοιο με τους μετανάστες κατευθύνεται δυτικά αφήνοντας πίσω του τη Γηραιά Ήπειρο. Οι επιβάτες, ένα κράμα Ευρωπαίων, μοιράζονται τις ίδιες ελπίδες και τα ίδια όνειρα εν όψει του νέου αιώνα και της καινούργιας ζωής τους στο εξωτερικό. Το ταξίδι τους όμως θα πάρει μια απρόσμενη τροπή, όταν θα συναντήσουν στη θάλασσα ένα ακυβέρνητο πλοίο επίσης με μετανάστες. Αυτό που θα αντικρίσουν εκεί θα μετατρέψει το ταξίδι τους προς τη «Γη της Επαγγελίας» σε έναν τρομερό εφιάλτη. Ένας ιστός από μυστικά φαίνεται να δένει το παρελθόν κάθε επιβάτη.
Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News και στο facebook και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις