Γρήγορα αντανακλαστικά απέναντι σε μια απόλυτα ακραία συνθήκη, όπως η πανδημία του κορωνοϊού, επιδεικνύουν οι ελληνικές εταιρείες, που δείχνουν σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία μια εντυπωσιακή ικανότητα προσαρμογής. Η πανδημία επαναπροσδιορίζει τις προτεραιότητες των ελληνικών εταιρειών φέρνοντας επιτακτικά την ψηφιοποίηση σε πρώτο πλάνο.
Όσον αφορά στον αυτοματισμό των δραστηριοτήτων τους, επτά στους δέκα (7/10) επιχειρηματίες αναφέρουν ότι έχουν αυτοματοποιήσει τις λειτουργίες τους σε ποσοστό ικανοποιητικό σε ποσοστό 50%. Μάλιστα, οι δύο στους δέκα (2/10) δηλώνουν ότι ο βαθμός αυτοματισμού τους είναι εξαιρετικός.
Σαφώς και οι ελληνικές εταιρείες, όπως άλλωστε και η παγκόσμια επιχειρηματική κοινότητα, βρίσκεται αντιμέτωπη με δεδομένα, για τα οποία δεν μπορούσαν να είναι επαρκώς προετοιμασμένες. Αυτήν την εικόνα επιβεβαιώνει και η έρευνα της Endeavor Greece, που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 100 ταχέως αναπτυσσόμενων μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα: το 60% δηλώνει ότι δεν είχε σχέδιο επιχειρηματικής συνέχειας κατά την έναρξη της πανδημίας, ενώ μία στις τρεις (1/3) δεν είχε τις απαραίτητες υποδομές για την υποστήριξη της εξ αποστάσεως εργασίας. Στο μεταξύ, έξι στους δέκα (6/10) επιχειρηματίες δηλώνουν ότι ήταν από λίγο έως καθόλου προετοιμασμένοι για την κρίση.
Προτεραιότητα η ψηφιοποίηση
Η πανδημία δείχνει να επαναπροσδιορίζει σημαντικά και τις μακροχρόνιες προτεραιότητες των ελληνικών εταιρειών. Η ψηφιοποίηση της εργασίας, η επικοινωνιακή διαχείριση κρίσεων και η επιχειρηματική συνέχεια έρχονται ξαφνικά σε πρώτο πλάνο. Ταυτόχρονα, εξακολουθούν να κατέχουν σημαντική θέση στις προτεραιότητες των επιχειρήσεων η ψηφιακή μεταρρύθμιση, η αυτοματοποίηση και η κοινωνική ευθύνη.
Το ενθαρρυντικό είναι ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες επιδεικνύουν εντυπωσιακή προσαρμοστικότητα και ετοιμότητα να αναθεωρήσουν τις προτεραιότητες τους, εστιάζοντας πλέον έντονα στον ψηφιακό μετασχηματισμό, την αυτοματοποίηση, αλλά και τις συνεργασίες, κάτι που θα έχει ευεργετικές και μόνιμες επιπτώσεις στην επιχειρηματικότητα της χώρας.
Ανησυχητικές επιπτώσεις
Συνολικά, πάντως, από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτει ότι είναι οι μέχρι τώρα επιπτώσεις στην αναπτυσσόμενη επιχειρηματικότητα της χώρας από την έξαρση της πανδημίας του κορωνοϊού (COVID-19) είναι ανησυχητικές. Σύμφωνα με την έρευνα, που ολοκληρώθηκε τη Δευτέρα 16 Μαρτίου, μέσα σε λίγες μόνο μέρες από την εξάπλωση του COVID-19 στη χώρα μας, το 60% των επιχειρήσεων έχει ήδη αρχίσει να σημειώνει από μικρή έως και πολύ μεγάλη πτώση πωλήσεων.
Η πτώση αυτή υπολογίζεται ότι θα επηρεάσει τα έσοδα όλης της χρονιάς, με μια επιβάρυνση, που ενδέχεται να αγγίξει το 50% των εσόδων τους. Παράλληλα, ισχυρές πιέσεις δέχονται και στην κερδοφορία τους ως απόρροια της απώλειας καναλιών πωλήσεων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα εστιατόρια, ενώ έντονα προβλήματα παρουσιάζονται και στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Επιπλέον, το 70% των εταιρειών ήδη αντιμετωπίζει έλλειψη σε βασικές πρώτες ύλες που προμηθεύονται από το εξωτερικό, εισαγωγές καθοριστικές για την ομαλή λειτουργία τους.
Όσον αφορά στην πορεία της απασχόλησης, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το 30% των εταιρειών πιθανολογεί ότι θα υποχρεωθεί να προχωρήσει σε μείωση του ανθρώπινου δυναμικού σε ποσοστό που ενδέχεται να φτάσει έως και το 25%. Στο μεταξύ, το 5% των εταιρειών αναμένει μείωση του προσωπικού έως και 50%. Να αναφερθεί, ωστόσο, ότι το 65% των ερωτηθέντων δεν προγραμματίζει προς το παρόν καμία διαδικασία περιορισμού του ανθρώπινου δυναμικού.
Διάρκεια επιπτώσεων
Αναφορικά με τη διάρκεια των επιπτώσεων της παρούσας κρίσης στην αγορά, οι προβλέψεις των επιχειρηματιών διίστανται, καθώς τέσσερις στους δέκα (4/10) επιχειρηματίες θεωρούν ότι η κρίση θα σταματήσει μέσα στους επόμενους δύο μήνες και ότι θα ακολουθήσει μια γρήγορη ανάκαμψη. Ταυτόχρονα, τέσσερις στους δέκα (4/10) θεωρούν ότι η αστάθεια θα συνεχιστεί για μεγαλύτερο διάστημα, που μπορεί να διαρκέσει έως και το τέλος του 2020.
Οι συμμετέχουσες εταιρείες δήλωσαν ότι οι τομείς, στους οποίους αναμένουν να αντιμετωπίσουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις, είναι η εφοδιαστική αλυσίδα, η ρευστότητα, οι πωλήσεις και οι εξαγωγές, ενώ η πρώτη και μεγαλύτερή τους ανάγκη εστιάζεται στην οικονομική βοήθεια και τα μέτρα ανακούφισης από το κράτος.