Από ότι φαίνεται οι πολίτες πείστηκαν ότι δεν υπάρχει ελπίδα για ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών. Εκ της απουσίας και πειστικών εναλλακτικών πολιτικών προτάσεων, αποφάσισαν να εμπιστευθούν τον Τσίπρα ως τον καλύτερο διαχειριστή της εφαρμογής ενός μνημονίου με ανθρώπινο πρόσωπο.
Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλη. Παρά τους 7 μήνες διαπραγμάτευσης που οδήγησαν τελικά σε ρήξη εντός του κόμματος και σε διάσπασή του, βρίσκεται εκ νέου στη θέση να κυβερνήσει, με μικρότερη μεν αλλά πιο στιβαρή πλειοψηφία, και δίχως τα “βαρίδια” της Αριστερής Πλατφόρμας.
Ο εγκλωβισμός του ΣΥΡΙΖΑ και η μη ύπαρξη εναλλακτικού πλάνου που έγινε αποδεκτή εκ μέρους των πολιτών ως μη ύπαρξη εναλλακτικής σε σχέση με τις μνημονιακές πολιτικές διαμόρφωσε και την εκλογική τακτική που κινήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Πλέον από το μνημόνιο – αντιμνημόνιο περάσαμε στη μάχη του καινούργιου και άφθαρτου με το παλιό και διεφθαρμένο. Eπένδυσαν στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος με προεκλογικό λόγο που θύμιζε Ανδρέα Παπανδρέου όταν συγκρουόταν με την “επάρατο δεξιά” κέρδισε τη μάχη των εκλογών. Ο Τσίπρας πλέον όμως εμφανίζεται κι ως ο απόλυτος και αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος και εντός του κόμματος. Ουσιαστικά ο Αλέξης Τσίπρας έχει εξουδετερώσει όλους τους αντιπάλους του στο εγχώριο πολιτικό σύστημα. Και τώρα ως νέος, άφθαρτος και απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού θα πρέπει να εφαρμόσει το μνημόνιο.
Στην αντίπερα όχθη, η αποτυχία είναι μεγάλη για το ΚΚΕ που για άλλη μία εκλογική μάχη δεν έπεισε τους πολίτες για την πρότασή του. Το “και τώρα ΚΚΕ” αναβάλλεται, όχι επειδή οι εκτιμήσεις του ΚΚΕ ήταν λάθος αλλά επειδή δεν εκτιμήθηκε η αποστασιοποιημένη στάση που τηρεί – στάση απουσίας όπως βιώνεται από τους πολίτες – με πιο πρόσφατο παράδειγμα το δημοψήφισμα. Το “είχα δίκιο, τώρα ψήφισέ με”, δεν αρκεί. Ούτε η αποτυχία του άλλου και η απογοήτευση από τις εξελίξεις σημαίνει ότι ο πολίτης θα συνεχίσει με την πρόταση ΚΚΕ. Μπορεί απλά και να απέχει.
Σε μικρότερο βαθμό αν και πιο προβλεπόμενα, αποτυχία ήταν και η μη είσοδος της Λαϊκής Ενότητας στη Βουλή. Η Λαϊκή Ενότητα αν και συσσώρευσε ικανό αριθμό εξαιρετικά προβεβλημμένων στελεχών, δεν είχε ούτε το χρόνο, ούτε τις δομές για να μπορέσει να οργανώσει και να προβάλλει μια πειστική πρόταση προς τους πολίτες. Ο λόγος που πρόβαλλε περισσότερο προκάλεσε σύγχυση αφού υπήρχαν αντικρουόμενες θέσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι πολλά κορυφαία στελέχη του δημόσια καλούσαν τους πολίτες να ψηφίσουν είτε ΚΚΕ είτε Λαϊκή Ενότητα, λες και δεν είχαν εμπιστοσύνη στο εγχείρημα, λες και αποτελούσε απλά μία επιλογή για να εκφραστεί μία αντίθεση, όλων αυτών που βρέθηκαν έξω από το πολιτικό παιχνίδι δίχως ρόλο εξαιτίας της συνθηκολόγησης της κυβέρνησης. Από την άλλη η επιλογή να κινηθούν προεκλογικά γύρω από την αναγκαιότητα επιστροφής σε εθνικό νόμισμα απέτυχε να εμπνεύσει τους πολίτες γιατί δεν υπήρχε ο χρόνος για να ανοίξει μία τέτοια κουβέντα, αλλά και επειδή δεν είχε οργανωθεί μία τέτοια συζήτηση σε στέρεες βάσεις. Ακόμα παραπάνω όταν όλο το προηγούμενο διάστημα κυρίαρχησε η τρομοκρατία γύρω από αυτή την προοπτική.
Η Νέα Δημοκρατία κατέβηκε με το ίδιο φθαρμένο πολιτικό προσωπικό ενώ πέραν αυτού, δεν είχε εναλλακτική πολιτική πρόταση, αφού συνηγορεί στην εφαρμογή του μνημονίου. Το μόνο που είχε να αντιπαραβάλλει ήταν η εμπειρία και η σοβαρότητα η οποία όμως λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ακόμα πρόσφατες οι μνήμες από τη διακυβέρνηση Σαμαρά, δε μπόρεσαν να πείσουν τους πολίτες. Ο “Βαγγέλας” μπορεί να ήταν πολύ πιο συμπαθής από τον Σαμαρά, όμως είναι ένα εξίσου φθαρμένο πρόσωπο το οποίο δεν είχε νέα πολιτική πρόταση.
Τελικώς, στο πλαίσιο των εκλογών και των διλημμάτων που διαμορφώθηκαν υπερίσχυσε ο Αλέξης Τσίπρας, ως το νέο και σχετικά άφθαρτο με τους πολίτες να δίνουν μία “δεύτερη ευκαιρία” περισσότερο στον ίδιο και όχι σε κάποιο πρόγραμμα ή δέσμη προτάσεων που παρουσιάστηκε. Οι πολίτες, όπως έλεγε και το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ, ψήφισαν πρωθυπουργό. Άραγε, ξέρουν ότι ψήφισαν και μνημόνιο;
Όμως, οι ιδιαίτερα δύσκολοι μήνες που θα ακολουθήσουν θα αποδείξουν αν και πόσο εύθραυστη είναι η σημερινή απόλυτη κυριαρχία του πολιτικού σκηνικού από τον Τσίπρα.
Η πολύ μεγάλη αποχή αποδεικνύει μία αποστροφή των πολιτών από την κεντρική πολιτική σκηνή που θα είναι λάθος να αποδοθεί στη ζέστη ή στην κούραση ενώ η είσοδος του παρακμιακού κόμματος Λεβέντη, με το σκεπτικό – γιατί, αυτός χειρότερος είναι από τους άλλους; – είναι άλλο ένα σημάδι του ελλείμματος πίστης των πολιτών: αποδεικνύει ότι το χάσμα μεταξύ πολιτών και πολιτικής μεγαλώνει όσο η πολιτική δε δίνει λύσεις.
Και ως τώρα, πέρα από υποσχέσεις, δεν έχει δοθεί καμία λύση.