Μονόδρομο φαίνεται πως ετοιμάζουν οι εταίροι για την Αθήνα στο θέμα της εκχώρησης αρμοδιοτήτων φύλαξης των συνόρων στη Frontex, καθώς με τον πιο επίσημο τρόπο ο Στέφεν Ζάιμπερτ επιβεβαίωσε ότι η γερμανική κυβέρνηση τάσσεται υπέρ κοινής ευρωπαϊκής διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε. Το Βερολίνο καθιστά σαφές ότι Ευρωπαϊκή Ένωση σημαίνει εκχώρηση δικαιωμάτων.
Επίσης, με τη δήλωσή του επιβεβαίωσε την κοινή επιστολή των Τόμας ντε Μέζιερ και Μπερνάρ Καζνέβ, με την οποία ζητούν ενίσχυση της FRONTEX και εξουσιοδότησή της προκειμένου σε εξαιρετικές περιπτώσεις να δρα ακόμη και χωρίς σχετικό αίτημα κράτους-μέλους.
Ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος υποστήριξε ότι «η ελεύθερη κίνηση στο πλαίσιο της Σένγκεν αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά επιτεύγματα για τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θέλουμε να το διατηρήσουμε».
Ωστόσο διευκρίνισε ότι «αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εάν εγγυηθούμε τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» διότι «ελεύθερη ζώνη Σένγκεν και αποτελεσματική φύλαξη των εξωτερικών συνόρων αποτελούν δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος και σημαντικός στόχος της γερμανικής κυβέρνησης είναι να πετύχουμε καλύτερη φύλαξη».
Σύμφωνα με τον Στέφεν Ζάιμπερτ, το σχέδιο για την ενίσχυση της Frontex που έχει προαναγγείλει για τα μέσα Δεκεμβρίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνιστά «ανταπόκριση» σε σχετικό αίτημα του Συμβουλίου των υπουργών Εσωτερικών και Δικαιοσύνης της Ε.Ε.
Η επιστολή Ντε Μέζιερ-Καζνέβ συνεισφέρει στον διάλογο
Και επιβεβαίωσε την ύπαρξη της επιστολής των υπουργών Εσωτερικών Γερμανίας-Γαλλίας που αποκάλυψε το ZDF.
«Στηρίζουμε την εξέλιξη μιας ευρωπαϊκής διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων. Η Γερμανία με αυτή την επιστολή (σ.σ.: η κοινή επιστολή των υπουργών Εσωτερικών Γερμανίας και Γαλλίας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) έχει συνεισφέρει ενεργά ώστε να συμμετάσχει εντατικά στη συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Τόνισε δε ότι αυτή «είναι η σωστή κατεύθυνση και την στηρίζει το σύνολο της κυβέρνησης», ενώ «σημαντικό κομμάτι της επιστολής αφορά την επιχειρησιακή στήριξη των κρατών-μελών που βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση. Ειδικά των κρατών-μελών στα εξωτερικά σύνορα. Γι’ αυτό ζητούν οι δύο υπουργοί τη στήριξη της Frontex, οικονομικά και με προσωπικό».
Πλέον φαίνεται ότι ξεκαθαρίζει το τοπίο ως προς τις προτάσεις για τις αρμοδιότητες της Frontex, καθώς ανάλογες ήταν και οι θέσεις που εξέφρασε ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείο Εσωτερικών, Τομπίας Πλάτε.
Η Ε.Ε. μπορεί να το διαχειριστεί καλύτερα
Ο Τομπίας Πλάτε είπε πως «το εγχείρημα “Ευρωπαϊκή Ένωση” ζει από το ότι τα κράτη-μέλη παραχωρούν κυριαρχικά δικαιώματα στην Ε.Ε. και αυτό αποτελεί ύψιστη έκφραση κυριαρχίας, το γεγονός δηλαδή ότι ένα κράτος-μέλος αποφασίζει να δώσει κυριαρχικά δικαιώματα στην Ε.Ε., εφόσον εκείνη μπορεί να τα διαχειριστεί καλύτερα».
Και υποστήριξε ότι αυτό «δεν έρχεται σε αντίθεση με το θέμα της κυριαρχίας ενός κράτους».
Όπως εξήγησε οι προτάσεις που θα υποβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκ μέρους της Γερμανίας, ο Τομπίας Πλάτε σημείωσε ότι η Frontex θα πρέπει να μπορεί σε περίπτωση σημαντικών ελλείψεων στον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων και στη βάση αξιολόγησής της για τον κίνδυνο, να συμμετάσχει γρήγορα και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις να αναλάβει και την πρωτοβουλία δράσης άμεσα και με δική της ευθύνη.
«Το τι από αυτά θα συμπεριληφθεί τελικά στην πρόταση της Επιτροπής, θα πρέπει να το δούμε», διευκρίνισε.
Δεν υπήρξε πρόταση αποπομπής της Ελλάδας
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν κάποια κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζήτησαν στο πλαίσιο του Συμβουλίου της περασμένης Παρασκευής τον αποκλεισμό της Ελλάδας από την ζώνη Σένγκεν, ο κ. Πλάτε δήλωσε ότι δεν υπήρξε τέτοια πρόταση.
Διευκρίνισε όμως πως το μόνο που υπήρξε ήταν μια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη λειτουργία της Σένγκεν, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται και η δυνατότητα για την επαναφορά προσωρινών συνοριακών ελέγχων, όπως αυτοί υπάρχουν π.χ. στη Γερμανία και σε άλλα κράτη-μέλη ήδη εδώ και κάποιον καιρό.
«Δεν μπορώ να πάρω θέση δημοσίως για τη στάση στην ψηφοφορία ή για τις απόψεις που εξέφρασαν κάποια κράτη-μέλη. Επρόκειτο έτσι κι αλλιώς μόνο για μια έκθεση της Επιτροπής και δεν υπήρξε ψηφοφορία υπό τη στενή έννοια», κατέληξε.