Διάβασα με ιδιαίτερη προσοχή το κείμενο των 19 τακτικών μελών της Ακαδημίας Αθηνών (συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου κ. Δημ. Νανόπουλου) που δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» στις 20.12.2015, με τίτλο «Η υπόθεση ποινικής δίωξης Χάινς Ρίχτερ».
Στο κείμενο αυτό αναφέρεται το όνομά μου: «… (βλ. επιστολή του στρατηγού Μανούσου Παραγιουδάκη στην “Καθημερινή” στις 13.12.2015)».
Πρόκειται για την επιστολή που έστειλα σε απάντηση δημοσιεύματος του Γερμανού συγγραφέα της «Μάχης της Κρήτης», Χάινς Ρίχτερ, στην «Καθημερινή» στις 05.12.2015, όπου επίσης αναφέρεται στο όνομά μου: «…οι αντιδράσεις στις οποίες πρωτοστάτησε ο πρώην αρχηγός ΓΕΕΘΑ Μανούσος Παραγιουδάκης είχαν αποτέλεσμα…».
Στο κείμενο αυτό των κ.κ. ακαδημαϊκών, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι ομιλώ με «γενικότητες» και ότι «…από τέτοιες γενικότητες προφανώς επηρεάστηκε η εισαγγελική αρχή και παρασύρθηκε στο να ποινικοποιήσει μια ιστορική έρευνα…».
Κρίνω απαραίτητο να τοποθετηθώ στο κείμενο αυτό:
Οσον αφορά στις «γενικότητες» (παρ. 3 του κειμένου), γράφω στην επιστολή μου: «Στην ουσία όλο το βιβλίο διαχέεται από την υποβάθμιση της μάχης της Κρήτης ως σημαντικού γεγονότος κατά τον Β΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο, αλλά κυρίως από τη συστηματική και μεθοδική απαξίωση της αντίστασης του κρητικού λαού».
Θα μπορούσαν πράγματι να θεωρηθούν γενικότητες τα παραπάνω. Τα σεβαστά όμως τακτικά μέλη της Ακαδημίας δεν αναφέρονται στη συνέχεια του κειμένου μου, που έχει ως εξής: «Αναφέρω αυτολεξεί μερικά αποσπάσματα…» και ακολουθούν 19 υποπαράγραφοι.
Για όσους δεν έχουν διαβάσει την επιστολή μου, αναφέρω ενδεικτικά μερικές από τις δεκαεννιά αυτές υποπαραγράφους:
• «Οι άμαχοι διέπραξαν απίστευτες κτηνωδίες εις βάρος των νεκρών» (σελ. 174).
• «Οι τραυματίες σφαγιάσθηκαν από τους αντάρτες» (σελ. 176).
• «Οι πράξεις των ανταρτών παρέβαιναν το δίκαιο του πολέμου. Τα δύο εγκλήματα είναι αλληλένδετα» (σελ. 413).
• Διαταγή Στούντεντ: «Αυτός που πρέπει να επιληφθεί της υποθέσεως είναι ο στρατός και όχι τα τακτικά δικαστήρια, τα οποία δεν είναι αρμόδια για κτήνη και δολοφόνους» (σελ. 413).
• «Τραυματίες θανατώνονταν και νεκροί ατιμάζονταν». «Οι αλεξιπτωτιστές που κρέμονταν στα δένδρα… θανατώνονταν. Από τους νεκρούς οι Κρήτες αφαιρούσαν ό,τι θεωρούσαν πολύτιμο» (σελ. 409).
Συνολικά επί δεκαεννέα υποπαραγράφων, που περιέχουν αυτολεξεί αποσπάσματα από το βιβλίο του κ. Ρίχτερ, όπου παραπέμπω σε συγκεκριμένες σελίδες του βιβλίου, στο κείμενο των κ.κ. ακαδημαϊκών δεν αναφέρεται ούτε μία. Εύλογο λοιπόν είναι να διερωτηθεί κανείς γιατί γίνεται αναφορά μόνο στις γενικότητες και παράλειψη των δεκαεννέα από τα αποσπάσματα από το επίμαχο βιβλίο.
Μετά τα παραπάνω, νομίζω ότι ο όρος «γενικότητες» που χρησιμοποιείται στο κείμενο, όχι μόνο δεν είναι ακριβής, αλλά παραπλανά και τους αναγνώστες του δημοσιεύματος, ως προς την αλήθεια για το περιεχόμενο του βιβλίου του κ. Ρίχτερ.
Σε ό,τι αφορά το μέρος του κειμένου (παρ. 4), στο οποίο αναφέρεται ότι από τέτοιες γενικότητες προφανώς επηρεάστηκε η εισαγγελική αρχή και παρασύρθηκε στο να ποινικοποιήσει μια ιστορική έρευνα. Κατά τη γνώμη μου, δεν θα μπορούσε να ασκήσει ποινική δίωξη εφαρμόζοντας ισχύοντα νόμο (ν. 2485/2014) και μάλιστα πολυσυζητημένο, παρασυρόμενη από τις απόψεις ενός ατόμου, εν προκειμένω εμού και «πολλών εξοργισμένων Κρητών» (κατά το κείμενο), σε σημείο μάλιστα «στην ουσία να καταλήγει αντί σε προστασία σε παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων» (παρ. 2 κειμένου).
Είναι γνωστό ότι το βιβλίο αυτό προκάλεσε όχι μόνο τους Ελληνες όπου Γης, αλλά και ξένους που το διάβασαν ή πληροφορήθηκαν για το περιεχόμενό του.
Πρόκειται πράγματι για πλημμυρίδα αντιδράσεων του πνευματικού κόσμου, πολιτικών, Περιφέρειας Κρήτης, δήμων, σωματείων, πολιτιστικών συλλόγων, μαρτυρικών χωριών, ΜΜΕ, λαού κ.ά., όπως:
Ελληνες και ξένοι ιστορικοί – ακαδημαϊκοί κ.ά.: Γ. Μαργαρίτης, καθηγητής Ιστορίας ΑΠΘ, Στέλιος Περράκης, Ντανιέλα Μαρούδα, Παν. Ηφαιστος, καθηγητές Παντείου Πανεπιστημίου, Μ. Πασχάλης, Ευρ. Στεφάνου (πρύτανης), Δημ. Κοτρόγιαννος, Βασιλ. Δαφέρμος, Δημ. Ξενάκης, Ευτ. Τωμαδάκης, Κ. Λάβδας, καθηγητές Πανεπιστημίου Κρήτης, Δ. Φίλιας, καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου, Κωνστ. Κουμαντάκης, καθηγητής ΔΠΘ Πανεπιστημίου, Ιω. Παρίσης, πρόεδρος Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων, Χάγκελ Φλάισερ, Γερμανός, καθηγητής Ιστορίας Πανεπιστημίου Κρήτης – Αθήνας, Εμπερχαρτ Ροντ Χολς, Γερμανός καθηγητής Ιστορίας συγγραφέας, και Ντέιβιτ Φίλερ, Νεοζηλανδός ιστορικός – ερευνητής Πανεπιστημίου Βικτόρια, Νέα Ζηλανδία.
Αλλοι φορείς: Παγκόσμιο Συμβούλιο Κρητών, Παγκρήτια Ομοσπονδία Ευρώπης, Πανελλήνια Ομοσπονδία Κρητικών Σωματείων, Περιφερειακό Συμβούλιο Κρήτης, Δημοτικό Συμβούλιο Ρεθύμνης, Αμαρίου, Αρχανών – Αστερουσίων, Ανωγείων, Βιάννου κ.ά., Ενωση Θυμάτων Ολοκαυτώματος Βιάννου, Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, Πολιτιστικός Σύλλογος Κανδάνου, Μυσσιρίων, Καλής Συκιάς κ.ά.
ΜΜΕ: Εφημερίδες, περιοδικά, τηλεόραση, ραδιόφωνο κ.λπ. δίνουν συνεχή δημοσιότητα στο θέμα, ενώ εκδηλώνονται αντιδράσεις οργής και θυμού από απλούς πολίτες μέσω της κοινωνικής δικτύωσης.
Μετά τις αντιδράσεις των παραπάνω, γίνεται αντιληπτό ότι η Δικαιοσύνη δεν κινήθηκε στηριζόμενη στις «γενικότητες» ενός απόμαχου στρατηγού ή «πολλών εξοργισμένων Κρητών», προκειμένου να παραπέμψει τον κύριο Ρίχτερ σε δίκη, αλλά από κριτήρια που αυτή κατ’ αποκλειστικότητα έκρινε.
Προκαλεί, αλήθεια, θλίψη το γεγονός ότι σε ένα κείμενο γραμμένο από 19 επίλεκτα πνευματικά μέλη της ελληνικής διανόησης, η άποψη των οποίων ως ακαδημαϊκών έχει πάντα ιδιαίτερη απήχηση, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, δεν αναφέρεται ούτε μία λέξη για το δίκαιο της άλλης πλευράς, δηλαδή των θυμάτων της κρητικής αντίστασης κατά του Γερμανού εισβολέα και το αυτονόητο δικαίωμα έκφρασής του.
Ο κ. Ρίχτερ είναι ασφαλώς ελεύθερος στην επιστημονική του έρευνα. Το ότι όμως δικαιώνει στο βιβλίο του τον ναζισμό, ζητάει δικαίωση των αλεξιπτωτιστών, εισβολέων – εκτελεστών, τους οποίους αποκαλεί «ιππότες», επιχειρεί να εξισώσει θύτες και θύματα, θεωρεί ότι τα δύο εγκλήματα (Γερμανών κατακτητών και αμυνόμενων Κρητών) είναι αλληλένδετα (σελ. 413) και πολλά άλλα, τα οποία όμως καταρρίπτονται από τις τοποθετήσεις των παραπάνω επιστημόνων και άλλων ως προς την ορθότητά τους, πρέπει να μας προβληματίσουν για τις προθέσεις του και τους σκοπούς που εξυπηρετούν.
Η καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ντανιέλα Μαρούδα, δήλωσε στις 20.11.2014 (εφημερίδα «Νέα Κρήτη»): «Ακόμη και αν η πρόθεση (ανακήρυξη του κ. Ρίχτερ ως επίτιμου διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης) είναι θετική, το αποτέλεσμα ενδέχεται να καταστεί επικίνδυνο για τις νομικές θέσεις της Ελλάδας στο ζήτημα των γερμανικών οφειλών».
Ανάλογα έχουν γράψει για το ζήτημα αυτό και για την προσπάθεια αναθεώρησης της ιστορίας πολλοί διανοούμενοι, καθώς και το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδικήσεων των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, ενώ ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος δεν παραλείπει να τονίζει παντού ότι «οι διεκδικήσεις αυτές είναι πλήρως νομικά ενεργές και απολύτως δικαστικά επιδιώξιμες», όπως έπραξε και κατά την πρόσφατη επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία (18.1.2016).
Συμπαρατάσσομαι κι εγώ με όλους όσοι αγωνίζονται για την ιστορική αλήθεια, προκειμένου να αποφευχθεί η προσπάθεια παραχάραξης και αναθεώρησης της ιστορίας μας, που γράφτηκε με πόνο, θυσίες, καταστροφές και αίμα αθώων.
Και θα τελειώσω με μια πραγματικά ενδιαφέρουσα προτροπή που έκανε ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών, Δημήτριος Νανόπουλος, στις 20.4.2015, σε λόγο του στο «Αργώ – Δίκτυο Ελλήνων Βελγίου»: «Σας καλώ να σκεφτούμε όλοι μας τι μπορεί να κάνει ο καθένας μας… για να βοηθήσουμε την πατρίδα μας. Γιατί δεν προλαβαίνουμε! Και γιατί έφτασε πια η στιγμή που πρέπει όλοι όσοι έχουμε δημόσιο λόγο να πάρουμε συγκεκριμένες θέσεις. Και, ως γνωστόν, δεν κάνεις ομελέτα χωρίς να σπάσεις αυγά!».
ΥΓ. 1: Αναφορά στο όνομά μου έγινε για πρώτη φορά από την Ακαδημία Αθηνών το 1997, όταν ο τότε πρόεδρος Νικόλαος Ματσανιώτης πρότεινε να τιμηθώ, γιατί ως αντιστράτηγος – διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού στη Θράκη, με μέριμνά μου, γράφτηκε το πρώτο πομακικό – ελληνικό λεξικό της έως τότε άγραφης πομακικής γλώσσας από στρατιώτες του Σώματος. Πρότεινα –είχα ήδη γίνει αρχηγός ΓΕΣ– να τιμηθεί ο πρωτεργάτης της συγγραφής του λεξικού, Πομάκος στρατιώτης Ριτβάν Καραχότζα, πράγμα που έγινε. Ο ίδιος διαπρέπει ήδη ως διδάσκαλος στα Πομακοχώρια και συνεχίζει να ασχολείται με τη γλώσσα.
ΥΓ. 2: Κείμενα, ψηφίσματα, δηλώσεις και άλλα δημοσιεύματα των παραπάνω αναφερομένων ιστορικών κ.ά. τηρώ στο αρχείο μου.
* Ο κ. Μανούσος Παραγιουδάκης είναι στρατηγός ε.α – επίτιμος αρχηγός ΓΕΕΘΑ.