Του Στέλιου Στυλιανίδη
Μετά από μια ιστορική καθυστέρηση 30 ετών και μετά από στείρες ατελείωτες δημόσιες διαμάχες και εκκωφαντικές υποκριτικές απουσίες, ψηφίστηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια. Η αποδοχή του συμφώνου συμβίωσης σημαίνει ότι ένα ζευγάρι ομόφυλων είναι το ίδιο με ένα ετερόφυλο ζευγάρι; Προφανώς όχι. Ίσως όμως η άρνηση της διαφορετικότητας των φύλων να αποτελεί το κόστος το οποίο πρέπει να πληρώσουμε για την κοινωνική αποδοχή και αναγνώριση αυτών των νέων νομοθετικών μέτρων.
Σε κάθε περίπτωση, το debate στις χώρες που έχουν υιοθετήσει τον νόμο αυτό από το 1989 (Δανία) έχει ήδη μετατοπιστεί στις προηγμένες χώρες από το σύμφωνο συμβίωσης στις προϋποθέσεις υιοθεσίας παιδιών από τα ομόφυλα ζευγάρια. Στη χώρα μας η ουσιαστική πληροφόρηση και η συζήτηση για το θέμα της υιοθεσίας έχει γίνει ανεπαρκώς ακόμη και από ειδικούς, και άρα επικρατεί ένα πολύ μεγάλο γνωστικό κενό για τα υπέρ και τα κατά επιχειρήματα.
Υιοθεσία είναι η δημιουργία ενός δεσμού συγγένειας με ένα παιδί που δεν έχει βιολογικό δεσμό με τους νέους γονείς του. Η πρακτική αυτή υπάρχει από την αρχαιότητα και γνώρισε πολυάριθμες προσαρμογές στο δίκαιο που πήραν κυρίως 2 μορφές:
- Την πλήρη υιοθεσία, δηλαδή την περίπτωση στην οποία ένα υιοθετημένο παιδί “χάνει” τους βιολογικούς γονείς του, οι οποίοι αποποιούνται τα γονεϊκά τους δικαιώματα προς όφελος των νέων γονέων
- Την απλή υιοθεσία, δηλαδή την περίπτωση στην οποία δημιουργείται ένας νέος δεσμός συγγένειας χωρίς να καταργείται ο παλαιός (πχ. πατριός που υιοθετεί το παιδί της νέας συζύγου του), άρα νομικά μπορούμε να έχουμε περισσότερους από δύο γονείς, κάτι που αποτελεί αντικείμενο ποικίλλων και αντιθετικών νομικών, βιοηθικών, ψυχικών και συναισθηματικών αντιδράσεων και προκαταλήψεων.
Χωρίς να επεκταθούμε σε αυτό το σημείο λόγω χώρου, υπογραμμίζουμε ότι το παιδί είναι ολοκληρωτικά απόν από το σύνολο του κοινωνικού, νομικού και επιστημονικού διαλόγου: παραμένει ένα “παιδί – αντικείμενο”.
Η έρευνα της Prorata για τις θέσεις της κοινής γνώμης επί του ζητήματος ανέδειξε αδύναμες συσχετίσεις των θέσεων στο ζήτημα με την πολιτική ιδεολογία, το φύλο και την εργασιακή κατάσταση και μια ισχυρή συσχέτιση των θέσεων με το μορφωτικό επίπεδο του ερωτώμενου. Συγκεκριμένα, μόνο 7% των αποφοίτων δημοτικού συμφωνούν με το μέτρο της υιοθεσίας, ενώ το 78% διαφωνεί, σε κάποια απόσταση από τους αποφοίτους των ΑΕΙ-ΤΕΙ και τους κατόχους μεταπτυχιακών διπλωμάτων από τους οποίους το 22% συμφωνούν κατά 22,4% και το 63% διαφωνούν.
Σχετικά με τις θέσεις επί του ζητήματος ψηφοφόρων διαφορετικών κομμάτων, επισημαίνονται τα εξής:
- Η θετική “προκατάληψη” για τα αριστερά – προοδευτικά κόμματα θα προδιέθετε στο να υπάρχει ένα υψηλό ποσοστό συμφωνίας για την υιοθέτηση του μέτρου. Ωστόσο, μόνο το 19% των δυνητικών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ συμφωνεί, ενώ το 60% διαφωνεί. Με έκπληξη διαπιστώνεται ότι οι δυνητικοί ψηφοφόροι της Ν.Δ. συμφωνούν σε ποσοστό 15%, ενώ 73% διαφωνεί, δηλαδή είναι κοντά σε αυτούς του ΣΥΡΙΖΑ. Ως πρώτο συμπέρασμα, ανεξαρτήτως πολιτικής ιδεολογίας του νέου δικομματισμού, φαίνεται ότι η αμφίφυλη φύση του ανθρώπου και ιδιαίτερα η σεξουαλική της έκφραση, λανθάνουσα ή έκδηλη, είναι πολύ πιο ισχυρή από δογματικές πολιτικές τοποθετήσεις με προοδευτικό ή συντηρητικό πρόσημο.
- Ένα δεύτερο ενδιαφέρον συμπέρασμα αφορά τον λεγόμενο “ενδιάμεσο χώρο”, δηλαδή των δυνητικών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού. Τα ποσοστά συμφωνίας του 24% και 36% αντίστοιχα δείχνουν ότι ο κοινωνικός φιλελευθερισμός ως ιδεολογία του ενδιάμεσου χώρου εμφανίζει ισχυρότερη ανεκτικότητα απέναντι στην ετερότητα σε σύγκριση με τους άλλους πολιτικούς χώρους.
- Οι τοποθετήσεις των δυνητικών ψηφοφόρων της ΧΑ προκαλούν τη μεγαλύτερη έκπληξη: το 16% αυτών συμφωνούν με το προτεινόμενο μέτρο και το 68% διαφωνούν. Σε ένα πρώτο επίπεδο μοιάζουν να μην διαφοροποιούνται από τους ψηφοφόρους των άλλων κομμάτων. Αντίστοιχα είναι και τα ποσοστά για τους δυνητικούς ψηφοφόρους του ΚΚΕ (συμφωνία: 18%, διαφωνία: 65%), των οποίων οι θέσεις και σε άλλα θέματα κοινωνικών δικαιωμάτων που συνδέονται με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, εμφορούνται από έναν “αριστερό συντηρητισμό”. Το εύρημα που αφορά στους ψηφοφόρους της ΧΑ παρουσιάζει ιδιαίτερο ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον και συνάδει με προηγούμενα ευρήματα μιας ποιοτικής έρευνας (βλ. σημείωση) που είχε διεξαχθεί στο παρελθόν. Η λανθάνουσα ομοφυλοφιλία, η επένδυση στην ανδρική ρώμη, το ιδεώδες της “καθαρότητας” και η εξιδανίκευση των δεσμών μεταξύ των μελών και στελεχών με έντονο ναρκισσιστικό χαρακτήρα, φαίνεται ότι επιτρέπει στο συλλογικό φαντασιακό της οργάνωσης να αποκτά μια αυτάρκη και παντοδύναμη λειτουργία και του πατρικού και του μητρικού ρόλου. Η ένταξη τους σε μια στρατιωτικού τύπου οργάνωση αναδεικνύει τα μέλη της σε μια θέση υπεροχής που επισφραγίζεται από αρχαιοελληνικές αφηγήσεις, μυθικές (σχέση δάσκαλου- μαθητή, αρχηγού – οπαδού, με απόλυτη υποταγή), έτσι ώστε τίποτε το μιαρό και ακάθαρτο να μην έχει θέση στην Προκρούστεια φαντασίωση της φασιστικής ιδεολογίας.
Συμπερασματικά, οι τάσεις που προκύπτουν από την ανάλυση αυτής της ενδιαφέρουσας έρευνας φαίνεται να αναδεικνύουν την ασυνείδητη ομοφυλόφιλη πλευρά του ατόμου, συμφιλιωμένη με την “κανονική” σεξουαλικότητα και πιο μακρινή από τις κυρίαρχες πολιτικές και κοινωνικές ιδεολογίες. Το ποσοστό των ατόμων που έχουν θετική στάση είναι αντικειμενικά μικρό, αλλά μεγάλο σε σχέση με την απουσία οιασδήποτε δημόσιας συζήτησης και ενημέρωσης εκ μέρους των πολιτικών κομμάτων. Η διερεύνηση του φαινομένου αυτού στην ελληνική κοινωνία, πέραν των επιδημιολογικών ποσοτικών στοιχείων, χρήζει μιας συστηματικής ποιοτικής ερευνητικής προσπάθειας, αφού έχει προηγηθεί μια ευρεία δημόσια ενημέρωση για την πολυπλοκότητα των πτυχών της υιοθεσίας.
Σημείωση: Αναλυτική παρουσίαση της έρευνας μπορείτε να αναζητήσετε στο: Στυλιανίδης, Σ. & Μαμαλούδη, Χ. (2015) Ψυχαναλυτικές Παρατηρήσεις για το νεοναζιστικό φαινόμενο στο πλαίσιο της Κρίσης στην Ελλάδα: Στοιχεία μιας Ποιοτικής Έρευνας, στο: Στυλιανίδης, Σ. (2015) (επιμ.) Ενδυνάμωση και Συνηγορία για μια Δημοκρατία της Ψυχικής Υγείας, Εκδόσεις Τόπος.
* Ο Στέλιος Στυλιανίδης είναι Ψυχίατρος – Ψυχαναλυτής και Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής Παντείου Πανεπιστημίου