Του Δημήτρη Καλαμαρά
Τα ξημερώματα της 26ης Απριλίου 1986, ο αντιδραστήρας νούμερο τέσσερα στο Τσερνομπίλ εκρήγνυται. Οι Σοβιετικοί το αποκρύπτουν. Δύο μέρες μετά, και 1000 χλμ μακρυά, ανύποπτοι επιστήμονες ανιχνεύουν ραδιενέργεια στα παπούτσια τους, λίγο πριν μπουν σε ένα εργαστήριο στη Σουηδία. Η Σοβιετική Ένωση αναγκάζεται να παραδεχτεί το γεγονός.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, το μεγαλύτερο πυρηνικό ατύχημα της ανθρώπινης ιστορίας (το πρώτο που αξιολογήθηκε ως «επιπέδου 7» στην σχετική κλίμακα – το δεύτερο ήταν στη Φουκουσίμα πέρσι) οφείλεται σε ένα… πείραμα που έκαναν οι τεχνικοί του εργοστασίου στο Τσερνομπίλ.
Το ιστορικό του τραγικού πειράματος
Το βράδυ της Παρασκευής 25 Απριλίου 1986, ο διοικητής του ατομικού σταθμού «Β. Ι. Λένιν» -όπως ήταν γνωστό το πυρηνικό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Τσερνομπίλ- διέταξε την διεξαγωγή ενός πειράματος που θα ήταν μοιραίο για τον ίδιο αλλά και χιλιάδες ανθρώπους στην Ουκρανία (που άνηκε τότε στη Σοβιετική Ένωση) και την Ευρώπη.
Στόχο του πειράματος, ήταν η αύξηση της ασφάλειας του αντιδραστήρα 4, στην περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο εμφανιζόταν πρόβλημα στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας προς το σύστημα που ήταν επιφορτισμένο με την ψύξη του πυρήνα μέσω αντλιών νερού. Με λίγα λόγια, οι τεχνικοί θα επιχειρούσαν να αξιοποιήσουν τον ατμό που παράγει ένας πυρηνικός αντιδραστήρας -ακόμα και όταν είναι κλειστός- για να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια η οποία θα κινούσε τις αντλίες που ήταν απαραίτητες για την διακίνηση των 28 τόνων νερού με τους οποίους λειτουργούσε το σύστημα ψύξης του πυρήνα όπου βρισκόταν το καύσιμο (ένα μείγμα ουρανίου-γραφίτη).
Λεπτομέρεια: Το τραγικό πείραμα στον αντιδραστήρα 4 του Τσερνομπίλ έγινε χωρίς να ενημερωθεί η αρμόδια υπηρεσία ατομικής ενέργειας της Σοβιετικής Ένωσης. Επιπλέον, παρότι επρόκειτο να γίνει από την εκπαιδευμένη πρωϊνή βάρδια της Παρασκευής, το πείραμα ξεκίνησε τις πρώτες ώρες του Σαββάτου (26 Απριλίου) λίγη ώρα αφότου ανέλαβε η νυχτερινή βάρδια…Ο αντιδραστήρας 4 φαινόταν ιδανικός για το πείραμα καθώς είχε φτιαχτεί μόλις τρία χρόνια πριν, με ότι καλύτερο διέθετε τότε η σοβιετική τεχνογνωσία.
Το χρονικό του τρόμου
Στις 00:06, οι επικεφαλής τεχνικοί (Αλεξάντρ Ακίμοφ και Λεονίντ Τοπτούνοφ) κατέβασαν την θερμική ισχύ του αντιδραστήρα στα 700MW όπως προέβλεπε το σχέδιο. Όμως, ο σχηματισμός μεγάλης ποσότητας του αερίου Xenon-135 οδήγησε στην περαιτέρω μείωση της ισχύος του αντιδραστήρα, καθώς το ισότοπο αυτό έχει την ιδιότητα να απορροφά νετρόνια.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ένας λανθασμένος χειρισμός του ράβδων ελέγχου από τον Τοπτούνοφ οδήγησε σε ακόμα μεγαλύτερη πτώση της ισχύος του αντιδραστήρα, μέχρι που έφτασε στα 30ΜW. Αυτό επέφερε ακόμα μεγαλύτερη «μόλυνση» του αντιδραστήρα με Xenon-135, με αποτέλεσμα ο Ακίμοφ να διατάξει να εξαχθούν οι περισσότερες ράβδοι ελέγχου από τον αντιδραστήρα για να αποκατασταθεί η ισχύς του στα επιθυμητά επίπεδα. Η κίνηση αυτή έφερε κάποιο αποτέλεσμα, λίγο πριν τη μία τα ξημερώματα, οπότε η ισχύς ανέβηκε στα 200MW, που ήταν όμως πολύ κάτω από το όριο των 700MW που προέβλεπε η αρχική διαδικασία.
Παρόλα αυτά, οι υπεύθυνοι στο σοβιετικό εργοστάσιο παραγωγής ατομικής ενέργειας αποφάσισαν να προχωρήσουν στο πείραμα αγνοώντας όλες τις ενδείξεις που έδειχναν ότι ο αντιδραστήρας βρισκόταν σε πολύ ασταθή κατάσταση, λόγω της μόλυνσης με Xenon-135. Στις 01:05 ενεργοποίησαν κι άλλες αντλίες νερού, αυξάνοντας την παροχή στο σύστημα ψύξης. Στις 01:19, σύμφωνα με τις επίσημες καταγραφές, ο ρυθμός ροής νερού στον αντιδραστήρα είχε ξεπεράσει το επιτρεπτό όριο…
Στις 1:23 το πείραμα ξεκίνησε. Σύμφωνα με το σχέδιο, το κέντρο ελέγχου διέκοψε την παροχή ατμού στην τουρμπίνα που παράγει ρεύμα και ενεργοποίησε τις τέσσερις εφεδρικές γεννήτριες ντίζελ. Κάθε μία από αυτές χρειαζόταν 60-75 δευτερόλεπτα για να φτάσει τα 5,5ΜW που απαιτούνταν για να λειτουργήσει μια κεντρική αντλία του συστήματος ψύξης. Σε αυτό το μεσοδιάστημα, ισχύ στις τέσσερις αντλίες έδινε η τουρμπίνα, όπως δηλαδή προέβλεπε το πείραμα. Όμως όσο η τουρμπίνα μείωνε την ισχύ της (καθώς είχε διακοπεί η παροχή ατμού), η ροή νερού στο σύστημα ψύξης μειωνόταν, με αποτέλεσμα να αυξάνεται δυσανάλογα η θερμική ισχύς του αντιδραστήρα ουρανίου-γραφίτη, οδηγώντας σε γρήγορη μετατροπή του νερού σε ατμό και αυξάνοντας την ισχύ σε μη επιτρεπτά όρια.
Οι εκρήξεις στον αντιδραστήρα
Σαράντα δευτερόλεπτα μετά τις 1:23, το κέντρο ελέγχου μη έχοντας ίσως άλλη λύση έκανε την απεγνωσμένη κίνηση: ξεκίνησε τη διαδικασία επείγουσας διακοπής της λειτουργίας του αντιδραστήρα. Με το πάτημα ενός κουμπιού, και οι 235 ράβδοι ελέγχου μπήκαν στον πυρήνα για να τον κοντρολάρουν. Λεπτομέρεια: Η άκρη σε κάθε ράβδο ελέγχου ήταν από γραφίτη. Έτσι όταν εισήλθαν και οι 235 ράβδοι στον πυρήνα, η αλυσιδωτή αντίδραση αντί να μειωθεί, επιταχύνθηκε. Το αποτέλεσμα ήταν το αντίθετο από το αναμενόμενο. Μέσα σε τρία δευτερόλεπτα, η ισχύς του αντιδραστήρα έφτασε τα 530MW, ο πυρήνας υπερθερμάνθηκε και έγινε η αρχική έκρηξη.
Το αποτέλεσμα της έκρηξης αυτής ήταν η διάλυση ορισμένων ράβδων καυσίμου που με τη σειρά τους μπλόκαραν τις ράβδους ελέγχου. Αυτό οδήγησε σε νέα αύξηση της ισχύος και της θερμοκρασίας στον πυρήνα με συνέπεια τη δημιουργία τεράστιων ποσοτήτων ατμού. Σε εκείνο το σημείο, οι δυτικοί επιστήμονες εικάζουν -καθώς δεν έχουν καταγραφεί στοιχεία από τα όργανα του κέντρου ελέγχου- ότι έγινε η τεράστια έκρηξη ατμού που κατέστρεψε το περίβλημα του αντιδραστήρα ανασηκώνοντας το βάρους 2000 τόνων κάλυμμα του. Ο αντιδραστήρας πρέπει να είχε φτάσει σε ισχύ τα 33GW, δέκα φορές πάνω από την προβλεπόμενη από τους σχεδιαστές του…
Δύο-τρία δευτερόλεπτα μετά την πρώτη έκρηξη έγινε μια δεύτερη ακόμα μεγαλύτερη. Αυτή τη φορά η αιτία ήταν τα ραδιενεργά καύσιμα που είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Η έκρηξη αυτή σταμάτησε την σχάση, αλλά απελευθέρωσε 40 GigaJoules ενέργειας, ποσότητα που ισοδυναμεί με την εκπυρσοκρότηση 10 τόνων TNT. Φλεγόμενα ραδιενεργά υλικά εκτοξεύθηκαν έξω από τον αντιδραστήρα, και λόγω της υψηλής θερμοκρασίας του πυρήνα δημιουργήθηκε ένα εισερχόμενο ρεύμα αέρα που έβαλε φωτιά στον καυτό γραφίτη του πυρήνα.
Στο εσωτερικό του αντιδραστήρα η ραδιενέργεια είχε φτάσει σε τέτοια επίπεδα που τα όργανα μέτρησης έβγαιναν εκτός κλίμακας. Ο Ακίμοφ που ήταν στο κέντρο ελέγχου, πιστεύοντας ότι τα όργανα μέτρησης ραδιενέργειας του έδιναν λάθος μετρήσεις, διέταξε το προσωπικό να παραμείνει στον αντιδραστήρα για να τον τροφοδοτήσει με νερό ψύξης. Έτσι, κανείς δεν φορούσε προστατευτικό εξοπλισμό, ούτε ο ίδιος ο Ακίμοφ, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι να πεθάνουν μέσα σε 2-3 εβδομάδες από την υπερβολική έκθεση σε ραδιενέργεια. Στον διπλανό αντιδραστήρα 3, του οποίου η οροφή πήρε φωτιά από κομμάτια γραφίτη που έφτασαν φλεγόμενα μέχρι εκεί, το προσωπικό πήρε τουλάχιστον αναπνευστήρες και χάπια ιωδίου…
Οι φωτιές
Δεκεπέντε λεπτά πριν τις 2 τα ξημερώματα, έφτασαν στον αντιδραστήρα 4 οι πρώτοι πυροσβέστες του Τσερνομπίλ για να σβήσουν τις φωτιές. «Βλέπαμε καυτό γραφίτη παντού» θυμάται ένας από αυτούς. Οι περισσότεροι όμως δεν γνώριζαν περί τίνος πρόκειται. Ο επικεφαλής τους πέθανε λιγότερο από δύο βδομάδες μετά από τη ραδιενέργεια.
Οι εξωτερικές εστίες φωτιάς έσβησαν λίγο πριν τις 5 το πρωί, αλλά ο γραφίτης στον πυρήνα του αντιδραστήρα 4 έκαιγε για μέρες. Αυτήν την φωτιά την έσβησαν, αρκετές μέρες μετά, στρατιωτικά ελικόπτερα που έριξαν 5.000 τόνους άμμου, τσιμέντου και ειδικών υλικών, δημιουργώντας ουσιαστικά την πρώτη «σαρκοφάγο» από πάνω του, ενώ ειδικά συνεργεία έκαναν έγχυση υγρού αζώτου στο εσωτερικό του. Στη διαδικασία κατάσβεσης, ένα στρατιωτικό ελικόπτερο Mi-8 έπεσε σκοτώνοντας το τετραμελές πλήρωμα του.
Η παραδοχή και η καθυστερημένη εκκένωση
Παρά το τραγικό ατύχημα, και την προφανή ραδιενεργή μόλυνση με επικίνδυνα ισότοπα (καίσιο-137, στρόντιο-90, κλπ) όλης της περιοχής, οι σοβιετικές αρχές επέλεξαν αρχικά να αποκρύψουν το γεγονός. Δεν διέταξαν καν την εκκένωση της γειτονικής πόλης Πρίπιατ, όπου κατοικούσαν 50.000 άτομα, κυρίως εργαζόμενοι του σταθμού. Ο κόσμος συνέχισε την επόμενη ημέρα τη ζωή του σαν να μην συνέβαινε τίποτε, παρά το γεγονός ότι δεκάδες άτομα αρρώστησαν κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Η απόπειρα συγκάλυψης για να προστατευθεί το σοβιετικό γόητρο ήταν τέτοια, που η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν έκρινε καν σκόπιμο να ενημερώσει τις διεθνείς υπηρεσίες ατομικής ενέργειας για τον κίνδυνο μόλυνσης, ενώ ο ευρυτερος πληθυσμός ενημερώθηκε για το ατύχημα… δύο μέρες μετά, με ένα ρεπορτάζ μόλις 20 δευτερολέπτων που έπαιξε στην κρατική τηλεόραση, όταν πια η ραδιενέργεια είχε ξεφύγει από την σοβιετική επικράτεια.
Ουσιαστικά, οι Σοβιετικοί παραδέχτηκαν το γεγονός επίσημα, όταν η ραδιενέργεια ανιχνεύθηκε στο ατομικό εργοστάσιο Forsmark της Σουηδίας, 1000 χιλιόμετρα μακρυά από το Τσερνομπίλ, από επιστήμονες που έκαναν έλεγχο ρουτίνας!
Η εκκένωση του Πρίπιατ ξεκίνησε στις 2 το μεσημέρι της 27ης Απριλίου. Οι Αρχές, για να υποβαθμίσουν το γεγονός, έλεγαν στους κατοίκους ότι θα φύγουν μόνο για τρεις μέρες, και τους καλούσαν να πάρουν μόνο τα απαραίτητα. Αμέσως μετά, όμως, το Τσερνομπίλ αποκλείστηκε σε μια ζώνη ακτίνας 30 χιλιομέτρων, που παραμένει στη θέση της ακόμα και σήμερα…. Συνολικά, 135.000 άτομα υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους από την περιοχή. Ελάχιστοι επέστρεψαν και αυτοί παράνομα – κυρίως γέροι που ήθελαν να πεθάνουν στο σπίτι τους, παρότι γνώριζαν την μόλυνση της περιοχής.
Οι συνέπειες
Από το ίδιο το τραγικό ατύχημα στον αντιδραστήρα 4, όλο το προσωπικό και τα μέλη των διασωστικών συνεργείων (237 άτομα συνολικά) αρρώστησαν από τα υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 31 πέθαναν μέσα σε μόλις τρεις μήνες. Για τους υπόλοιπους, η Σοβιετική Ένωση δεν έδωσε ποτέ στοιχεία – άλλωστε πέντε χρόνια μετά διαλύθηκε ως κρατική οντότητα και η Ουκρανία (όπου βρίσκεται το Τσερνομπίλ) απέκτησε την ανεξαρτησία της. Λόγω της χαοτικής οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης που επικράτησε τα επόμενα χρόνια στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, δεν υπήρξε ποτέ οργανωμένη προσπάθεια καταγραφής των συνεπειών του ατυχήματος.
Μάρτυρας του ολέθριου ατυχήματος, παραμένει και σήμερα μια περιοχή τεσσάρων τετραγωνικών χιλιομέτρων γύρω από τον αντιδραστήρα όπου υπήρχε ένα πυκνό δάσος με πεύκα που κυριολεκτικά ερημώθηκε. Τα πεύκα έγιναν κόκκινα και πέθαναν, με αποτέλεσμα το πευκοδάσος να περάσει στην ιστορία ως το «κόκκινο δάσος». Τα περισσότερα ζώα που υπήρχαν στην περιοχή αυτή μεταφέρθηκαν μακρυά, και όσα έμειναν -όπως τα άλογα σε ένα νησάκι στον ποταμό Πρίπιατ- πέθαναν πολύ γρήγορα.
Όμως η ραδιενέργεια δρα ύπουλα, δημιουργώντας καρκίνους στους επιζήσαντες. Σύμφωνα με ειδική έκθεση του «Τσερνομπίλ Φόρουμ» το 2005, τις μεγαλύτερες συνέπειες υπέστησαν τα παιδιά που εμφάνισαν καρκίνο του θυρεοειδούς – αναφέρθηκαν πάνω από 4000 τέτοιες περιπτώσεις. Όσον αφορά τους θανάτους, η έκθεση τόνιζε ότι δεν μπορεί να υπάρξει αξιόπιστη μέτρηση των θανάτων από καρκίνο που συνδέονται άμεσα με το ατύχημα. Ωστόσο, προχωρούσε στην εκτίμηση ότι οι θάνατοι από καρκίνο μπορούν να φτάσουν τους 4000 περίπου στο σύνολο των 5.000.000 κατοίκων στις περιοχές που μολύνθηκαν με ραδιενέργεια. Παράλληλα, η μελέτη άφηνε αιχμές για την ελλειπή ενημέρωση των επιζώντων, που θεωρούσαν τον εαυτό τους «καταδικασμένο» από τη ραδιενέργεια, πράγμα που σε πολλές περιπτώσεις οδηγούσε σε ψυχολογικές διαταραχές, ακόμα και σε χρήση ναρκωτικών ουσιών.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης και των υπόλοιπων επίσημων ερευνών που ακολούθησαν έχουν τεθεί πολλές φορές σε αμφισβήτηση. Μια πιο πρόσφατη μελέτη από την Greenpeace ανέβαζε τον δείκτη των θυμάτων στις 200.000 από το 1990 έως το 2004. Επίσης, το 2007, εκδόθηκε στην Ρωσία το βιβλίο “Chernobyl”, όπου αναλύοντας τις δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά, οι συγγραφείς μιλούσαν για 985.000 θανάτους από το 1986 μέχρι το 2004 που σχετίζονται με το ατύχημα.
Το Τσερνομπίλ σήμερα
26 χρόνια μετά το τραγικό ατύχημα που σκότωσε και άλλαξε οριστικά τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους, το πυρηνικό εργοστάσιο του Τσερνομπίλ στέκει στη θέση του. Ο αντιδραστήρας 4 είναι σφραγισμένος και απομονωμένος από το υπόλοιπο συγκρότημα με 200 κυβικά μέτρα ενισχυμένο σκυρόδεμα. Στο εσωτερικό του πυρήνα υπάρχουν ακόμα 180 τόνοι ραδιενεργού ουράνιου.
Οι υπόλοιποι τρεις αντιδραστήρες του συγκροτήματος όμως συνέχισαν να λειτουργούν για χρόνια, λόγω της ανάγκης της Ουκρανίας για φθηνή ενέργεια. Το 1991 έκλεισε ο αντιδραστήρας 2 μετά από φωτιά που τον κατέστρεψε, ενώ ο αντιδραστήρας 1 σταμάτησε να λειτουργεί δέκα χρόνια μετά το ατύχημα, το 1996, μετά από συνεχή πίεση στην ουκρανική κυβέρνηση από τους διεθνείς οργανισμούς. Ο τελευταίος αντιδραστήρας του Τσερνομπίλ έπαυσε να λειτουργεί μόλις το 2000, σε τελετή όπου έδωσε το παρών ο πρόεδρος της Ουκρανίας.
Ακόμα και σήμερα, μια περιοχή 31 χιλιομέτρων γύρω από το εργοστάσιο είναι απαγορευμένη ζώνη. Ελάχιστοι κάτοικοι μένουν εκεί αρνούμενοι να φύγουν, παρότι τα επίπεδα ραδιενέργειας είναι τόσο υψηλά που οι εργαζόμενοι που συντηρούν τη σαρκοφάγο του τραγικού αντιδραστήρα υποχρεώνονται να δουλεύουν μόνο τέσσερις ώρες την ημέρα με ειδικό εξοπλισμό. Σύμφωνα με τις αρχές, η περιοχή δεν θα είναι κατάλληλη για τον άνθρωπο για τα επόμενα 20.000 χρόνια.
Χάρτης της μόλυνσης με ραδιενέργεια, 10 χρόνια μετά (1996)
Η άγνωστη ομάδα αυτοκτονίας του Τσέρνομπιλ που έσωσε τον κόσμο από ακόμα χειρότερο πυρηνικό όλεθρο
Στην αργκό της σοβιετικής γραφειοκρατίας ήταν γνωστό ως «καταμέτρηση ζωών»: ένας ψυχρός υπολογισμός δηλαδή των ανθρώπων που θα χάνονταν για την ολοκλήρωση κάποιου επικίνδυνου έργου.
Εκείνο το απογευματάκι της 2ας Μαΐου 1986, έξι ολόκληρες μέρες μετά την καταστροφική έκρηξη που θα βύθιζε την Ευρώπη σε ραδιενεργό κλοιό, η «καταμέτρηση ζωών» κατέληξε στον μαγικό αριθμό «3».
Η αριθμητική ήταν απλή μεν, το έργο όμως ιδιαιτέρως δύσκολο. Η παλάντζα του θανάτου ζύγισε καλά και υπολόγισε πως τρεις άντρες ήταν τίποτα μπροστά στις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων που διακυβεύονταν ανοιχτά πια και μάλιστα για πολλές πολλές δεκαετίες. Οι αναφορές μίλησαν ακόμα και για εκατομμύρια ανθρώπους που θα επηρεάζονταν αν τα ραδιενεργά νερά που είχαν εγκλωβιστεί κάτω από τον μοιραία αντιδραστήρα του Τσέρνομπιλ άγγιζαν τον πυρήνα του.
Ήταν αλήθεια πως το δυστύχημα στον αντιδραστήρα Νο 4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας της 26ης Απριλίου όχι μόνο δεν είχε τελειώσει, αλλά πλέον έμοιαζε ακόμα πιο απειλητικό για το μέλλον ολάκερης της Γηραιάς Ηπείρου.
Γιατί κάτω από τον αντιδραστήρα είχαν συσσωρευτεί εντωμεταξύ τόνοι ραδιενεργού νερού και κάποιος έπρεπε να το απελευθερώσει για να αποτρέψει τα ακόμα χειρότερα: μια θερμική έκρηξη που θα έθαβε την Ευρώπη στο τοξικό νέφος ερημώνοντας ένα καλό μέρος της.
Το επίσημο σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων TASS μετέδωσε εκείνη τη μέρα πως η αρχική έκρηξη στον πυρηνικό σταθμό της 26ης Απριλίου είχε καταστρέψει το σύστημα υδρόψυξης του αντιδραστήρα και το νερό είχε συγκεντρωθεί σε μια δεξαμενή κάτω από τον μοιραίο αντιδραστήρα.
Αν ο πυρακτωμένος πυρήνας του δοχείου αντίδρασης έπεφτε μέσα στο απιονισμένο νερό, τότε θα πυροδοτούσε μια σειρά από θερμικές εκρήξεις που θα προκαλούσαν εκτίναξη ραδιενεργού υλικού ψηλά στην ατμόσφαιρα και θα μόλυναν ακόμα μεγαλύτερη ακτίνα από την αρχική έκρηξη.
Τρεις άντρες χρειάζονταν λοιπόν, τρεις μηχανικοί που γνώριζαν πού είναι οι βαλβίδες απελευθέρωσης των νερών, να βουτήξουν στη ραδιενεργή πισίνα και να ψάξουν με τους φακούς τους για τις δύο μικρές βαλβίδες που θα άδειαζαν τη δεξαμενή, αποσοβώντας τον νέο και ακόμα πιο φριχτό κίνδυνο που αντιμετώπιζε τώρα αυτή η γωνιά της οικουμένης.
Οι ιθύνοντες του σταθμού βρήκαν τον αρχιμηχανικό Αλεξέι Ανανένκο, που γνώριζε πού βρίσκονται οι βάνες, και του ζήτησαν να βουτήξει στο τοξικό νερό. Του είπαν πως μπορούσε βέβαια να αρνηθεί, μιας και επρόκειτο για αποστολή αυτοκτονίας. Έτσι μετέδωσε τουλάχιστον το σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων.
«Πώς μπορούσα όμως να το κάνω όταν ήμουν ο μόνος άνθρωπος στη βάρδια που γνώριζε πού βρίσκονταν οι βαλβίδες», είπε ο αφανής ήρωας στο TASS πριν αναλάβει εθελοντικά το έργο που θα έσωζε την Ευρώπη από το πυρηνικό ολοκαύτωμα.
Λίγες μέρες αργότερα, ο φυσικός Γεβγένι Βελικόφ, αντιπρόεδρος της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών και επικεφαλής της τιτάνιας προσπάθειας για τον καθαρισμό του Τσέρνομπιλ, δήλωσε στους σοβιετικούς δημοσιογράφους πως τα χειρότερα είχαν περάσει, μιας και η δεξαμενή είχε στραγγίσει.
Ο Ανανένκο δεν είχε πάει μόνος στην αποστολή αυτοκτονίας, καθώς είχε μαζί του τον επίσης αρχιμηχανικό Βαλέρι Βεσπάλοφ και τον υπεύθυνο βάρδιας Μπόρις Βαράνοφ (οι δυο τελευταίοι αναφέρονται συχνά και λανθασμένα ως στρατιώτες). «Όλοι στο Τσέρνομπιλ παρακολουθούσαν την επιχείρηση. Όταν ο φακός έπεσε πάνω σε έναν αγωγό, γίναμε όλοι χαρούμενοι. Ο αγωγός οδηγούσε στις βαλβίδες. Ακούσαμε το νερό να αδειάζει από τη δεξαμενή. Και λίγα λεπτά αργότερα, μας αγκάλιαζαν όλοι οι άλλοι», είπε στο TASS o Ανανένκο.
Αυτά βέβαια έμελλε να είναι τα τελευταία του λόγια. Παρά το γεγονός ότι οι Σοβιετικοί παρέλειψαν να αναφέρουν τι απόγιναν οι τρεις ήρωες του Τσέρνομπιλ, κρατώντας πεισματικά το στόμα τους κλειστό για τις τύχες τους, αργότερα έγινε γνωστό πως και οι τρεις τους ήταν νεκροί εντός δύο εβδομάδων.
Αυτή είναι η ιστορία τους…
Ο κίνδυνος μετά την αποσόβηση του κινδύνου
Όταν άρχισε να υπερθερμαίνεται ο πυρηνικός αντιδραστήρας εκείνη τη μοιραία βραδιά της 26ης Απριλίου 1986, στη 1:23 ακριβώς, το σύστημα ψύξης παρουσίασε δυσλειτουργία. Η ατομική καρδιά του αντιδραστήρα Νο 4 του σοβιετικού πυρηνικού σταθμού αναφλέγεται κατά τη διάρκεια τεστ ασφαλείας έπειτα από λάθος χειρισμό και ακολουθεί έκρηξη που τινάζει στον αέρα ολόκληρο το κτίριο. Ραδιενεργό νέφος απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα.
Η τραγωδία στον πυρηνικό αντιδραστήρα κατατάσσεται στη μέγιστη προβλεπόμενη τάξη ατυχημάτων της Διεθνούς Κλίμακας Πυρηνικών Γεγονότων και διαφαίνονται αμέσως τα κατασκευαστικά ψεγάδια του Τσέρνομπιλ. Και οι τέσσερις αντιδραστήρες του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας ψύχονταν με τη βοήθεια του νερού. Το στρατηγικό λάθος εδώ ήταν ότι σε περίπτωση βλάβης ή ανεπαρκούς ψύξης, οι αντιδραστήρες αφήνονταν να υπερθερμανθούν αντί να τερματίζεται αυτομάτως η λειτουργία τους, αντίθετα δηλαδή με τις διατάξεις των πρωτοκόλλων ασφαλείας.
Και ήταν ακριβώς αυτό το κατασκευαστικό ψεγάδι του ασταθούς σχεδιασμού, επικουρούμενο και από τον πανταχού παρόντα ανθρώπινο παράγοντα (κακή τεχνική κρίση και βεβιασμένες κινήσεις από τους υπευθύνους), που οδήγησαν στην έκρηξη στον τέταρτο αντιδραστήρα. Θέλοντας να ελέγξουν την ικανότητα της γεννήτριας να αντλεί νερό όντας σε αδρανή κατάσταση, οι χειριστές αύξησαν την ισχύ της παρακάμπτοντας όλα τα πρωτόκολλα ασφαλείας σε περίπτωση βλάβης.
Κατόπιν επικράτησε πανικός, όταν η κατάσταση φαινόταν να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, και οι χειριστές απενεργοποίησαν το εφεδρικό σύστημα ψύξης, επιδιώκοντας να δώσουν έτσι στη βασική γεννήτρια τη δυνατότητα να δουλέψει, παρά το γεγονός ότι το νερό έβραζε στο εσωτερικό της. Άλλη μια σειρά από μοιραία λάθη ακολούθησαν που αντί να περιορίσουν τη διαρροή ραδιενέργειας, συνέβαλαν στη δραστικότητα του αντιδραστήρα και καταλήγοντας έτσι στην οριστική έκρηξή του τις πρώτες πρωινές ώρες της 26ης Απριλίου.
Μόλις απελευθερώθηκε η πύρινη κόλαση, εκατοντάδες πραγματικά πυροσβέστες κατέφτασαν τάχιστα στο σημείο και προσπάθησαν με νύχια και με δόντια να δαμάσουν την πυρκαγιά που μαινόταν στον αντιδραστήρα: περίπου 300 τόνοι νερού ρίχνονταν την ώρα σε ό,τι απέμενε από τον αντιδραστήρα, ο οποίος είχε καταστραφεί χωρίς δυνατότητα επιστροφής. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας, οι προσπάθειες κατάσβεσης σταμάτησαν έπειτα από μισή σχεδόν ημέρα επιχειρήσεων, κι αυτό λόγω του κινδύνου να πλημμυρίσουν οι αντιδραστήρες Νο 1 και Νο 2.
Την επόμενη μέρα, ο τέταρτος αντιδραστήρας συνέχισε να φλέγεται, οπότε κάπου 5.000 τόνοι (σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία) βορίου, αργίλου, άμμου, δολομίτη και μολύβδου ρίχτηκαν με ελικόπτερα πάνω στον αντιδραστήρα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να τιθασευτούν οι πύρινες γλώσσες και να καλυφθούν τα ραδιενεργά υλικά.
Χρειάστηκε μία ολόκληρη μέρα για να συνειδητοποιήσει η σοβιετική κυβέρνηση την κλίμακα του ατυχήματος αλλά και τις τραγικές του συνέπειες. Μόνο τότε δόθηκε εντολή για πλήρη εκκένωση της γειτονικής πόλης Πριπιάτ, αλλά και των γύρω οικισμών, σε μια ακτίνα πάνω από 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κι ενώ εκατοντάδες χιλιάδες ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους και μετεγκαταστάθηκαν αλλού, για κάποιους άλλους ήταν ήδη πολύ αργά: τουλάχιστον 28 άνθρωποι πέθαναν στις επόμενες μέρες, είτε πυροσβέστες που μάχονταν με τη φωτιά είτε εργαζόμενοι στο Τσέρνομπιλ που προσβλήθηκαν από την τεράστια έκλυση ακτινοβολίας.
Και βέβαια, την ώρα που εκκενωνόταν ο ντόπιος πληθυσμός, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να παρατηρούν μια κλιμάκωση στη ραδιενεργή δραστηριότητα στα εδάφη τους. Οι ειδήσεις για την πυρηνική καταστροφή δημοσιεύτηκαν εξάλλου μόνο δύο μέρες μετά το ατύχημα, με τις τοξικές αναθυμιάσεις και τα μολυσμένα ύδατα να διαρρέουν για τουλάχιστον δύο εβδομάδες ακόμα. Η Ουκρανία, η Λευκορωσία και άλλα τμήματα της τότε ΕΣΣΔ προσβλήθηκαν ανεπανόρθωτα, αν και η ραδιενέργεια δεν υπήρχε τρόπος να περιοριστεί εντός των εθνικών συνόρων, αγγίζοντας σύντομα και άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Τα ραδιενεργό νέφος έριξε την καρκινική σκιά του στα πέρατα της Ευρώπης, φτάνοντας ακόμα και στις Βρετανικές Νήσους, αλλά και στη χώρα μας φυσικά.
Η γιγαντιαία φωτιά έκαιγε για εννιά ολόκληρες μέρες, αν και την έκτη ημέρα έγινε σαφές πως ένας μεγαλύτερος πονοκέφαλος ήταν προ των πυλών. Την ώρα που ρομπότ έρχονταν μαζικά από την ΕΣΣΔ, τη Γερμανία, ακόμα και την Ιαπωνία, για την απομάκρυνση των ραδιενεργών αποβλήτων (στις επιχειρήσεις χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και τρακτέρ αλλά και ένα πειραματικό σοβιετικό σεληνιακό όχημα!), τα μηχανήματα δεν μπορούσαν να αντέξουν τα υψηλά επίπεδα της ραδιενέργειας και της θερμότητας.
Κι έτσι επιστρατεύτηκε και πάλι ο ανθρώπινος παράγοντας, που με φτυάρια στα χέρια καθάριζε τώρα τα τοξικά απόβλητα. Οι Ρευστοποιητές, όπως ονομάστηκαν, πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα για τις ηρωικές τους προσπάθειες, καθώς με όχημα τις στολές τους από μόλυβδο και τις αναγκαστικά αργοκίνητες κινήσεις τους έσωζαν την Ευρώπη από ακόμα φριχτότερες επιπτώσεις της νέας πυρηνικής εποχής.
Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες άντρες (μιας και η σοβιετική μυστικοπάθεια δεν ανακοίνωνε ποτέ αριθμούς), έδωσαν άνισο αγώνα με τη ραδιενέργεια παλεύοντας για ώρες κάθε μέρα με τα τοξικά συντρίμμια, εκεί που μόλις 40 δευτερόλεπτα έκθεσης σε τέτοια επίπεδα ραδιενέργειας λογίστηκαν ως το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο για μια ολόκληρη ανθρώπινη ζωή!
Όπως ξέρουμε, ήταν αυτή η τιτάνια προσπάθεια καθαρισμού που επέτρεψε την κατασκευή της Σαρκοφάγου, ενός από τα πλέον δύσκολα μηχανικά στοιχήματα της ανθρωπότητας, μιας και το τεράστιο περίβλημα έπρεπε να κατασκευαστεί ταχύτατα και να αντέξει για δεκαετίες, κλείνοντας στο εσωτερικό του τον «συντονιστή» από γραφίτη, 2.500 τόνους ραδιενεργού άνθρακα δηλαδή, που είχε πυρακτωθεί και χωρίς τις πυροσβεστικές προσπάθειες θα έκαιγε για τους επόμενους τρεις μήνες.
Πόσος πανικός επικράτησε όταν έγινε σαφές πως όλα αυτά δεν ήταν ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετώπιζε το Τσέρνομπιλ, αλλά εκείνη η δεξαμενή κάτω από τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα που έβραζε και απελευθέρωνε μονίμως ραδιενέργεια στην ατμόσφαιρα. Ο μοιραίος Νο 4 βυθιζόταν συνεχώς μέσα στο ενισχυμένο πάτωμά του και ο κίνδυνος να βουλιάξει στην πλημμυρισμένη δεξαμενή που κειτόταν κάτω του ήταν κάτι παραπάνω από ορατός. Οι τόσοι τόνοι νερού που είχαν πέσει στον αντιδραστήρα είχαν συσσωρευτεί κάτω του, πλημμυρίζοντας τα υπόγεια διαμερίσματα.
Αν συνέβαινε αυτό, υπολόγισαν τάχιστα οι σοβιετικοί επιστήμονες, τότε η έκρηξη που θα προκαλούνταν θα ισοπέδωνε μια περιοχή ακτίνας 200 τετραγωνικών χιλιομέτρων, θα κατέστρεφε το Κίεβο, θα μόλυνε τα υδροφόρα κοιτάσματα που παρείχαν πόσιμο νερό σε 30 εκατομμύρια ανθρώπους και θα έκαναν τη βόρεια Ουκρανία και τη γύρω περιοχή μη κατοικίσιμες για περισσότερο από έναν αιώνα! Η Ευρώπη δεν θα ήταν πια η ίδια…
Οι υπερήρωες με τις μολυβδένιες στολές
Η πραγματικότητα της ραδιενεργούς μόλυνσης είναι τραγικότερη απ’ όσο έχουν αφήσει να φανεί η επιστημονική φαντασία και τα κόμικς. Η ραδιενέργεια σκοτώνει επώδυνα, αόρατα και αδιακρίτως. Και μιας και η στιγμή φτιάχνει τους ήρωες, οι τρεις άντρες που έσωσαν τη Γηραιά Ήπειρο από τα χειρότερα αφουγκράστηκαν την ιστορικότητα των καιρών και σήκωσαν το γάντι της πρόκλησης.
Κι ενώ οι σοβιετικές αναφορές περιορίστηκαν σε κάποιες αποσπασματικές απώλειες, σήμερα ξέρουμε με σχετική ασφάλεια ότι όλοι σχεδόν όσοι αναμείχθηκαν ενεργά στην τιτάνια προσπάθεια περιορισμού της μόλυνσης από το Τσέρνομπιλ εμφάνισαν κάποια στιγμή καρκίνο. Στις πρώτες 24 ώρες εξάλλου μετά την έκρηξη, τουλάχιστον 50 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους και άλλοι εκατό υπέφεραν από σοβαρά ραδιενεργά εγκαύματα. Κάποιοι υποβλήθηκαν μάλιστα σε επείγουσες επεμβάσεις και άφησαν την τελευταία τους πνοή εκεί.
Δεν είναι ότι δεν ήξερε λοιπόν τη μοίρα του το απόσπασμα αυτοκτονίας που θέλησε να βουτήξει στα ραδιενεργά νερά, κάτω ακριβώς από τον πυρακτωμένο αντιδραστήρα, για να σώσει τον κόσμο. Με όπλα τους τις στολές από μόλυβδο και τους φακούς τους, οι Ανανένκο, Βεσπάλοφ και Βαράνοφ καταβυθίστηκαν μέσα σε 20.000 τόνους κατάμαυρου νερού και βρήκαν τις βαλβίδες ασφαλείας που θα άδειαζαν τη δεξαμενή.
Όταν η στάθμη της άρχισε να πέφτει, πριν καν βγουν οι τρεις μοιραίοι άντρες από το νερό, οι υπόλοιποι που παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα επιδόθηκαν σε ένα αυθόρμητο χειροκρότημα ενθουσιασμού. Χοροπηδούσαν σαν τρελοί από αγαλλίαση μέσα στα ραδιενεργά συντρίμμια, που θα διεκδικούσαν προοδευτικά και τις δικές τους ζωές, καθώς ήξεραν πως ένας ακόμα χειρότερος πυρηνικός εφιάλτης είχε αποσοβηθεί.
Η ομάδα αυτοκτονίας άρχισε βέβαια να νιώθει την επίδραση της ραδιενέργειας ήδη από τις πρώτες στιγμές που βούτηξε στο μολυσμένο νερό. Πρώτα αυτή τη χαρακτηριστική μεταλλική γεύση στο στόμα και μετά τη ναυτία, τον πυρετό, το πρήξιμο στη γλώσσα και τα μάτια. Κι αυτά ήταν μόνο τα προεόρτια, καθώς οι τρεις τους, όπως και εκατοντάδες άλλοι, σύντομα θα υπέφεραν από «πυρηνικά εγκαύματα», χάνοντας τελικά τη ζωή τους μέσα σε ανείπωτους πόνους.
Οι τρεις λεοντόκαρδοι Ρευστοποιητές πέθαναν μέσα σε δυο βδομάδες από τον άθλο τους και ενταφιάστηκαν σε φέρετρα από μόλυβδο, για να περιοριστεί η ραδιενέργεια του σώματός τους. Είχαν αποσοβήσει όμως τη θερμική έκρηξη που θα έκλεινε την Ευρώπη σε ακόμα ζοφερότερο πυρηνικό κλοιό και, όπως τους είχαν υποσχεθεί, έφυγαν από τον κόσμο ξέροντας πως οι οικογένειές τους θα εξασφαλίζονταν από το σοβιετικό Δημόσιο.
Εκείνη η καταμέτρηση ζωής υπήρξε τουλάχιστον ακριβής: ο φόρος αίματος ανήλθε στα τρία άτομα, όσο ακριβώς είχαν υπολογίσει οι γραφειοκράτες. Μόνο που δεν υπολόγισαν πως θα έφευγαν από τον κόσμο τρεις ήρωες…