Η πανδημία και το «κλείδωμα» που επιβλήθηκε «έσπρωξαν» την οικονομία ξανά στην ύφεση οδηγώντας σε πλήρη κατάρρευση τον παραγωγικό ιστό. Η μετά την καραντίνα εποχή βρίσκει εργαζόμενους και επιχειρήσεις να παλεύουν για την επιβίωσή τους μέσα σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον. Μισθοί, κέρδη, τζίροι καταρρέουν καθιστώντας αναγκαίο για επιχειρηματίες και εργαζόμενους να βρουν κοινά αποδεκτές λύσεις για να αποτραπούν λουκέτα και απολύσεις.
Αυτό πιστοποιεί και η Oxford Economics, που τονίζει ότι η Ελλάδα παραμένει και μετά την άρση των περιορισμών πρωταθλήτρια Ευρώπης στην ανεργία καθώς το ποσοστό της ξεπερνά το 20%, με την Ισπανία να ακολουθεί με… διαφορά στήθους! Επισημαίνει δε πως η χώρα μας θα δυσκολευτεί πολύ να ανακάμψει από αυτό το «χτύπημα» μακροπρόθεσμα.
Οι εργαζόμενοι θα αντιμετωπίσουν ένα νέο τοπίο, όπου όλα θα είναι υποβαθμισμένα – ωράρια, προστασία δικαιωμάτων και αμοιβές – ενώ δεν είναι λίγοι οι επαγγελματικοί κλάδοι που «καταρρέουν».
Ο τουρισμός
Ο πρώτος κλάδος που πλήττεται, και μάλιστα σε διάρκεια, είναι ο τουριστικός. Σύμφωνα με τις πρώτες έρευνες μία στις επτά επιχειρήσεις δηλώνουν πως ενδέχεται να διακόψουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και τότε ο συνολικός απολογισμός χαμένων θέσεων εργασίας (αυτοαπασχολούμενοι κ.λπ.) φτάνει τις 250.000.
Οι απασχολούμενοι στον κλάδο φτάνουν τους 700.000 και, όπως είναι εύκολα κατανοητό, πολλοί από αυτούς θα βρεθούν μπροστά σε απόλυτο αδιέξοδο καθώς υπολογίζεται ότι θα μείνει κλειστό ένα στα τρία ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας. Την ίδια ώρα ξενοδοχεία και καταλύματα χτυπάνε κόκκινο στο τομέα της ανεργίας εξαιτίας των προσλήψεων που δεν έγιναν.
Χαρακτηριστικό είναι ότι από το θετικό ισοζύγιο της «Εργάνης» απουσιάζουν εντελώς τα επαγγέλματα των κλάδων εστίασης και καταλυμάτων (σερβιτόροι, τραπεζοκόμοι και μπάρμαν, υπάλληλοι υποδοχής πελατών ξενοδοχείων, εστιατορίων, καταστημάτων κ.λπ.).
Οι μεταφορές
Δεύτερος κλάδος που πλήττεται είναι οι μεταφορές, καθώς πάγωσαν η παραγωγή και το εμπόριο. Το εμπόριο θα υποστεί βαρύ πλήγμα. Όταν παρέλθει το υποχρεωτικό διάστημα διατήρησης των θέσεων εργασίας, παράγοντες της αγοράς προεξοφλούν ότι θα καταγραφεί κύμα απολύσεων.
Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), μία στις επτά επιχειρήσεις (περίπου 100.000) ενδέχεται να κλείσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων.
Σε ό,τι αφορά την περίοδο της καραντίνας, το δίμηνο δηλαδή Μαρτίου – Απριλίου, κατέρρευσαν επίσης οι προσλήψεις… Προσλήφθηκαν δηλαδή 332.781 άτομα λιγότερα από το περσινό δίμηνο. Σύμφωνα με την «Εργάνη» τον Μάρτιο οι δραστηριότητες υπηρεσιών εστίασης καταγράφουν τη μεγαλύτερη αρνητική μεταβολή με μείον 21.919 θέσεις (+6.010 θέσεις τον Μάρτιο του 2019).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της «Εργάνης» τον Απρίλιο είχαμε 23.000 απολύσεις και 18.000 οικειοθελείς αποχωρήσεις (υποκρύπτουν και απολύσεις), ενώ το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου (πριν το κλείσιμο της οικονομίας) είχαμε 42.000 απολύσεις.
Δυσοίωνες εκτιμήσεις
Απαισιόδοξος άλλωστε για την πορεία του παραγωγικού ιστού εμφανίζεται και ο ΣΕΒ, ο οποίος αναμένει τη μεγαλύτερη αύξηση ανεργίας της δεκαετίας, εκτιμώντας ότι το ποσοστό ανεργίας ίσως ξεπεράσει το 20%. Μάλιστα, θεωρεί πως το κύμα ανέργων θα είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο της περιόδου 2011 – 2013.
Μεγάλη όμως ύφεση και εκτόξευση της ανεργίας προβλέπουν για την Ελλάδα ΔΝΤ, ΟΟΣΑ και Κομισιόν σκιαγραφώντας μία δύσκολη επόμενη μέρα, στην οποία καλούνται να προσαρμοστούν επιχειρήσεις και εργαζόμενοι.
Το ΔΝΤ «βλέπει» ύφεση 10% για τη χώρα μας και εκτόξευση της ανεργίας στο 22,3% από 17,3% το 2019, ενώ ο ΟΟΣΑ εκτιμά πως για κάθε μήνα παράτασης της περιοριστικών μέτρων το ΑΕΠ θα μειώνεται κατά 2%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά για την Ελλάδα ότι το ποσοστό ανεργίας θα ανέλθει στο 19,9% το 2020, ενώ το 2021 θα είναι χαμηλότερο του 2019 κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (16,8%).
Σύμφωνα και με έρευνα του ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ λουκέτο ενδέχεται να βάλουν λόγω της πανδημίας 100.000 επιχειρήσεις με τις χαμένες θέσεις εργασίας λόγω της πανδημίας να αγγίζουν τις 250.000 (εργοδότες, εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι).
Επιπλέον το Ινστιτούτο της ΓΣΕΕ επισημαίνει στο δελτίο του ότι υπάρχει αβεβαιότητα για το εάν οι επιπτώσεις της κρίσης στην αγορά εργασίας θα είναι παροδικές ή εάν θα προκαλέσουν μόνιμες επιπτώσεις κατακερματισμού και όξυνσης των ανισοτήτων σε βάρος των πιο ευάλωτων ομάδων.
Σε κίνδυνο οι συντάξεις;
Την ίδια ώρα οι απώλειες στα ταμεία ενδέχεται να μην σταματήσουν στα 1,6 δισ. μέχρι το τέλος του χρόνου, αλλά να ξεπεράσουν ακόμα και τα 3 δισ.!
«Αυτό εξαρτάται από το βάθος της ύφεσης και το ύψος της ανεργίας. Αν η ύφεση συγκρατηθεί στα επίπεδα του 7% – 8,5% και η ανεργία δεν ξεπεράσει το 20%, τότε οι απώλειες στα ταμεία θα περιοριστούν κάτω από τα 2 δισ. Στην περίπτωση όμως που η ύφεση φτάσει το 12%-13% και η ανεργία ξεπεράσει το 22%, τότε το έλλειμμα των ασφαλιστικών ταμείων θα είναι διπλάσιο» σημείωναν στην «Αυγή» προ ημερών ειδικοί επί ασφαλιστικών θεμάτων.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, έλλειμμα 3,2 δισ. στα ασφαλιστικά ταμεία προκαλούν η ύφεση και η ανεργία, ενώ 1.200.000 μισθωτοί στον ιδιωτικό τομέα οδηγούνται σε νέο «υποκατώτατο μισθό» και αναμένεται να υποστούν μειώσεις από 20% έως 30%. Οι απώλειες αυτές, κατά τους ίδιους ειδικούς ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τις ομαλή καταβολή των συντάξεων και υπ’ αυτό το πρόσχημα να οδηγηθούμε σε μειώσεις.
Σχέδιο πολλαπλών αξόνων
Η κυβέρνηση, επιχειρώντας να αναχαιτίσει το αρνητικό αυτό κλίμα στον χώρο της εργασίας και να περιορίσει το κύμα μαζικών απολύσεων και μειώσεων μισθών που έφερε η πανδημία, παίρνει κάποια μέτρα.
● Επιδότηση των αναστολών εργασίας και τον Ιούνιο.
● Επιδότηση μειωμένου χρόνου / εκ περιτροπής εργασίας από τα δημόσια ταμεία, αλλά και το κοινοτικό πρόγραμμα SURE.
● Πριμοδότηση επιχειρήσεων για διατήρηση θέσεων εργασίας, με επιδότηση μισθολογικού κόστους, αλλά με ρήτρα απολύσεων.
● Επιταγές εργασίας, ώστε o άνεργος να μπει σε θέση εργασίας όχι να παίρνει επίδομα ανεργίας.
● Κάλυψη εισφορών και μισθολογικού κόστους για τους εργαζόμενους στους πληγέντες κλάδους.
Η επιδότηση μισθών και εισφορών υπαλλήλων στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για την πρόσληψη «νέων» ανέργων θα γίνεται μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος για την απασχόληση (SURE) διευρύνοντας την περίμετρο των δικαιούχων σε περίπου 1,5 εκατομμύριο πολίτες, με το συνολικό πακέτο να αγγίζει τα 2,5 δισ. ευρώ.
Επιχειρεί μάλιστα να αναχαιτίσει το κύμα μαζικών απολύσεων και μειώσεων μισθών που φέρνει η πανδημία ενεργοποιώντας από τον Ιούνιο το σχέδιο της επιδότησης μισθών και ασφαλιστικών εισφορών ρίχνοντας στην αγορά 200 – 300 εκατ. ευρώ για να στηρίξει την απασχόληση μέχρι να τρέξει το πρόγραμμα SURE.
Το σχέδιο που επεξεργάζεται το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης κινείται σε τρεις άξονες:
1. Ειδικό επίδομα θα δοθεί σε εποχικά απασχολούμενους στον τουριστικό τομέα, οι οποίοι μπαίνουν στο ταμείο ανεργίας τους χειμερινούς μήνες και φέτος δεν θα μπορέσουν να βρουν δουλειά κατά τη διάρκεια της τουριστικής σεζόν ή θα υποαπασχοληθούν.
2. Την επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για την πρόσληψη εργαζομένων οι οποίοι θα χάσουν τη δουλειά τους λόγω της πανδημίας. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και γενικά εργοδότες του ιδιωτικού τομέα που θα προσλάβουν «νέους» ανέργους.
Το κράτος μέσω του SURE θα αναλάβει να καλύψει τις ασφαλιστικές εισφορές και οι εργοδότες θα καλύψουν το μισθολογικό κόστος. Με τον μηχανισμό αυτόν περιορίζεται το κόστος για τις επιχειρήσεις και στηρίζονται τα ασφαλιστικά ταμεία.
3. Την κάλυψη μέρους του μισθού και των εισφορών των εργαζομένων που θα μπαίνουν σε ευέλικτα σχήματα απασχόλησης όπως σε μερική ή εκ περιτροπής εργασία, ώστε να περιορίζεται η απώλεια των μισθολογικών τους απολαβών. Η κρατική επιδότηση θα καλύπτει μέρος των απωλειών από τη μείωση του μισθού λόγω της αντίστοιχης μείωσης του ωραρίου απασχόλησης.
Το μέτρο πατάει πάνω σε αντίστοιχα μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί σε άλλες χώρες της Ε.Ε., όπως η Γερμανία (μοντέλο Kurzarbeit). Στόχος είναι η συγκράτηση των απολύσεων και η διατήρηση με κρατική επιδότηση των θέσεων εργασίας, βάσει του μοντέλου «μειωμένο ωράριο και επιδότηση για την αναπλήρωση του μειωμένου μισθού».
Ειδικότερα η κρατική επιδότηση αφορά το 60% των απωλειών που ενδεχομένως θα υποστεί ένας εργαζόμενος μίας επιχείρησης από τον ερχόμενο μήνα. Έτσι, αν π.χ. ένας εργαζόμενος από τα 1.400 ευρώ μεικτά πέσει στα 1.000 ευρώ και χάσει 400 ευρώ, το κράτος θα αναλάβει να καλύψει τα 240 ευρώ της μείωσης.
Ο εργαζόμενος δηλαδή θα λάβει ως τελική αμοιβή ποσό ύψους 1.240 ευρώ (1.000 ευρώ από τον εργοδότη του και 240 ευρώ από το κράτος). Συνεπώς η μείωση που θα υποστεί ο εργαζόμενος του παραδείγματος θα ανέλθει τελικά στα 160 ευρώ ή 11% αντί για 400 ευρώ ή 28%. Το ίδιο σενάριο προβλέπει την κάλυψη των εισφορών που αντιστοιχούν στο κρατικό «επιμίσθιο».
Η κρατική επιχορήγηση θα αφορά αποκλειστικά σε όσους έχουν συμβάσεις πλήρους απασχόλησης, ενώ η μείωση των μηνιαίων ωρών εργασίας (και έτσι της αμοιβής), την οποία θα υποστούν οι εντασσόμενοι στον μηχανισμό αυτόν, δεν θα πρέπει να πέσει κάτω από το 50% των μηνιαίων ωρών εργασίας που είχε ένας εργαζόμενος με βάση τη σύμβαση που είχε πριν από την ένταξη του στον μηχανισμό αναπλήρωσης των απωλειών στην αμοιβή του.
Μείωση μέσου μεικτού μισθού
Δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ, ο μέσος μεικτός μισθός των πλήρως απασχολούμενων ανέρχεται στα 1.150 ευρώ, η μείωσή του θα μπορούσε να τον οδηγήσει κατ’ ελάχιστον στα 575 ευρώ (-50%). Με ενδεχόμενη κάλυψη, όμως, του 60% της μείωσης των 575 ευρώ (345 ευρώ), οι συνολικές μέσες αμοιβές θα μπορούσαν να ανέλθουν στα 920 ευρώ, δηλαδή θα υποστούν μείωση 230 ευρώ ή 20%.
Το «καθεστώς» αυτό μπορεί να καλύπτει ακόμα και το 100% του πλήθους των εργαζομένων μίας επιχείρησης (εφόσον είναι όλοι τους είναι πλήρους απασχόλησης). Με άλλα λόγια, μία επιχείρηση θα μπορεί να εντάξει ακόμα και όλους τους εργαζομένους της στο σύστημα επιχορήγησης μέρους της μείωσης του μισθού τους. Εναλλακτικά μπορεί να εντάξει μέρος αυτών, ενώ το υπόλοιπο να συνεχίσει να το αμείβει με τις ισχύουσες συμβάσεις.
Στον μηχανισμό αυτόν θα μπορούν να ενταχθούν όλες οι επιχειρήσεις, είτε ανήκουν σε πληττόμενο κλάδο (δηλαδή έκλεισαν με κρατική εντολή ή συνέχισαν αν και επλήγησαν σημαντικά) είτε όχι, υπό τον όρο ότι κατά τους προηγούμενους τρεις μήνες εμφάνισαν μείωση τζίρου π.χ. τουλάχιστον 20%.
Βασικός όρος, επίσης, για την ένταξη μίας επιχείρησης είναι να μην προβεί σε απολύσεις προσωπικού, τουλάχιστον το διάστημα κατά το οποίο θα επιδοτείται από το κράτος μέρος της μισθοδοσίας τους, αν και παραμένει στο τραπέζι η πρόταση το «πάγωμα» των απολύσεων να αφορά μία περίοδο (π.χ. 30-45 μέρες) και μετά το τέλος της επιδότησης.
Τα μέτρα είναι προσωρινά και θα ισχύσουν κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου.