Μετά από έντονες διαμαρτυρίες των πιστών σε όλη την Ελλάδα για το κλείσιμο των εκκλησιών στο πλαίσιο των μέτρων περιορισμού λόγω πανδημίας, επιχειρείται με δικαστικές προσφυγές το άνοιγμα των ναών με ηπιότερα μέτρα. Ποια είναι τα νομικά επιχειρήματα.
Καθώς οι εορταστικές ημέρες πλησιάζουν και την ίδια στιγμή η πανδημία απαγορεύει τον συνωστισμό, αναζητείται η υγειονομικά ασφαλής «φόρμουλα» για την επαναλειτουργία των εκκλησιών, με στόχο τόσο την ικανοποίηση του θρησκευτικού συναισθήματος όσο και την προστασία της δημόσιας υγείας.
Όπως ανακοίνωσε την προηγούμενη Παρασκευή (11/12) ο Στέλιος Πέτσας, οι εκκλησίες θα είναι ανοιχτές μόνο ανήμερα των Χριστουγέννων και των Φώτων με παρουσία έως και εννέα ατόμων σε όλους τους ναούς και έως 25 ατόμων στους μητροπολιτικούς ναούς, σε όλες τις περιοχές της χώρας.
Μετά τη νέα επανάληψη του κλεισίματος των εκκλησιών τον Νοέμβριο, ο δικηγόρος Γιάννης Χατζηαντωνίου είχε αποφασίσει την προσφυγή στα αρμόδια όργανα ώστε να βοηθήσει τους πιστούς να τελέσουν τις θρησκευτικές τους ανάγκες κατά τις λειτουργίες των Χριστουγέννων και Θεοφανείων.
Κατά τη γνώμη του, οι κυβερνητικές ανακοινώσεις περί ανοίγματος (σ.σ. τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνεια), αλλά με λίγα άτομα, αντιτίθενται στη θρησκευτική ελευθερία, κατά τον ίδιο τρόπο με το να παραμένουν κλειστές οι εκκλησίες.
Έχει κατατεθεί αίτηση αναστολής και αίτηση ακύρωσης και αναμένεται ο προσδιορισμός για δίκη και απόφαση εντός του Δεκεμβρίου από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), εξήγησε ο ίδιος στο Sputnik.
«Στη Γαλλία, η κυβέρνηση επέτρεψε την παρουσία 30 ατόμων στις εκκλησίες την περίοδο των Χριστουγέννων. Το Γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε την απόφαση που, όπως έκρινε, παραβίαζε την θρησκευτική ελευθερία. Περιμένουμε να δούμε τι θα κάνει το ΣτΕ για την αντίστοιχη ελληνική απόφαση που παραβιάζει τη θρησκευτική ελευθερία» επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηαντωνίου.
Τα τρία νομικά προβλήματα που «βλέπει» ο δικηγόρος
Από την αρχή της πανδημίας, συνολικά κατατέθηκαν τέσσερις προσφυγές, τρεις εξ αυτών στο ΣτΕ.
Στόχος ήταν η νομική προσβολή της κανονιστικής πράξης που ρυθμίζει τα ζητήματα της εκκλησίας. Η διαμαρτυρία αφορά στο κλείσιμο των εκκλησιών με το επιχείρημα ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ελλάδας και τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου δημιουργούνται τρία «προβλήματα», όπως ο ίδιος τα χαρακτηρίζει:
Το πρώτο, όπως αναφέρει ο νομικός, ήταν ότι «τα μέτρα αυτά ήταν υπερβολικά, μη καλυπτόμενα από την εξουσιοδότηση των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου».
«Οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου αναφέρουν ρητά ότι εξουσιοδοτείται η κυβέρνηση να λάβει μέτρα για τη μη εξάπλωση του κορονοϊού, αλλά εξουσιοδοτείται να λάβει τα ηπιότερα δυνατά μέτρα. Το επιχείρημα έγκειται στο ότι θα μπορούσαμε με ηπιότερα μέτρα να μην υπάρξει μετάδοση του κορονοϊού από τις εκκλησίες».
Το δεύτερο ζήτημα που θέτει είναι «η παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας και του αυτοδιοικήτου της εκκλησίας». Η θρησκευτική ελευθερία, όπως εξηγεί, προστατεύεται από το άρθρο 13 του Συντάγματος, ενώ το αυτοδιοίκητο από τα άρθρο 3.
Το τρίτο πρόβλημα που εντοπίζει είναι ότι παραβιάζεται η «Αρχή της Αναλογικότητας».
«Αυτό που επισημαίνει η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου είναι εμφανές και από το άρθρο 25 παρ. 1 που αναφέρει ότι “πρέπει να λαμβάνονται τα ηπιότερα δυνατά μέτρα όταν είναι απαραίτητο να περιοριστούν δικαιώματα“».
Οι αλλαγές στα μέτρα για τις εκκλησίες και το χρονικό των νομικών κινήσεων
Ωστόσο από τον Μάρτιο έως σήμερα, οι κρατικές ρυθμίσεις τροποποιούνταν.
Κάθε φορά που άλλαζε η κυβερνητική ρύθμιση, οι δικηγόροι κατέθεταν νέο υπόμνημα όπου εξηγούσαν τις διαφωνίες τους, σύμφωνα με τα όσα ορίζει το Συμβούλιο της Επικρατείας που συνέχιζε τη διαδικασία με υπομνήματα.
«Στην αρχή, ήρθαμε αντιμέτωποι με το πλήρες κλείσιμο των εκκλησιών. Παραβιάστηκε η θρησκευτική ελευθερία, ενώ ήταν δυνατό να γίνονται λειτουργίες με μέτρα ασφαλείας» δηλώνει ο κ. Χατζηαντωνίου.
Στη δεύτερη φάση, το ελληνικό κράτος επέτρεψε να γίνονται λειτουργίες και ακολουθίες, ωστόσο έθεσε σαν όρο να παρίσταται ο ιερέας, οι ψάλτες και ο νεωκόρος και όχι οι πιστοί.
«Τότε επανήλθαμε με το επιχείρημα ότι η θρησκευτική ελευθερία δεν είναι μόνο των ιερέων, αλλά των και των πιστών. Οπότε έχουμε εκ νέου παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας».
Στην τρίτη φάση των μέτρων, επετράπησαν οι λειτουργίες με τη συμμετοχή των πιστών.
Στην αρχή, προβλεπόταν ένας πιστός ανά 15 τετραγωνικά μέτρα, με ανώτατο όριο τα 50 άτομα και απόσταση 2 μέτρων ο ένας από τον άλλο.
«Στο σημείο αυτό η αιτίασή μας ήταν ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε, σε κάθε περίπτωση, πλήγμα στο αυτοδιοίκητο της Εκκλησίας καθότι η απόφαση λαμβάνεται από το κράτος και όχι από τους ιεράρχες».
Με βάση το άρθρο 3 του Συντάγματος, τα ζητήματα της εκκλησίας αποφασίζονται από τη Σύνοδο των Ιεραρχών, σύμφωνα με τον Πατριαρχικό Τόμο του 1850 που απαγορεύει την παρέμβαση του κράτους σε θέματα λειτουργιών, παρατηρεί ο νομικός.
«Από τη στιγμή που η κυβέρνηση έλεγε “2 μέτρα απόσταση για ένα άτομο ανά 15 τετραγωνικά“, επισημάναμε την αντίφαση που δημιουργείται. Το επιχείρημα μας ήταν ότι η ανάλογη ρύθμιση για τα σούπερ μάρκετ ήταν λάθος να ισχύσει για τις εκκλησίες, καθότι οι εκκλησίες έχουν ευνοϊκότερες συνθήκες εξαερισμού. Διαθέτουν ψηλό ταβάνι και παράθυρα με πολύ περισσότερο ωφέλιμο χώρο για τους πιστούς, απ’ ό,τι στα σούπερ μάρκετ που καταλαμβάνεται μεγάλος χώρος από τα ράφια. Μέσα στις εκκλησίες δεν μετακινείται ο κόσμος όπως στα σούπερ μάρκετ, αλλά βρίσκεται καθήμενος».
Μετά από αυτό, εκδόθηκε τον Απρίλιο η απόφαση 60/2020 της επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ.
«Σύμφωνα με αυτή, το ΣτΕ δεν δέχεται την αναστολή των μέτρων που ελήφθησαν για τις εκκλησίες στο πλαίσιο καταπολέμησης της πανδημίας. Όμως, η απόφαση αναφέρει στο σκεπτικό της ότι σε κάθε περίπτωση η θρησκευτική ελευθερία περιορίζεται από τα μέτρα και ότι το κράτος πρέπει να αιτιολογήσει τους περιορισμούς που έχει θέσει και να τους τεκμηριώσει. Αναφέρει ότι η τεκμηρίωση αυτή ελέγχεται δικαστικά από το ίδιο το ΣτΕ. Άρα το ΣτΕ δεν διαπίστωσε ότι τα μέτρα είναι αντισυνταγματικά, αλλά δεν διαπίστωσε ότι συμφωνούν και με το Σύνταγμα. Είμαστε σε μια γκρίζα ζώνη δικαστικά».
Στη συνέχεια, υπήρξε νέα ρύθμιση που χαλάρωσε τα μέτρα αφού έθετε κατ’ ελάχιστο 1,5 μέτρο απόσταση και 10 τετραγωνικά για κάθε πιστό, με ανώτερο όριο τα 50 άτομα σε εκκλησίες από 500 τετραγωνικά και πάνω.
Γι’ αυτή τη ρύθμιση, όπως δήλωσε, «υποστηρίξαμε ότι ο περιορισμός δεν τεκμηριώνεται λόγω του μεγέθους των εκκλησιών».
Πάνω σε αυτό εκδόθηκε νέα απόφαση που ανέφερε ότι το ΣτΕ δεν χρειάζεται να αποφανθεί.
Στη συνέχεια, η επόμενη κρατική ρύθμιση περιλάμβανε ένα άτομο ανά 5 τετραγωνικά μέτρα και 100 άτομα ως ανώτατο όριο.
«Δεν προσβάλαμε την τελευταία απόφαση, καθότι θεωρήσαμε ότι με αυτή οι πιστοί μπορούν να προσέρχονται κανονικά και να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα» εξηγεί ο κ. Χατζηαντωνίου.
Η απαγόρευση των μετακινήσεων και των λιτανειών
Αναφορικά με τις κατ’ εξαίρεση μετακινήσεις, οι κυβερνητικές αποφάσεις ανέφεραν ότι έπρεπε να υπάρχουν μετακινήσεις μόνο για πολύ σοβαρές ανάγκες.
«Οι θρησκευτικές ανάγκες δεν θεωρήθηκαν σοβαρές, ενώ θα έπρεπε. Ήταν απαραίτητο να υπάρχει πρόβλεψη για μετακινήσεις σε πνευματικό» υποστηρίζει ο δικηγόρος.
Αναφορικά με την απαγόρευση των λιτανειών, ο κ. Χατζηαντωνίου ισχυρίζεται ότι ήταν αντισυνταγματικό μέτρο καθότι αντιβαίνει στο άρθρο 3 του Συντάγματος.
«Το άρθρο αυτό υποστηρίζει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας είναι ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και όλες τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Τηρεί απαρασάλευτα τους Ιερούς Αποστολικούς Συνοδικούς Κανόνες και την ιερά παράδοση. Στο πλαίσιο της ιεράς παράδοσης, όταν έχουμε ασθένειες, πραγματοποιούνται λιτανείες. Άρα η μη πραγματοποίηση τους είναι αντισυνταγματική» υπογραμμίζει.
Το συμπέρασμα του νομικού είναι ότι οι εκκλησίες πρέπει να ανοίξουν κανονικά και να τελεστούν οι ακολουθίες με μια σειρά μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας.