Με αφορμή την είδηση ότι τα πρωτεία των θανατηφόρων τροχαίων στην Ελλάδα έχει η Κρήτη και στην Κρήτη τα Χανιά τη στιγμή όπου η Κρήτη είναι για φέτος στις 5 χειρότερες περιοχές της Ευρώπης με τον υψηλότερο αριθμό νεκρών σε τροχαία ανά εκατομμύρια κατοίκους, θα αναφερθούμε σήμερα στον Μολώχ, και πώς δημιουργήθηκε η έκφραση θυσία στον Μολώχ της ασφάλτου.
Όπως θα δείτε, η ιστορία αυτή έχει πολύ ενδιαφέρον αφού οι αντιλήψεις των ανθρώπων άλλαξαν, για να εξυπηρετηθούν και τα συμφέροντα της βιομηχανίας της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Στους δρόμους της Αμερικής των αρχών του 20ού αιώνα, τίποτα δεν κινούνταν με ταχύτητα μεγαλύτερη από 10 μίλια την ώρα. Οι υπεύθυνοι γονείς έλεγαν στα παιδιά τους: «Πηγαίνετε έξω και παίξτε στους δρόμους. Όλη μέρα.» Και τότε συνέβη το αυτοκίνητο. Και τότε τα αυτοκίνητα άρχισαν να σκοτώνουν χιλιάδες παιδιά, κάθε χρόνο.
Πολλοί έβλεπαν το αυτοκίνητο ως μια μηχανή θανάτου.
Ένα σκίτσο εφημερίδας συνέκρινε το αυτοκίνητο ακόμη και με τον Μολώχ, τον θεό στον οποίο οι Αμμωνίτες υποτίθεται ότι θυσίαζαν τα παιδιά τους.
Στις 6 Νοεμβρίου 1923, η εφημερίδα «St. Louis Star» δημοσίευσε ένα σκίτσο του γελοιογράφου με το ψευδώνυμο “Τζέιμς”, με τίτλο «Ο σύγχρονος Μολώχ».
Δείχνει ένα άνδρα που έχει στην πλάτη του την επισήμανση «ασυνείδητοι και κακοί οδηγοί» να προσφέρει στο αυτοκίνητό του μία πιατέλα που έχει μέσα πολλά παιδιά μέσα. Αυτό εμφανίζεται σαν ένα ζωντανό πλάσμα έτοιμο να τα καταβροχθίσει.
Το σκίτσο προκάλεσε μεγάλη εντύπωση και αναπαρήχθη σε πολλά άλλα έντυπα. Σύντομα η έκφραση «θυσία στο Μολώχ του αυτοκινήτου» άρχισε να χρησιμοποιείται από τους Αμερικανούς δημοσιογράφους, κυρίως για τα παιδιά θύματα των τροχών. Ήταν και εκείνα εξίσου αθώα όπως αυτά που θυσιάζονταν στον αρχαίο Μολώχ.
Στην αρχή, οι θάνατοι πεζών θεωρήθηκαν δημόσιες τραγωδίες. Σε δεκάδες πόλεις πραγματοποιήθηκαν παρελάσεις για να τιμήσουν τη μνήμη των νεκρών παιδιών. Οι πόλεις έχτισαν μνημεία. Στις μητέρες των παιδιών που σκοτώθηκαν στους δρόμους δόθηκε ένα ειδικό Λευκό Αστέρι για να τιμηθεί η απώλειά τους.
Η κύρια αιτία για αυτούς τους θανάτους ήταν ότι οι κανόνες του δρόμου ήταν πολύ διαφορετικοί από ό,τι σήμερα. Ένας δρόμος λειτουργούσε σαν ένα αστικό πάρκο ή ένα εμπορικό κέντρο για πεζούς, όπου μπορούσες να κινηθείς προς οποιαδήποτε κατεύθυνση χωρίς να το σκεφτείς πραγματικά. Οι μόνοι κινούμενοι κίνδυνοι ήταν τα ζώα και οι άλλοι άνθρωποι.
Αλλά τα συμφέροντα της αυτοκινητοβιομηχανίας ήθελαν να διεκδικήσουν τους δρόμους για τα αυτοκίνητα. Έτσι, διατύπωσαν μια ριζοσπαστική ιδέα – δεν έφταιγαν τα αυτοκίνητα, αλλά η ανθρώπινη απερισκεψία. Διαπίστωσαν ότι μπορούσαν να αθωώσουν τη μηχανή ρίχνοντας την ευθύνη στο άτομο.
Τα συμφέροντα της αυτοκινητοβιομηχανίας συσπειρώθηκαν με την ονομασία Motordom.
Ένας από τους γκουρού των δημοσίων σχέσεων της Motordom ήταν ο E. B. Lefferts, ο οποίος διατύπωσε μια ριζοσπαστική ιδέα: Μην κατηγορείτε τα αυτοκίνητα, κατηγορήστε την ανθρώπινη απερισκεψία.
Ο Lefferts και η Motordom προσπάθησαν να αθωώσουν τη μηχανή, επιρρίπτοντας την ευθύνη στα άτομα.
Και δεν ήταν μόνο οι οδηγοί που μπορούσαν να είναι απερίσκεπτοι – οι πεζοί μπορούσαν επίσης να είναι απερίσκεπτοι. Τα παιδιά μπορούσαν να είναι απρόσεκτα.
Αυτή η λεπτή μετατόπιση επέτρεψε στους δρόμους να επαναπροσδιοριστούν ως ένα μέρος όπου άνηκαν στα αυτοκίνητα και όπου οι άνθρωποι δεν ανήκαν. Μέρος αυτής του επαναπροσδιορισμού είχε να κάνει με την αλλαγή του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι σκέφτονταν τη σχέση τους με το δρόμο. Το Motordom δεν ήθελε τους ανθρώπους απλά να περπατούν. Επινόησαν έναν νέο όρο: «Jay Walking».
Στις αρχές του 20ού αιώνα, το «jay» ήταν ένας υποτιμητικός όρος για κάποιον από την επαρχία.
Ως εκ τούτου, ο «jaywalker» είναι κάποιος που περπατάει στην πόλη σαν καρακάξα, χαζεύοντας όλα τα μεγάλα κτίρια, και ο οποίος αγνοεί την κυκλοφορία γύρω του.
Ο όρος χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να υποτιμήσει εκείνους που έμπαιναν στη μέση των άλλων πεζών, αλλά το Motordom τον επαναπροσδιόρισε ως νομικό όρο για να σημαίνει κάποιον που διέσχιζε το δρόμο σε λάθος σημείο ή ώρα.
Ποιος ήταν ο Μολώχ;
Όπως συμβαίνει με αρκετή από την αρχαία ιστορία, η ακριβής προέλευση της λατρείας του Μολώχ είναι ασαφής. Ο όρος Μολώχ πιστεύεται πως προέρχεται από το φοινικικό μλκ, που αναφέρεται σ’ έναν τύπο θυσίας που γίνεται για να επιβεβαιώσει έναν όρκο ή να απαλλάξει από αυτόν. Μελέκ είναι η εβραϊκή λέξη για τον «βασιλιά». Συνέβαινε στους Ισραηλίτες να συνδυάζουν το όνομα ειδωλολατρικών θεών με τα φωνήεντα της εβραϊκής λέξης για την ντροπή: «μποσέθ». Κατ’ αυτόν τον τρόπο η θεά της γονιμότητας και του πολέμου Αστάρτη έγινε Αστορέθ. Ο συνδυασμός μλκ, μελέκ και μποσέθ οδηγεί στο αποτέλεσμα «Μολώχ», το οποίο μπορεί να ερμηνευθεί ως «ο προσωποποιημένος βασιλιάς μιας ντροπιαστικής θυσίας». Έχει επίσης προφερθεί ως Μίλκομ, Μίλκιμ, Μαλίκ και Μολώχ. Η Αστορέθ ήταν η σύζυγός του, και η ιερή πορνεία συνιστούσε σημαντική λατρευτική μορφή.
Οι Φοίνικες ήσαν ένας χαλαρά συγκεντρωμένος λαός που κατοικούσε στη Χαναάν (σύγχρονος Λίβανος, Συρία και Ισραήλ) μεταξύ 1550 και 300 π.Χ. Πέραν των σεξουαλικών τελετών, η λατρεία του Μολώχ περιλάμβανε θυσίες παιδιών ή «πέρασμα των παιδιών μέσα από τη φωτιά». Πιστεύεται ότι τα είδωλα του Μολώχ ήσαν γιγάντια μεταλλικά αγάλματα ανθρώπου με μορφή ταύρου. Κάθε μορφή είχε μια τρύπα στην κοιλιά και πιθανόν επιμήκεις πήχεις που σχημάτιζαν ένα είδος ράμπας προς την τρύπα. Μια φωτιά ήταν αναμμένη μέσα ή γύρω από το άγαλμα. Τοποθετούσαν τα μωρά στα χέρια του αγάλματος ή στην τρύπα. Όταν ένα ζευγάρι θυσίαζε το πρωτότοκό τους, πίστευαν πως ο Μολώχ θα εξασφάλιζε οικονομική ευημερία στην οικογένεια και στα παιδιά που θα γεννιόντουσαν.
Η λατρεία του Μολώχ δεν περιορίστηκε στη Χαναάν. Μονόλιθοι στη Βόρειο Αφρική φέρουν το χάραγμα «μλκ» -συχνά γραμμένο «μλκ’μρ» και «μλκ’ντμ», το οποίο μπορεί να σημαίνει «θυσία αρνιού» και «θυσία ανθρώπου». Στη Βόρεια Αφρική ο Μολώχ μετονομάστηκε σε «Κρόνος». Ο Κρόνος αποδήμησε στην Καρχηδόνα, στην Ελλάδα, και η μυθολογία του επεκτάθηκε και συμπεριέλαβε την μετατροπή του σε Τιτάνα και πατέρα του Διός. Ο Μολώχ συνδέεται μερικές φορές και εξισώνεται με τον Βάαλ, αν και η λέξη βάαλ χρησιμοποιούταν, επίσης, για να προσδιορίσει οποιονδήποτε θεό ή κυβερνήτη.
Στη Γένεση 12 ο Αβραάμ ακολούθησε την κλήση του Θεού να πορευτεί στη Χαναάν. Αν και η ανθρώπινη θυσία δεν ήταν καθιερωμένη στη γενέτειρα Ουρ του Αβραάμ, ήταν καλά ριζωμένη στη νέα του γη. Ο Θεός αργότερα ζήτησε από τον Αβραάμ να προσφέρει τον Ισαάκ ως θυσία (Γένεση 22:2). Αλλά κατόπιν ο Θεός διαχώρισε τον εαυτό Του από θεούς όπως ο Μολώχ. Σε αντίθεση με τους εντόπιους θεούς της Χαναάν, ο Θεός του Αβραάμ απεχθανόταν την ανθρώπινη θυσία. Ο Θεός πρόσταξε τη θυσία του Ισαάκ αλλά προμήθευσε ένα κριάρι για να αντικαταστήσει τον Ισαάκ (Γένεση 22:13). Ο Θεός χρησιμοποίησε αυτό το γεγονός ως μια εικόνα του τρόπου με τον οποίο ο ίδιος μεταγενέστερα θα παρείχε τον δικό Του Γιο για να πάρει τη δική μας θέση.
Για περισσότερα από πεντακόσια χρόνια μετά τον Αβραάμ, ο Ιησούς του Ναυή οδήγησε τους Ισραηλίτες από την έρημο στην κατάκτηση της υπεσχημένης γης. Ο Θεός γνώριζε ότι οι Ισραηλίτες ήσαν ανώριμοι και εύκολα ξέφευγαν από τη λατρεία του ενός αληθινού Θεού (Έξοδος 32). Πριν ακόμη εισέλθουν στη Χαναάν, ο Θεός τους προειδοποίησε να μη συμμετέχουν στη λατρεία του Μολώχ (Λευιτικό 18:21) και επανειλημμένα τους είπε να καταστρέψουν οτιδήποτε σχετιζόταν με τη λατρεία του Μολώχ. Οι Ισραηλίτες δεν φύλαξαν τις προειδοποιήσεις του Θεού. Αντιθέτως, ενσωμάτωσαν τη λατρεία του Μολώχ στις δικές τους παραδόσεις. Ακόμη κι ο Σολομών, ο σοφότατος βασιλιάς, επηρεάστηκε από τη θρησκεία αυτή και οικοδόμησε τόπους λατρείας στον Μολώχ και σε άλλους θεούς (Α΄ Βασιλέων 11:1-8). Η λατρεία του Μολώχ λάβαινε χώρα στους «υψηλούς τόπους» (Α΄ Βασιλέων 12:31), όπως επίσης και στη στενή ρεματιά έξω από την Ιερουσαλήμ που αποκαλείται κοιλάδα Εννόμ (Β΄ Βασιλέων 23:10).
Παρά τις κάποιες προσπάθειες ευσεβών βασιλιάδων, η λατρεία του Μολώχ δεν εξαλείφθηκε ως να έρθει η βαβυλωνιακή αιχμαλωσία. Αν και η βαβυλωνιακή θρησκεία ήταν πανθεϊστική και ασκούνταν η αστρολογία και η μαντεία, δεν γίνονταν ανθρωποθυσίες. Η διασπορά των Ισραηλιτών σ’ έναν μεγάλο ειδωλολατρικό πολιτισμό, κατά κάποιο τρόπο επέτυχε τον καθαρισμό τους από τους ψεύτικους θεούς τους. Όταν οι Ιουδαίοι επέστρεψαν στη γη τους, αφιέρωσαν και πάλι τους εαυτούς τους στον Θεό και η κοιλάδα Εννόμ μετατράπηκε σε καιόμενο σκουπιδότοπο, στον οποίο πέταγαν και τα σώματα των εκτελεσμένων εγκληματιών. Ο Χριστός χρησιμοποίησε την εικόνα του τόπου αυτού –μια φωτιά που καίει χωρίς σταματημό, που καταναλώνει αμέτρητα ανθρώπινα θύματα- για να περιγράψει την κόλαση, όπου αυτοί που απορρίπτουν τον Θεό θα καίγονται αιωνίως (Ματθαίος 10:28).
Με πληροφορίες από gotquestions.org, 99percentile.org