26.6 C
Chania
Monday, May 6, 2024

Από την απελευθέρωση στην ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα (31.3.1948)

Γράφει ο Γιώργος Λιμαντζάκης*

*Απόφοιτος Τουρκικών Σπουδών, κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος (ΜΑ)
στις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές, Υποψήφιος Διδάκτωρ
στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστημίου.

Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται εξηντά εφτά χρόνια από την επίσημη παράδοση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, της τελευταίας περιοχής που ενσωματώθηκε στο ελληνικό κράτος. Τα νησιά είχαν καταληφθεί από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1522, μετά από πεντάμηνη πολιορκία που έληξε με την άλωση της Ρόδου και την παράδοση των Ιωαννιτών Ιπποτών, οι οποίοι βρήκαν έκτοτε καταφύγιο στη Μάλτα. Έκτοτε, και για περίπου τέσσερις αιώνες παρέμειναν τουρκικά, έως ότου οι Ιταλοί αποβίβασαν στρατεύματα και τα κατέλαβαν το Μάιο του 1912, σε μια απόπειρα να εκβιάσουν το τέλος του ιταλοτουρκικού πολέμου που είχε ξεκινήσει στη Λιβύη μερικούς μήνες νωρίτερα. Με βάση τη Συνθήκη του Ουσύ, που τερμάτιζε τον πόλεμο αυτό (18 Οκτωβρίου 1912), οι Ιταλοί δεσμεύονταν να επιστρέψουν τα νησιά την Τουρκία, αλλά εκμεταλλευόμενοι την έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων καθυστέρησαν την αποχώρησή τους, στερώντας την Ελλάδα από τη δυνατότητα να τα καταλάβει, όπως έκανε με τα υπόλοιπα νησιά του ανατολικού Αιγαίου (Λήμνο, Σαμοθράκη, Ίμβρο, Τένεδο, Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία).

Σπιτικές Προτάσεις

Μπακαλιάρος πλακί φούρνου
Ξαρμυρίζουμε ως συνήθως τον μπακαλιάρο απ’ την προηγούμενη μέρα. Τον κόβομε κομμάτια του αφαιρούμε τα πτερύγια. Τον βάζομε σε ταψί, κόβομε πατάτες στα τέσσερα τις αλατίζομε χωριστά τις πιπερώνομε τις βάζομε γύρω απ’ τον μπακαλιάρο.

Με αφορμή την κατάληψη στον ραδιοσταθμό “Κόκκινο”

Έχω ακούσει από πολλούς φίλους ότι όσοι προβαίνουν στις καταλήψεις επιλέγουν “εύκολους στόχους”. Λένε μάλιστα ότι αν πραγματικά ήθελαν να συγκρουστούν με κατεστημένες αντιλήψεις τότε θα έπρεπε να προβούν σε κατάληψη σε καθεστωτικά μέσα ενημέρωσης και όχι σε μέσα όπως ο ραδιοσταθμός στο “Κόκκινο” που έχει αποδείξει επί σειρά ετών ότι στηρίζει τους κοινωνικούς και εργατικούς αγώνες. Συνεχίζουν μετά και λένε ότι η κυβέρνηση αυτή, σε αντίθεση με τις προηγούμενες, σκοπεύει πράγματι να δώσει λύση στα ζητήματα και ως εκ τούτου δεν υπάρχει λόγος κινητοποιήσης “αφού τα ίδια θέλουμε”. Για να καταλήξουν: “μήπως οι αντιεξουσιαστές τελικά αυτό επιθυμούν; Να στείλουνε τα ΜΑΤ; Για να αποδειχθεί ότι είμαστε όλοι ίδιοι; Ε, δεν είμαστε ίδιοι.”.

Ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του από το 2012, έδινε έμφαση στο γεγονός ότι ψήφος στην Αριστερά δε σημαίνει ανάθεση όλων των ευθυνών σε μία κυβέρνηση.

Σε μία δήλωσή του στο babushka.gr που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο έλεγε:

“…σημασία δεν έχει να αντιδράσει μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ αλλά και όσοι  μας ψήφισαν.  Η ψήφος δεν είναι ανάθεση έργου. Πρέπει να αποκτήσει η κοινωνία την κουλτούρα της συμμετοχής, της συνδιαμόρφωσης και της ανάληψης ευθύνης της ζωής της.”

Ενώ στις προγραμματικές του δηλώσεις τον Φεβρουάριο του 2015 είπε:

“Ο λαός δεν έκανε ανάθεση ευθύνης, πήρε την ευθύνη στα χέρια του”

Τώρα, είναι γεγονός ότι διαφαίνεται μία κάποια μεταστροφή μεταξύ των δηλώσεων του 2012 και αυτών που έκανε τον Φεβρουάριο του 2015. Είναι διαφορετικό να δηλώνεις ότι η ψήφος δεν είναι ανάθεση έργου και να ζητάς την ενεργή συμμετοχή του λαού με την ανάληψη της ευθύνης για τη ζωή του, και είναι διαφορετικό να θεωρείς ότι ο λαός με την ψήφο του αναλαμβάνει την ευθύνη που του αντιστοιχεί, λες και αυτό αρκεί για να έρθει η οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή.

Η μεταστροφή αυτή, αν και δε με βρίσκει σύμφωνο, είναι κατανοητή. Μία κυβέρνηση με σαφή αριστερή κατεύθυνση, έχει δικαίωμα και εν μέρει είναι αναγκαίο να τονίζει προς όλες τις πλευρές, ότι δεν αναλαμβάνει απλά την εξουσία για να διαχειριστεί την πραγματικότητα – αυτά τα έκαναν οι άλλοι – αλλά έρχεται για να χρησιμοποιήσει την εξουσία και να αναλάβει την ευθύνη ώστε να αλλάξει την πραγματικότητα. Εις το όνομα του λαού και ολόκληρης της κοινωνίας.

Είναι θεμιτό. Όμως δεν είναι μόνο έτσι.

Γιατί, για ένα τμήμα αυτού του λαού ούτε η ψήφος αποτελεί επιλογή. Οι αντιεξουσιαστές, συμφωνούμε ή διαφωνούμε μαζί τους, όπως και άλλα τμήματα της αριστεράς, δεν αναθέτουν στην κυβέρνηση, αλλά συμμετέχουν και αναλαμβάνουν την ευθύνη να συνδιαμορφώσουν την πραγματικότητα, όπως γνωρίζουν αυτοί καλύτερα: από τα κάτω.

Με λάθη και πολλές παραλείψεις και ελλείψεις, με αυτισμούς ίσως και με αποτυχίες, όμως πάντα ως ενεργά τμήματα της κοινωνίας που δεν παρακολουθούν την πραγματικότητα από την πολυθρόνα του καθιστικού τους. Διεκδικούν το παρον τους και αγωνίζονται για αυτά που θεωρούν δίκαια. Με δυναμικό τρόπο.

Τις κινητοποιήσεις συνεχίζει κι ένα μεγάλο τμήμα της Αριστεράς που δεν είναι στην κυβέρνηση. Ασκεί πίεση ώστε να εκπληρωθούν τα υποσχεθέντα ή ζητούν ακόμα παραπάνω. Αλλά πρωτίστως, ζητούν από τους πολίτες να είναι ενεργοί.

Σε μία τέλεια κοινωνία, όπου όλος ο λαός θα ήταν ενεργός και συνειδητοποιημένος, ο κάθε πολίτης θα συμμετείχε ως ώριμο υποκείμενο σε συνελεύσεις γειτονιάς ή συνοικιών ή σωματείων και θα διεκδικούσε μέσω δημοκρατικών διαδικασιών αλλά και σε συνεργασία με φορείς τη βελτίωση των συνθηκών της καθημερινότητάς του. Θα αναλάμβανε την ευθύνη την ύπαρξής του. Και το ενδεχόμενο κόστος των λαθών του. Αυτό θα ήταν το ιδανικό.

Αυτό, σήμερα υπάρχει. Όμως, σε πολύ μικρή κλίμακα. Και με πολλά προβλήματα. Υπάρχει απόσταση από το ιδανικό, όμως, ήδη υπάρχει υλικό.

Έως πρόσφατα, στους ίδιους δρόμους και με τα ίδια αιτήματα, με τις ίδιες μεθόδους και μέσω των ίδιων διαδικασιών, συμμετείχε και ένα μεγάλο κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ. Και σήμερα, παρά του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κυβέρνηση, πολλοί οι οποίοι ψήφισαν ή στήριξαν το κόμμα της Αριστεράς συνεχίζουν να συμμετέχουν. Γιατί πιστεύουν στο ίδιο ιδανικό, του ενεργού πολίτη που συνδιαμορφώνει τις συνθήκες του παρόντος του: αναλαμβάνει την ευθύνη για την αλλαγή που θέλει να δει στον κόσμο.

Γιατί σήμερα λοιπόν να προκαλούν τέτοια αμηχανία κάποιες κινητοποιήσεις; Γιατί σήμερα, η κυβερνητική αριστερά να αναζητά το μονοπώλιο της δράσης; Γιατί, αν και όχι ανοιχτά, αρνείται την αντίδραση; Τι θέλει να αναιρεσει; Τι φοβάται; Ποιο είναι το άγνωστο και το πρωτόγνωρο που έχει να αντιμετωπίσει;

Εγώ αυτό που αντιλαμβάνομαι είναι ότι εδώ υπάρχει ένας πόλεμος για νόημα.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση των αντιεξουσιαστών που κινητοποιούνται λ.χ. σχετικά με το ζήτημα των φυλακών τύπου Γ’ σε αλληλεγγύη στην απεργία πείνας των κρατουμένων, η εκφρασμένη θέληση της κυβέρνησης είναι να δώσει λύση σε κάποια από τα ζητήματα μέσω σχετικού νομοσχεδίου. Όσοι κινητοποιούνται όμως δε μπορούν να εφησυχαστούν από υποσχέσεις. Όχι όταν κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές και οι συνθήκες στις φυλακές παραμένουν άθλιες.

Δεν εφησυχάζονται γιατί δεν αποδέχονται τη λογική της ανάθεσης: δεν αποδέχονται ότι δε χρειάζονται διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις. Και πρωτίστως, πέρα από την ειδική διεκδίκησή τους, όσο περίεργο και αν ακουστεί, διεκδικούν το δικαίωμά τους να διεκδικούν.

Λένε: Οι διαμαρτυρίες δεν είναι κενές νοήματος. Αν η πρόθεση της κυβέρνησης είναι να σταθεί δίπλα στις διεκδικήσεις, τότε θα πρέπει να καταγραφεί και η διεκδίκηση. Δε δίνουν λευκή επιταγή. Δεν αρκούν οι καλές προθέσεις. Η κυβέρνηση πρέπει να αποδείξει ότι θα δώσει λύσεις. Με πράξεις. Κι εμείς θα ασκούμε πίεση. Έτσι λένε.

Τώρα, κάποιοι θα πουν πως οι δράσεις πρέπει να είναι και αποτελεσματικές αμφισβητώντας τις επιλογές που έχουν κάνει. Όμως, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Οι επιλογές και ο τρόπος μπορεί να είναι λάθος, οι διεκδικήσεις όμως όχι.

Η κυβέρνηση από την πλευρά της προβάλλει τη λογική ότι “εμείς δεν είμαστε όπως οι άλλοι. Εμείς συμφωνούμε μαζί σας. Εμείς ξέρουμε καλύτερα τις ανάγκες της κοινωνίας. Εμείς γιγαντωθήκαμε μέσα από τους κοινούς αγώνες Εμείς θα διεκδικήσουμε για εσάς. Ήρθαμε για να πραγματώσουμε τα αιτήματα αυτών των αγώνων”.

Κατά έναν περίεργο όμως τρόπο, κι ενώ λίγοι αμφιβάλλουν για τις προθέσεις της κυβέρνησης, σχεδόν αντιστραμμένα από τον λόγο που προβάλλει, η σημερινή κυβέρνηση της Αριστεράς ζητά το ίδιο όπως θα ζητούσε κάθε άλλη κυβέρνηση.

Αν απογυμνώσουμε τον λόγο της, τότε προκύπτει το εξής: “Δεν υπάρχει λόγος για να κάνετε κινητοποιήσεις. Δεν θέλουμε κινητοποιήσεις. Εφόσον δεν το καταλαβαίνετε, τότε θα μας αναγκάσετε να στείλουμε τα ΜΑΤ.”

Όμως, με μία ουσιαστική διαφορά.

Πλέον, η απειλή χρήσης βίας ενάντια σε όσους διαμαρτύρονται δεν έρχεται ως επιθυμία καταστολής μίας δράσης που είναι ενοχλητική για την κυβέρνηση αλλά περίπου η ευθύνη πλέον περνάει σε όσους διαμαρτύρονται που ανάγκαζουν την κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει βία ενώ δεν το επιθυμεί. Έτσι, η ενδεχόμενη βία είναι νομιμοποιημένη. Και όσοι αντιδρούν, δηλαδή αυτοί που δεν αναθέτουν στην κυβέρνηση αλλά διεκδικούν, αυτοί που κατέχουν σε μεγαλύτερο βαθμό αυτό που ο Αλέξης Τσίπρας περιέγραψε ως “κουλτούρα της συμμετοχής, της συνδιαμόρφωσης και της ανάληψης ευθύνης της ζωής” βρίσκονται πλέον απέναντι.

Κι εδώ χρειάζεται προσοχή.

Η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε είναι πράγματι πρωτόγνωρη. Η πρώτη φορά της Αριστεράς στην κυβέρνηση επανακαθορίζει τους όρους της κοινωνικής διαβούλευσης.

Από τη μία πλευρά είναι αναμφίβολο γεγονός ότι η Αριστερά, σε συγκυβέρνηση βεβαίως με τους ΑΝΕΛ, κυβερνά στην Ελλάδα. Ναι, είναι πρωτόγνωρο. Την ίδια στιγμή όμως, ακόμα και αν πράγματι η κυβέρνηση έχει σκοπό να τηρήσει τις υποσχέσεις της, σήμερα είναι ο κυρίαρχος φορέας εξουσίας σε μία χώρα με εντονότατα κοινωνικά προβλήματα.

Και η Αριστερά στην Ελλάδα που ήρθε στην εξουσία μέσα από τους κοινωνικους αγώνες ενάντια στις συνθήκες τις οποίες παρέλαβε, σήμερα ζητά την παύση ή την χαλάρωση της δράσης των ίδιων φορέων που έκαναν εφικτή αυτή την αλλαγή.

Ζητά την απονέκρωση των κυττάρων της κοινωνικής αντίστασης που εν τέλει την οδήγησαν στην εξουσία.

Ζητά, δηλαδή, από αυτό το τμήμα της κοινωνίας που δεν εφησυχάζεται με μία ψήφο κάθε τέσσερα χρόνια, που δεν κάθεται στον καναπέ και αγωνίζεται, να παύσει. Είναι εφικτό αυτό; Είναι λογικό το αίτημα; Ας το σκεφτούμε καλύτερα.

Άραγε, είναι αυτό προς το συμφέρον μίας κυβέρνησης Αριστεράς; Ποιος θα ελέγχει την Αριστερά αν όχι ο ίδιος ο λαός; Ποιοι δεν έχουν δικαίωμα στην αντίδραση; Και ποιος θα ορίσει τι ειδους αντίδραση επιτρέπεται; Κι άραγε, αν η κατάληψη είχε γίνει στις εγκαταστάσεις του Mega η σημερινή κυβέρνηση θα έδινε την συγκατάθεσή της; Θα επικροτούσε;

Η αλήθεια είναι απλή. Πέρα από τις αναγνωρισμένες καλές προθέσεις, η πραγματικότητα “εδώ έξω” παραμένει βάρβαρη.

Η ανεργία παραμένει κοντά στο 30%. Η φτώχια και η εξαθλίωση δε μειώνονται απλά επειδή ανέλαβε την εξουσία η Αριστερά. Τα σχολεία και τα νοσοκομεία βρίσκονται υπό καθεστώς διάλυσης. Όσοι δουλεύουν, συνήθως εργάζονται υπερωριακά, με εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς. Η κατάσταση στις φυλακές είναι δραματική. Οι αυτοκτονίες συνεχίζονται. Οι νέοι συνεχίζουν να φεύγουν μετανάστες. Τίποτα από αυτά δεν αλλάζει από τη μία στιγμή στην άλλη, είναι αλήθεια. Όχι μόνο με μία αλλαγή κυβέρνησης.

Ο κόσμος αναγνωρίζει ότι αυτή η κυβέρνηση έχει καλές προθέσεις. Αναγνωρίζει επίσης ότι καλείται να αντιμετωπίσει μία κατάσταση εξαιρετικά δύσκολη. Όμως η βία της πραγματικότητας παραμένει. Όπως και παραμένει άγνωστο τι θα ισχύει σε μερικούς μήνες.

Ως εκ τούτου, δεν είναι απλά υγιές αλλά είναι και αναγκαίο να υπάρχουν αντιδράσεις και είναι λάθος να αποσιωπούμε την πραγματικότητα ελπίζοντας ότι αυτή η κυβέρνηση δε θα προδόσει τις προσδοκίες του λαού. Η ανάθεση της ευθύνης για το μέλλον μας σε μία κυβέρνηση και στα σχετικά υπουργεία, απλά, για πολλούς ανθρώπους, δεν είναι επιλογή. Και ευτυχώς θα έλεγα.

Γιατί αυτοί οι άνθρωποι, ενεργοί ως είναι, μην έχοντας αναθέσει το μέλλον τους σε άλλους, αναλαμβάνοντας τμήμα της ευθύνης που τους αναλογεί. Δεν πρόκειται μεν να είναι ευχάριστοι σε κανέναν, δεν πρόκειται να κολακέψουν – τώρα που όλα πηγαίνουν σχετικά ομαλά – αλλά δεν πρόκειται ούτε να λιθοβολήσουν. Γιατί δεν έχουν αυταπάτες για το τι πραγματικά μπορεί να πετύχει μία κυβέρνηση. Και ως ενεργά υποκείμενα γνωρίζουν ότι και αυτοί διαμορφώνουν το μέλλον τους. Έχουν μερίδιο ευθύνης. Δεν αναθέτουν σε άλλους.

Αυτό που θα πρέπει να καταλάβουν στην κυβέρνηση είναι ότι είναι ευλογία οι πολίτες να αντιδρούν μέσω συλλογικών κινητοποιήσεων στις κινήσεις της. Και θα ήταν ευλογία αν όλοι οι πολίτες αυτής της χώρας ήταν ενεργοί. Η κοινωνία μας θα ήταν διαφορετική.

Οι ενεργοί πολίτες που κινητοποιούνται μπορούν να είναι η πιο ισχυρή αντιπολίτευση. Και μόνο με μία τέτοια αντιπολίτευση η κυβέρνηση θα πετύχει. Αυτός θα είναι ο πιο ισχυρός της σύμμαχος. Το πιο ισχυρό της χαρτί.

Ας το έχουν υπόψη τους αυτό. Είναι οι μόνοι πραγματικοί τους σύμμαχοι.

Αρκεί βεβαίως και αυτοί που αντιδρούν και κινητοποιούνται να είναι έτοιμοι να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους. Να αντιληφθούν, δηλαδή, ότι πλέον απέναντί τους δεν έχουν ένα ακόμα κόμμα εξουσίας. Ότι η διακυβέρνηση της χώρας από ένα κόμμα της Αριστεράς δημιουργεί νέες συνθήκες.

Χρειάζεται ωριμότητα, διάθεση διαλόγου και ευρύτητα αντιλήψεων. Αυτή η ευκαιρία, δεν υπάρχει περιθώριο να χαθεί.

Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΝΩΝ «Ελέησόν με, ο Θεός, ελέησόν με»

Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Θ. Χατζηνικολάου
Θεολόγος, τ. λυκειάρχης

Ο άγιος Ανδρέας Κρήτης (εορτάζεται κάθε χρόνο στις 4 Ιουλίου) είναι μια από τις ασκητικές και ποιητικές μορφές της Εκκλησία, γεννηθείς γύρω στα 600 μ.χ. Υπερασπιστής της ορθοδόξου πίστεως και μεγάλος μελωδός της Εκκλησίας μας.

“Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη Βουλή των Ελλήνων την άνοιξη του 1932” από την εταιρεία θεάτρου “Μνήμη”

Η Εταιρεία Θεάτρου ΜΝΗΜΗ και το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος», με αφορμή τη συμπλήρωση των 150 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου πολιτικού, παρουσιάζουν, θεατρική παράσταση-ντοκουμέντο με τίτλο: «Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη Βουλή των Ελλήνων την άνοιξη του 1932» και υπότιτλο «Οι υπαίτιοι των σημερινών οικονομικών μας δυσχερειών, οι υπαίτιοι της Μικρασιατικής καταστροφής, ο εθνικός διχασμός ή επειδή η ιστορία θα έπρεπε να διδάσκει…».

Το πνεύμα του Ρασπούτιν*…

Γράφει ο Δρ. Γιάννης Θ. Πολυράκης
γεωπόνος, συγγραφέας

Πολλά τα σύνδρομα και τα σημεία των καιρών που κάνουν χωριστή την κοινωνία τη δική μας από τις άλλες κοινωνίες των εμβίων. Αλήθεια, αν το μπορούσαν τα τετράποδα, τα φτερωτά και τ’ άφτερα να μας κρίνουν, θα’ τανε πολλαπλά ευτυχισμένα που γεννήθηκαν χωρίς το σύνδρομο του Κάιν, χωρίς το σύνδρομο της Μήδειας, χωρίς δεκάδες άλλα σύνδρομα που ξεχωρίζουν εκείνα απ’ τον άνθρωπο.

“Ναι, δυστυχώς, υπήρχε πολιτική παρέμβαση”: Μαρτυρία φοιτητή που ήρθε από τη Βραζιλία για να καταθέσει για τον Βαγγέλη

Ήρθε εσπευσμένα από τη Βραζιλία προκειμένου να πει όλα όσα γνώριζε για την υπόθεση του κατά ενός έτους μικρότερού του Βαγγέλη Γιακουμάκη με τον οποίο γνωρίζονταν, αλλά δεν είχε προλάβει να αποκτήσει ιδιαίτερα στενή φιλία, καθώς εκείνος ήταν δευτεροετής και ο Βαγγέλης μόλις είχε πάει στη Σχολή.

Όμως, όπως είπε, είχαν έρθει αρκετά κοντά, ενώ πολλές φορές είχε τύχει να φάνε μαζί και να μιλήσουν για διάφορα πράγματα, περνώντας χαλαρά και πολύ όμορφα.

«Πάρα πολύ καλό παιδί, μοναχικό θα έλεγα, απομονωμένο τις περισσότερες φορές, δε νομίζω ότι είχε πειράξει ποτέ κανέναν, γλυκομίλητος. Όταν κάποια στιγμή πρόσεξα ότι έχει μία περίεργη θλίψη στο πρόσωπό του, το ρώτησα αν συμβαίνει κάτι, δεν μου είχε πει όμως τίποτα», είπε ο νεαρός και πρόσθεσε: «Λίγο αργότερα θα διαπίστωνα ότι πολλές φορές έπεφτε θύμα πειραγμάτων από τους συμφοιτητές και έχω την εντύπωση ότι κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η διαδικασία με τα πειράγματα και εξελίχθηκε σε bulling…».

«Κάποια στιγμή επειδή ένιωθα άσχημα δεν ήθελα ούτε να τον στριμώξω και να του πω, “κοίτα Βαγγέλη πρέπει να μιλήσεις, δεν πρέπει να το αφήσεις αυτό να συμβαίνει”, αποφάσισα να πάω στο διευθυντή και να τα πω όλα όσα ήξερα», πρόσθεσε ο απόφοιτος της Γαλακτοκομικής Σχολής, τονίζοντας ότι από εκεί και πέρα δεν ξέρει τι έγινε.

«Φαντάζομαι, όπως έμαθα, ότι το θέμα ξαφνικά πάγωσε και κατάλαβα ότι κάποιος και προφανώς πολιτικός προσπάθησε να “γειώσει” τη σημαντικότητα της κατάστασης και να ξεχαστεί το θέμα το συντομότερο δυνατόν. “Ναι”, δυστυχώς υπήρξε πολιτική παρέμβαση», φέρεται να είπε ο νεαρός στην κατάθεσή του στους αστυνομικούς, συμπληρώνοντας ότι δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να φανταστεί ότι η κατάσταση αυτή θα είχε ένα τόσο φρικτό τέλος.

protothema.gr

 

Ο Ιατρικός Σύλλογος Χανίων για την δολοφονική επίθεση σε ιατρό επειδή προάσπισε μετανάστη

Ανακοίνωση εξέδωσε ο Ιατρικός Σύλλογος Χανίων σχετικά με τη δολοφονική επίθεση στον γιατρό Δημήτρη Μακρέα επειδή υπερασπίστηκε συμπολίτη του μετανάστη. Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι “με θλίψη, προβληματισμο και οργη καταγραφουμε συνεχομενα επεισοδια επιθεσεων κάθε ειδους κατά του Ιατρικου κοσμου”  ενώ ζητείται από τις αρχές η “άμεση διελεύκανση της άνανδρης επίθεσης”.

Ολόκληρο το κείμενο έχει ως εξής:

Ο συναδελφος Ιατρος ο οποιος δεχθηκε χθες το βραδυ δολοφονική επιθεση από θρασυδειλα ατομα στο κεντρο των Χανιων, εκανε το αυτονόητο, αυτό που εκανε πάντα κατά την ασκηση των καθηκοντων του στην περιοχη ευθυνης του.

Πιστος στον ορκο του και στη σταση ζωής του απλα προσπαθησε να υπερασπιστει τον συμπολιτη του και λιγο έλειψε να το πληρωσει με τη ζωή του..

Με θλιψη, προβληματισμο και οργη καταγραφουμε συνεχομενα επεισοδια επιθεσεων κάθε ειδους κατά του Ιατρικου κοσμου, τα οποια ο Ιατρικος Συλλογος Χανιων δεν μπορει να μην τα συνδεσει με τις συνεχεις λοιδοριες και μια διαρκη αποπειρα απαξιωσης του Ελληνα Ιατρου από διαφορους κυκλους τα τελευταια χρονια.

Ο Ιατρικός Συλλογος Χανιων ευχεται καλη αναρρωση στον συναδελφο και απαιτει από τις αρχές την αμεση διαλευκανση της ανανδρης επιθεσης, με τη συλληψη και την τιμωρια των ενόχων.

Πρωτοβουλία από “Tο Ποτάμι” για τον Βαγγέλη Γιακουμάκη – Τι ανακοίνωσε ο Σταύρος Θεοδωράκης σε συνέντευξη τύπου στα Χανιά

Ο επικεφαλής του Ποταμιού, Σταύρος Θεοδωράκης κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του στα Χανιά βρέθηκε την Τετάρτη το βράδυ κοντά στην οικογένεια του αδικοχαμένου φοιτητή της γαλακτοκομικής σχολής Ιωαννίνων, Βαγγέλη Γιακουμάκη. Ως ελάχιστο φόρο τιμής στον Βαγγέλη και την οικογένεια του Το Ποτάμι κατέθεσε σήμερα πρόταση πρός τις υπόλοιπες Κοινοβουλευτικές Ομάδες για κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών Κοινωνικών και Μορφωτικών Υποθέσεων με σκοπό τη σύνταξη και την υποβολή σχετικής έκθεσης στη Βουλή μετά από διάλογο με επιστημονικούς φορείς και στη συνεχεία να διεξαχθεί συζήτηση για το θέμα στην Ολομέλεια της Βουλής.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που έδωσε σήμερα στα Χανιά ο Σταύρος Θεοδωράκης, αναφερόμενος στο πολύ σοβαρό ζήτημα της ενδοσχολικής βίας, δήλωσε:

«Χθες βράδυ πήγα στο σπίτι του Βαγγέλη. Δεν τους ήξερα τους ανθρώπους. Είχα κάποιους φίλους στο περιβάλλον και ζήτησα να δω τη μητέρα, τα παιδιά. Το σπίτι ήταν ανοικτό γιατί σαν χθες θα ήταν η γιορτή του. Η μάνα είχε ετοιμάσει και φιλέματα, μόνο που έρχονταν με μαύρα ρούχα οι περισσότεροι. Είναι ένα θέμα που ξεπερνάει την κρίση. Είναι ένα θέμα που θα μας βασανίζει αν δεν το λύσουμε. Ότι κάποιοι τσαμπουκάδες επιβάλλουν σε κάποιους δημόσιους χώρους κάποιους κανόνες είναι δηλητηριώδες για την κοινωνία και πρέπει κάτι να κάνουμε. Συζήτησα με τη μητέρα του, τους θείους του, τον παππού του. Πρέπει να δώσουμε μια απάντηση. Και εμείς πρέπει να δώσουμε μια διπλή απάντηση. Ο Βαγγέλης ήταν θύμα μιας παρέας τσαμπουκάδων που ήταν και αυτοί από την Κρήτη. Γι’ αυτό εμείς πρέπει να απολογηθούμε και πρέπει να πούμε ότι αυτού του είδους οι τσαμπουκάδες δεν έχουν θέση στην Κρήτη. Αυτή η καινούργια λεβεντομαγκιά του να πειράζεις αυτόν που θεωρείς αδύνατο ή διαφορετικό, πρέπει να εκλείψει.

Είπα στην κοινοβουλευτική μου ομάδα σήμερα να καταθέσει μια πρόταση προς όλα τα κόμματα για κοινή συνεδρίαση της επιτροπής μορφωτικών και κοινωνικών υποθέσεων της Βουλής να συζητήσουμε αυτό που συνέβη στα Ιωάννινα, αυτό που συνέβη στον Βαγγέλη και μετά να πάμε σε μία ολομέλεια. Θα πρέπει η Βουλή, που δεν ασχολείται πάντα με τα σημαντικά, να ασχοληθεί με κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Με αυτή τη συμπεριφορά που μας προσβάλει όλους.

Να σας πω μόνο κάτι που μου είπε η Μαρία, η μητέρα του. “Πολύ φοβάμαι ότι και τώρα που μιλάμε κάποιος άλλος Βαγγέλης ή μια άλλη Βαγγελιώ βασανίζεται σε ένα άλλο μέρος της Ελλάδας”. Ότι αυτό δηλαδή δεν ήταν κάτι μεμονωμένο, κάτι που συνέβη άπαξ. Σίγουρα γίνεται κάτι ανάλογο σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου. Άρα είμαστε υποχρεωμένοι να το συζητήσουμε και να δούμε πως θα το εξαλείψουμε.

Εμείς έχουμε κάποιες απόψεις πολύ ξεκάθαρες. Πρώτον πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά όχι μόνο οι δράστες του εκφοβισμού αλλά και αυτοί που είχαν γυρίσει την πλάτη σε όσα γίνονταν. Ο διευθυντής που είχε γυρίσει την πλάτη στον εκφοβισμό. Οι καθηγητές που ήξεραν και δεν μίλαγαν. Γιατί για τον εκφοβισμό υπάρχουν τρεις εμπλεκόμενοι. Υπάρχει το θύμα, το ξέρουμε, υπάρχουν οι δράστες, τους ξέρουμε αλλά αφήνουμε την αστυνομία να μιλήσει πρώτα και υπάρχει κι ο “χορός”, αυτοί δηλαδή που παρακολουθούν και δεν κάνουν τίποτα. Όταν αυτοί μάλιστα είναι δημόσιοι λειτουργοί και αυτό συμβαίνει σε δημόσιο χώρο η ευθύνη της Πολιτείας είναι τεράστια. Αυτοί οι άνθρωποι θα πρέπει να παυθούν, να απομακρυνθούν με παραδειγματικές τιμωρίες σε όλα τα επίπεδα. Αυτό θα πρέπει να κάνουμε στη μνήμη του Βαγγέλη. Όχι μνημόσυνα και στέφανα. Αυτό ας το κάνουν οι άνθρωποι που τον αγαπούσαν, οι δικοί του άνθρωποι. Εμείς πρέπει να έχουμε σαν απόλυτη προτεραιότητα τον παραδειγματισμό, την τιμωρία».

 

Έφυγαν τα λεφτά από την Ελβετία;

του Μπάμπη Πολυχρονιάδη | Με μία αριστοτεχνική κωλυσιεργεία τεσσάρων ετών στη διαδικασία επίτευξης συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας για τη φορολόγηση των ελληνικών καταθέσεων στις τράπεζες της Ζυρίχης, ορατός είναι πλέον ο κίνδυνος μεγάλο μέρος αυτών των κεφαλαίων να έχει “πετάξει” προς άλλους -πιο ασφαλείς πλέον- προορισμούς

Ιδού πώς έχει η ιστορία.

Σε αντίθεση με τη λίστα Λαγκάρντ που παρέμεινε στα συρτάρια των κ.κ. Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλου, οι καταθέσεις Ελλήνων στην Ελβετία και στο φως ήρθαν και “φορολογήθηκαν”. Σε επίπεδο επικοινωνίας πάντα, γιατί στην πράξη τζίφος… Στις αρχές του 2011, όμως, που ο “Γολγοθάς” του ελληνικού λαού είχε ξεκινήσει για τα καλά με φοροεισπρακτικά μέτρα, μειώσεις μισθών και συντάξεων και άλλα πολλά, οι κυβερνώντες και οι υπουργοί Οικονομικών ήθελαν ένα επικοινωνιακό “καρότο” για να ταϊσουν τα μικρομεσαία εισοδηματικά στρώματα που θα την πλήρωναν ακριβά λόγω Μνημονίου. Και το “παραμύθι” -όπως αποδείχτηκε- της φορολόγησης των ελληνικών καταθέσεων στην Ελβετία άρχισε να δίνει και να παίρνει σε εφημερίδες και τηλεοράσεις, προκειμένου ο φτωχός λαός να πιστέψει ότι την κρίση θα την πληρώσουν και οι πλούσιοι.

Το θέμα για την φορολόγηση των ελληνικών καταθέσεων στην Ελβετία είχε ανοίξει τον Ιανουάριο του 2011: τότε, στο περιθώριο της συνόδου στο Νταβός ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου το είχε θέσει στην πρόεδρο της Ελβετίας Μεσελίν Καλμί-Ρέι και συζητήθηκε διεξοδικά σε συνάντηση που είχε ο τότε υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου με την ομόλογό του Εβελιν Σλουμφ. «Η σύναψη της συμφωνίας είναι θέμα ημερών» έλεγαν πηγές του υπουργείου Οικονομικών.

Τον Φεβρουάριο η μόνη σοβαρή εξέλιξη στο θέμα ήταν κάποια δημοσιεύματα στον τύπο που έκαναν λόγο για εκτιμήσεις τραπεζιτών, υπουργείου Οικονομικών αλλά και του περιοδικού Spiegel σχετικά με το πόσα “κρύβουν” οι Έλληνες στην Ελβετία και πόσα και πώς μπορεί να εισπράξει ως φόρο το ελληνικό κράτος. Εκείνη την περίοδο μάλιστα σχετικές συμφωνίες με την Ελβετία είχαν υπογράψει Μεγ. Βρετανία και Γερμανία. Έτσι, αν έπαιρνε σειρά η Ελλάδα θα μπορούσε να μαζέψει εφάπαξ φόρους ύψους 5 έως 30 δισ. ευρώ, καθώς οι εκτιμήσεις έκαναν λόγο για ελληνικές καταθέσεις της τάξης των 50-150 δισ. ευρώ στην Ελβετία.

Πέρασαν οι μέρες, πέρασαν οι μήνες και έφτασε ο Ιούνιος του ιδίου έτους, όταν και ανέλαβε καθήκοντα υπουργού Οικονομικών ο Ε. Βενιζέλος, ο οποίος στις 28/6/2011 είχε μάλιστα και “τηλεφωνική επικοινωνία με την Ελβετίδα ομόλογό του, με την οποία έθεσε το πλαίσιο της διακρατικής συμφωνίας Ελλάδας και Ελβετίας κατά τα πρότυπα αυτής που συνάπτουν η Βρετανία και η Γερμανία” όπως έγραφε η Ελευθεροτυπία στις 29/6/2011.

Και ενώ προς τα έξω φαινόταν ότι η ελληνική πλευρά “κόπτεται” για το θέμα και κάνει κινήσεις προκειμένου να εισπράξει χρήμα από την Ελβετία, στις 25 Σεπτεμβρίου του 2011 η Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία αποκαλύπτει δύο έγγραφα, τα οποία έδειχναν ότι από τα… κάτω, δηλαδή από τις ελληνικές υπηρεσίες η κωλυσιεργεία πήγαινε σύννεφο.

Το ένα έγγραφο προερχόταν από την ελληνική πρεσβεία στη Βέρνη, είχε ημερομηνία 25 Αυγούστου 2011 και θέμα το περιεχόμενο των συμφωνιών που είχαν υπογράψει Γερμανία και Μεγ. Βρεταννία με την Ελβετία για την φορολόγηση των καταθέσεων που τηρούσαν πολίτες των δύο πρώτων σε ελβετικές τράπεζες. Το έγγραφο αυτό είχε παραλήπτη το υπουργείο Εξωτερικών με κοινοποίηση φυσικά στο αρμόδιο υπουργείο Οικονομικών.

Το άλλο έγγραφο ήταν από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και είχε αποσταλλεί αρχές Σεπτέμβρη ως συνοδευτικό του εγγράφου της πρεσβείας προς τη Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και τη Διεύθυνση Οικονομικών Σχέσεων με θέμα «διαβίβαση εγγράφου λόγω αρμοδιότητας»: «Σας διαβιβάζουμε συνημμένο το ανωτέρω σχετικό, με το οποίο μας γνωστοποιήθηκε από την πρεσβεία μας στη Βέρνη ότι ολοκληρώθηκε η μονογραφή διμερούς συμφωνίας μεταξύ της Ελβετίας και της Βρετανίας, περί φορολόγησης των αδήλωτων κεφαλαίων που έχουν κατατεθεί από βρετανούς πολίτες σε ελβετικές τράπεζες, λόγω αρμοδιότητας. Παρακαλούμε για τις ενέργειές σας, προκειμένου να εξετάσετε τη δυνατότητα υπογραφής όμοιας συμφωνίας μεταξύ της Ελβετίας και της χώρας μας, ώστε να ενισχυθούν τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού από τη φορολόγηση αδήλωτων κεφαλαίων» ανέφερει το ΓΛΚ στην επιστολή του.

Με απλά λόγια, ενώ οι υπουργοί έλεγαν ότι “είναι θέμα ημερών η συμφωνία με την Ελβετία” και έδειχναν στον κόσμο ότι διαχειρίζονταν οι ίδιοι το θέμα, στην πραγματικότητα άφηναν τις υπηρεσίες στις οποίες οι ίδιοι ήταν πολιτικοί προίστάμενοι να κωλυσιεργούν.

Αντίστοιχα, την ίδια και περισσότερη… πλάκα είχαν οι δικαιολογίες του έτερου υπουργού Οικονομικών, του Γ. Στουρνάρα, ο οποίος το Νοέμβριο του 2012 σε απάντησή του μετά από σχετικό ερώτημα στη Βουλή ανέφερε οι συμφωνίες που υπέγραψαν Γερμανία και Ελβετία είναι προβληματικές, επειδή δεν αποκαλύπτονται τα στοιχεία των καταθετών… Κοινώς, το να ελέγχονταν -και- φορολογικά οι καταθέτες ήταν πιο σημαντικό από το να εισπράξει 5 – 30 δισ. ευρώ και να ανακουφιστεί ο λαός…

Προ ημερών, μάλιστα, το ελβετικό κανάλι RTS Info πραγματοποίησε ειδικό ρεπορτάζ για το θέμα λέγοντας πως ενώ οι ελβετικές αρχές πρότειναν λύση στην Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση είχε επιδείξει -αξιοπερίεργη λέμε εμείς- αδράνεια. Το τελευταίο ραντεβού Στουρνάρα με την ελβετίδα ομόλογό του Ε. Σλούμφ ήταν στις 4 Φεβρουαρίου 2014.  Τότε, η Σλούμφ του είχε προτείνει συγκεκριμένη λύση, αλλά απάντηση επί της πρότασής της δεν έλαβε ποτέ.

Στο μεταξύ, το άλλο ανησυχητικό είναι ότι το τελευταίο διάστημα δημοσιεύματα σε Γερμανία και Ελβετία υπολογίζουν τις ελληνικές καταθέσεις στην Ελβετία πολύ πιο χαμηλά από τις εκτιμήσεις προ τετραετίας, κάνοντας λόγο για 800 εκατ. έως 1,5 δισ. ευρώ.

Σε αυτό το πλαίσιο, και με δεδομένο ότι άλλες χώρες υπέγραψαν συμφωνίες με την Ελβετία και εισέπραξαν χρήμα, είναι εξόχως ύποπτο αν η ελληνική κωλυσιεργεία είχε ως αποτέλεσμα να πάρουν τα λεφτά τους οι Έλληνες από εκεί και να τα πάνε αλλού.

Η νέα ελληνική κυβέρνηση που επανεκιννεί τις διαπραγματεύσεις με την Ελβετία οφείλει να εξετάσει και αυτό το ενδεχόμενο.

thepressproject.gr