Ολοι οι χώροι του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου αξιοποιούνται για να γίνουν μήτρα, να δεχθούν την μοναδική μουσειακή και επιστημονική κατάθεση των επιρροών -οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών, πολιτικών- που διαμόρφωσαν τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, που τον έκαναν τον κορυφαίο του χρωστήρα που διεθνώς κυριάρχησε ως Εl Greco.
H έκθεση «Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος πριν από τον El Greco» που ανοίγει στο κοινό την Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου προετοιμαζόταν επί τρία ολόκληρα χρόνια και αποτελεί μια σπάνια εμπειρία αλλά και μία τομή στην έρευνα. Οπως τόνισε η απερχόμενη διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αναστασία Λαζαρίδου «Σε αυτή την έκθεση κατατίθενται νέες μουσειολογικές και επιστημονικές θέσεις και απόψεις». Ουσιαστικά μετέγραψαν εκθεσιακά τις κοινωνικές και άλλες επιρροές που δέχθηκε ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος όσο ζούσε στη Βενετική Κρήτη.
Με την έκθεση αυτή – που μέσα στον μοναδικό της πλούτο 200 έργων, χειρογράφων, εντύπων, εικόνων κ.ο.κ κρύβει και τρία έργα του El Greco- κλείνει ο κύκλος των εκθέσεων με τις οποίες η χώρα μας γιορτάζει τα 400 χρόνια από τον θάνατο του σπουδαίου ζωγράφου. Μια αλυσίδα εκθέσεων που ξεκίνησε από την γενέτειρα Κρήτη και αυτές τις μέρες ξετυλίγεται στην Αθήνα (στα δύο κτίρια του Μουσείου Μπενάκη και στο Βυζαντινό, ενώ θα υπάρξει και αναφορά στα Επέκεινα του Κυκλαδικής Τέχνης) και η οποία γεννήθηκε ως ιδέα το 2010. Οπως τόνισε η γενική γραμματέας Λίνα Μενδώνη, δεν θα ήταν δυνατόν να γίνουν χωρίς την ένταξή τους στο ΕΣΠΑ από το οποίο πήραν 1.600.000 ευρώ, 250.000 καλύφθηκαν από εθνικούς πόρους και τα υπόλοιπα από χορηγίες (συνολικά, όλες οι εκθέσεις).
Η Λίνα Μενδώνη τόνισε πως τα χρήματα του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αττικής δόθηκαν όχι για υποδομές αλλά για εκδηλώσεις και χρειάστηκε μεγάλη πειθαρχία, γραφειοκρατία και διαδικασίες πρωτοφανείς για τα ελληνικά δεδομένα. Διαδικασίες που δύσκολα συνδυάζονται με την καλλιτεχνική παραγωγή όπως σε αυτές τις εκθέσεις.
Η έκθεση που ερμηνεύει τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο με βάση το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, χωρίζεται σε τρεις ενότητες. Η πρώτη παρουσιάζει την σημασία της Κρήτης για τη Βενετία του 16ου αιώνα με ξεχωριστό έκθεμα ανάμεσα στα άλλα τον Πορτολάνο (ναυτικός χάρτη), το χειρόγραφο Χρονογραφία του Γεωργίου Κλόντζα από τους πρωτόπλαστους ως την Δευτέρα Παρουσία. Επίσης για πρώτη φορά επίσης παρουσιάζεται σε έκθεση ο χειρόγραφος κώδικας με θέμα τις «Εννεάδες» του Πλωτίνου, με τη σπάνια εικονογράφηση και τον σχολιασμό των φύλλων του από τον κρητικό ζωγράφο Μάρκο Μπαθά.
Η δεύτερη ενότητα εξετάζει τα καλλιτεχνικά φαινόμενα της εποχής του, την λογιοσύνη, τα διαβάσματα που τον καθόρισαν. Αυτό, σύμφωνα με την κυρία Λαζαρίδου, είναι ίσως το σημαντικότερο κομμάτι της έκθεσης, μια γνώση και εκθεσιακή κατάθεση που για πρώτη φορά παρουσιάζεται.
Στην τρίτη ενότητα μεταξύ έργων σύγχρονων καλλιτεχνών του Θεοτοκόπουλου, συναντάμε και τα τρία έργα του που φιλοξενούνται στην έκθεση από το Μουσείο Μπενάκη και τον ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου από τη Μητρόπολη Σύρου. Εκεί βλέπει κανείς την έκρηξη των χρωμάτων και του χρυσού, την ιδιοφυή χρήση του φωτός, τον τρόπο με τον οποίο συνδύασε τον υπερβατικό με τον πραγματικό κόσμο και δημιούργησε έναν καθαρά προσωπικό λόγο. Μπορεί όμως να διακρίνει κανείς και τα «δάνεια» που πήρε από καλλιτέχνες της εποχής του.
Η δεύτερη και η τρίτη ενότητα αναπτύσσονται στο Μέγαρο της Δουκίσσης της Πλακεντίας. Σημαντικό μέρος της έκθεσης, που διατρέχει όλες τις ενότητες είναι τα έργα του Γιώργου Κλοντζά. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το «Κήρυγμα σε εκκλησία» από τον ναό των αγίων Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ στο Σεράγεβο (Παλαιά Σέρβικη Ορθόδοξη Εκκλησία). Η εικόνα παρουσιάζεται σε περιοδική έκθεση. Απεικονίζει κήρυγμα στο εσωτερικό ναού και αποτελεί παραγγελία για να εκτεθεί σε δημόσιο χώρο, πιθανότατα σε ναό. Άγνωστο παραμένει αν προοριζόταν για τον Χάνδακα ή για την Αδριατική.
Πέρα όμως από τη μεγάλη διάδοση και κυκλοφορία των κρητικών εικόνων ή τη ρεαλιστική απεικόνιση του κηρύγματος στο εσωτερικό μιας κρητικής εκκλησίας μοναδικά είναι τα νοήματα του έργου, στα οποία πρέπει να συμπεριλάβουμε την υπογράμμιση του μεσολαβητικού ρόλου της εκκλησίας για τη σωτηρία, την ελεημοσύνη, αλλά και την ορθή συμπεριφορά στον εκκλησιασμό. Το περιεχόμενο της εικόνας εντάσσεται στο κλίμα των ιδεών της εποχής, όταν η Καθολική Εκκλησία κλήθηκε να υποστηρίξει τη σημασία της αγαθοεργίας για τη σωτηρία της ψυχής. Η εικόνα είναι ενδεικτική και για την ιστορική πραγματικότητα της εποχής, μία περίοδο όπου διαφαίνεται αύξηση του αριθμού των φτωχών στις κρητικές πόλεις με συνακόλουθα κοινωνικά προβλήματα. Αποτελεί μία από τις σημαντικότερες εικόνες από το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, την οποία οι επισκέπτες της έκθεσης θα δουν από κοντά.