Για την υψηλή τιμή του ελαιολάδου που εξακολουθεί να παρατηρείται στα σούπερ μάρκετ μίλησε στο topontiki.gr ο Βασίλης Ζαμπούνης, γεωργοοικονομολόγος που γνωρίζει τον κλάδο της ελιάς όσο λίγοι στην Ελλάδα.
Ο κ. Ζαμπούνης αναφέρθηκε στις αυξήσεις στις τιμές του ελαιολάδου που όπως μας εξήγησε οφείλονται σε μεγάλο βαθμό σε ένα «αφύσικο – φυσικό» φαινόμενο, ενώ έδωσε και την εκτίμησή του για την επόμενη σεζόν.
Επιπλέον, σύγκρινε την κατάσταση που επικρατεί και σε άλλες χώρες Μεσογειακές χώρες (Ιταλία και Ισπανία), λέγοντας πως «ο Έλληνας καταναλωτής συμπιέζεται όχι μόνο από τις υψηλές τιμές ελαιολάδου αλλά και από το περιορισμένο εισόδημά του».
Παράλληλα, μίλησε για την «αισχροκέρδεια», τονίζοντας πως «το να μιλήσει κανείς είναι σχετικά εύκολο. Να την εντοπίσει, μετρήσει και καταπολεμήσει είναι το δύσκολο», ενώ για το τέλος έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου λέγοντας ότι «η παρούσα κρίση απειλεί την ελαιοκομία μας».
Αναλυτικά όλα όσα μας είπε:
Κ. Ζαμπούνη ως γεωργοοικονομολόγος πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η τεράστια αύξηση στην τιμή του ελαιολάδου; Σύμφωνα με την Eurostat η αύξηση στη χώρα μας αγγίζει πλέον το 67%…
«Η αύξηση των τιμών του ελαιολάδου οφείλεται σε ένα «αφύσικο – φυσικό» φαινόμενο. Συγκεκριμένα, για δύο συνεχόμενες ελαιοκομικές περιόδους (2022/23 – 2023/24), οι αντίξοες για την ελαιοκαλλιέργεια καιρικές συνθήκες – δηλαδή η ξηρασία, οι ζεστοί χειμώνες, οι ανοιξιάτικοι καύσωνες- οδήγησαν σε μείωση της παγκόσμιας παραγωγής, με αποτέλεσμα να λείπουν κάθε χρόνο περί τους 850.000 τόνους.
Το πρόβλημα αφορά κυρίως την Ισπανία, η οποία καλύπτει το 45% της παγκόσμιας παραγωγής, αλλά και την υπόλοιπη Μεσόγειο. Έτσι π.χ. πέρσι η Ελλάδα και η Τουρκία είχαν μεγάλες παραγωγές της τάξης των 350.00 τόνων εκάστη ενώ φέτος είναι ζήτημα αν πιάσουν τους 130 – 140.000 τόνους».
Εκτιμάτε ότι θα υπάρξει και περαιτέρω αύξηση των τιμών; Πώς μπορούν οι καταναλωτές να «προστατευθούν»;
«Ήδη οι τιμές παραγωγού (πρώτης ύλης) μετά από μια μικρή υποχώρηση, έχουν σταθεροποιηθεί στα επίπεδα του 7,20 – 9,20 €/κιλό, ενώ οι τιμές καταναλωτή λόγω της χρονικής υστέρησης αυξάνονται μεν, αλλά με φθίνοντα ρυθμό. Για το τι θα συμβεί στο μέλλον κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει καθώς εξαρτάται από τις κλιματολογικές συνθήκες.
Ο φετινός χειμώνας ήταν μεν υπερβολικά ζεστός -η ελιά χρειάζεται κάποιες ώρες ψύχους προκειμένου να ξεκουραστεί για να δώσει καρπούς- όμως πάει «καλούτσικα» με αρκετές βροχές. Αν ξεπεράσουμε και την άνοιξη τότε ίσως δούμε την εσοδεία 2024/25 να επανέρχεται σιγά σιγά στα φυσιολογικά επίπεδα άρα και τις τιμές να αρχίσουν να αποκλιμακώνονται από τον χειμώνα του 2024. Διαφορετικά, με τρίτη συνεχόμενη κακή παραγωγή, τότε πάμε για ένα σενάριο – εφιάλτη για τους ελαιοπαραγωγούς, όλη την ελαιοκομία, άρα και τους καταναλωτές».
Το φαινόμενο με την αύξηση τιμών στο ελαιόλαδο βλέπουμε ότι είναι ευρωπαϊκό, καθώς και σε Ισπανία-Ιταλία έχουν ανέβει οι τιμές. Ευθύνεται και η κλιματική αλλαγή για τη συγκεκριμένη κατάσταση;
«Η σύγκριση με τις άλλες χώρες είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Και οι τρείς εκκινούν από το ίδιο περίπου σημείο αρχικού κόστους πρώτης ύλης. Η Ιταλία έχει σημαντικά υψηλότερες τιμές παραγωγού από τις ελληνικές. Παρ΄όλα αυτά , αν συγκρίνουμε τις τελικές τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ βλέπουμε πως οι ελληνικές τιμές καταναλωτή είναι πολύ ακριβότερες. Σημαντικό ρόλο παίζει και ο ΦΠΑ, 13% στην Ελλάδα, μηδέν στην Ισπανία, 4% στην Ιταλία.
Έτσι π.χ. βλέπουμε πως αυτή την εποχή η μέση αντιπροσωπευτική τιμή στην Ισπανία είναι 9,605 €/λίτρο (από 9,25 έως 9,90 το έξτρα παρθένο €/λ), ενώ στην Ελλάδα είναι 12,56 €/λίτρο (από 11,34 έως 13,22 € ανάλογα με την ποιοτική κατηγορία), δηλαδή περί τα 3€/λίτρο ή 30% ακριβότερες. Τα ανάλογα ισχύουν και για την Ιταλία.
Αυτή είναι η μια όψη, η οποία επιδεινώνεται αν βάλουμε στην εξίσωση και συνυπολογίσουμε την αγοραστική δύναμη του καταναλωτή. Ο Έλληνας καταναλωτής – σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία – έχει ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα Μέσης Αγοραστικής Δύναμης στην ΕΕ. Σε συνδυασμό με τις διαφορετικές τιμές που προαναφέραμε οδηγούμαστε στο ότι η μέση ποσότητα ελαιολάδου που μπορεί να αγοράσει είναι πολύ λιγότερη. Ο Ισπανός έχει εισόδημα που του επιτρέπει να αγοράσει 14,3 λίτρα, ο Ιταλός 11,3 και ο Έλληνας 7,8 λίτρα (βλ. Ελιά & Ελαιόλαδο, τεύχος 104, σελ. 22). Άρα ο Έλληνας καταναλωτής συμπιέζεται όχι μόνο από τις υψηλές τιμές ελαιολάδου αλλά και από το περιορισμένο εισόδημά του».
Η κυβέρνηση θα μπορούσε να πάρει κάποια μέτρα; Πολλοί μιλούν για αισχροκέρδεια, αλλά και τον ρόλο που έχουν οι μεσάζοντες.
«Το να μιλήσει κανείς για «αισχροκέρδεια» είναι σχετικά εύκολο. Να την εντοπίσει, μετρήσει και καταπολεμήσει είναι το δύσκολο.
Καταρχήν δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε κανέναν αν δεν έχουμε «μπούσουλα» (οδικό χάρτη) ένα αντικειμενικό ολοκληρωμένο κοστολόγιο, από τον ελαιώνα και τον παραγωγό, έως το σούπερ μάρκετ για να συγκρίνουμε αν κάποιος ξεφεύγει και αισχροκερδεί αποκομίζοντας αδικαιολόγητα υψηλά κέρδη. Το Ισπανικό Υπουργείο Γεωργίας διαθέτει και δημοσιεύει ένα τέτοιο λεπτομερέστατο κοστολόγιο, η Ελλάδα όχι.
Υπάρχει, λοιπόν, ‘’αισχροκέρδεια’’ ; Πολύ σύντομα, μπορούμε να πούμε ότι ο παραγωγός αντιμετωπίζει ολοένα και υψηλότερα κόστη, ενώ το εισόδημά του εξαρτάται όχι μόνο από την τιμή που πουλάει αλλά και την ποσότητα που παράγει. Φέτος, π.χ. ήταν μια καταστροφή.
Ο μεσίτης/έμπορος κάνει μια πολύ δύσκολη δουλειά, να μαζέψει σκόρπιες μικροπαρτίδες σε ενιαία ποιότητα με αμοιβή 0,02€/κιλό.
Ο τυποποιητής /βιομήχανος βρίσκεται στις ‘’Συμπληγάδες’’ μεταξύ του κόστους, που συνεχώς ανεβαίνει, χωρίς να μπορεί να το μετακυλήσει στο ράφι και στον τελικό καταναλωτή, παρά με χρονική υστέρηση και εν μέρει.
Τελικά, ο μόνος κρίκος που μπορεί να ρυθμίζει τα έσοδα/κέρδη του είναι οι αλυσίδες λιανικής, οι οποίες έχουν μια δεσπόζουσα θέση. Συχνά μπορεί να δούμε ελαιόλαδα αγορασμένα πριν 1-2 χρόνια με ημερομηνία λήξης λίγους μήνες αν και με εξοργιστικά αφύσικες υψηλές τιμές, τις οποίες όμως μπορεί να έχει επιβάλλει ο λιανοπωλητής και όχι η βιομηχανία. Υπάρχουν αναφορές για πρακτικές χρεώσεων των προμηθευτών τους μέσω επιστροφών, πιστωτικών τιμολογίων, προωθητικών ενεργειών, όπως και για διαφορετική τους μεταχείριση ανάλογα με το μέγεθός τους, του τζίρου, των άλλων προϊόντων (κωδικών) που διακινούν κ.λπ.
Από την παρούσα άγνωστης διάρκειας κρίση όλοι – με εξαίρεση ίσως τις αλυσίδες λιανικής- είναι χαμένοι και ιδίως οι καταναλωτές. Μακάρι η αισχροκέρδεια να αποτελούσε την εξήγηση. Πριν από οποιαδήποτε μέτρα ‘’αστυνομικού χαρακτήρα’’, που θα μπορούσε να πάρει μια κυβέρνηση (αγορανομικών ελέγχων, διατίμησης στο ράφι), χρειαζόμαστε ένα πλαίσιο ολοκληρωμένων πολιτικών. Στο νέο υπό έκδοση 106ο τεύχος του Ελιά & Ελαιόλαδο παρουσιάζουμε τον «Καταστατικό Χάρτη» της Ισπανίας για τις εμπορικές συναλλαγές στα τρόφιμα.
Η ελληνική αγορά είναι πολύ ‘’ρηχή’’, των 15.000 τόνων έναντι 300 χιλιάδων της Ισπανίας και 400 χιλιάδων της Ιταλίας. Δυστυχώς στερούμαστε ισχυρών αγροτικών συνεταιρισμών, ενώ σε όλες τις χώρες αποτελούν υγιείς επιχειρήσεις με ρόλο κοινωνικού ‘’αμορτισέρ’’ ρύθμισης της αγοράς. Επιπλέον, υπάρχουν αυξημένα κόστη, από το ηλ. ρεύμα και τα υλικά συσκευασίας έως τις τραπεζικές χρεώσεις, που επιβαρύνουν όλους σε κάθε βήμα μέχρι να την ‘’πληρώσει’’ ο τελικός καταναλωτής.
Εδώ στην Ελλάδα ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι η βαθιά ριζωμένη συνήθεια του 17λιτρου ανώνυμου χύμα ‘’τενεκέ’’. Μια ρεαλιστική πρόταση, χωρίς κανένα δημοσιονομικό κόστος, από την οποία όλοι θα έβγαιναν ωφελημένοι είναι το ‘’πεντόλιτρο του παραγωγού’’. Δηλαδή, η σταδιακή εφαρμογή του σφραγισμένου, επώνυμου με το όνομα του ελαιοπαραγωγού, πεντόλιτρου, το οποίο θα συσκευάζεται κατ’ ευθείαν στο ελαιοτριβείο και θα μπορεί να το διακινήσει ο ίδιος με νόμιμα παραστατικά. Ο ελαιοκαλλιεργητής θα είχε την υπερηφάνεια της επώνυμης παραγωγής του χωρίς οικονομική απώλεια ούτε σεντ, οι συνεταιρισμοί και τα ελαιοτριβεία θα εύρισκαν μια συμπληρωματική κερδοφόρα δραστηριότητα, οι καταναλωτές ένα ελεγχόμενο ασφαλές προϊόν, εύκολου στη μεταφορά και οικιακή του συντήρηση, η μαζική εστίαση ένα κίνητρο να υποκαταστήσει κάποια σπορέλαια, το κράτος ένα πρόσθετο έσοδο ώστε να μειώσει τον ΦΠΑ από το δυσθεώρητο 13%, το Υπουργείο και η ΕΛΣΤΑΤ πιο αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία για την διακίνηση (‘’ιχνηλασιμότητα’’) του ελαιολάδου.
Χρειάζεται λοιπόν μια μεγάλη ψύχραιμη συζήτηση. Λείπουν οι θεσμικές κλαδικές επαγγελματικές οργανώσεις, όπως υπάρχουν από την Καλιφόρνια μέχρι το Πακιστάν, για να επεξεργαστούν μια αγροτική ελαϊκή πολιτική. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, όπως προσκαλούμε επικοινωνιολόγους, χρηματοοικονομικούς συμβούλους, προπονητές στο ποδόσφαιρο κ.λπ., ίσως θα ήταν μια καλή ιδέα να προσκαλέσουμε κάποιον Ισπανό εμπειρογνώμονα ελαιολάδου.
Η παρούσα κρίση απειλεί την ελαιοκομία μας. Μην ξεχνάμε ότι η ελιά και το ελαιόλαδο αποτελούν ‘’εθνικά μας προϊόντα’’, αναντικατάστατα για την καλή μας υγεία στο πλαίσιο της Μεσογειακής Διατροφής, το ‘’οικονομικά αξιοποιούμενο δάσος, που προστατεύει το κλίμα, συνεισφέροντας και στην εθνική μας οικονομία περί τα 4 δις ευρώ ετησίως».
Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε ότι έχετε ανοίξει ένα κανάλι στο Youtube (Olivenews-plus) όπου ασχολείστε με τις εξελίξεις γύρω από το ελαιόλαδο. Πώς ξεκίνησε η συγκεκριμένη προσπάθεια; Τι θέλετε να πετύχετε μέσα από αυτό;
«Η Άξιον Εκδοτική ιδρύθηκε το 1993 και από το 1997 εκδίδει το περιοδικό Ελιά & Ελαιόλαδο, έντυπο, ήδη και ψηφιακό, το οποίο εμπλουτίστηκε με την ιστοσελίδα του olivenews.gr, παρέχοντας αξιόπιστη, χρήσιμη ενημέρωση για τα θέματα της ελαιοκομίας, του ελαιολάδου και της επιτραπέζιας ελιάς. Με την εκπομπή Olivenews Plus στο YouTube κάναμε ένα ακόμη βήμα να προσεγγίσουμε ένα νέο κοινό, ίσως πιο εξοικειωμένο στα σύγχρονα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Οι εβδομαδιαίες εκπομπές έχουν εκλαϊκευμένο περιεχόμενο, που καλύπτει τρείς θεματικές ενότητες: Οικονομία και Αγορά, Επιστήμη και Τεχνολογία, Υγεία και Διατροφή, η οποία απευθύνεται περισσότερο στο ευρύ κοινό των καταναλωτών».