Η αρχαιολογική ανασκαφή που πραγματοποιείται στο Φαληρικό Δέλτα έφερε στο φως ένα ασυνήθιστο, θα έλεγε κανείς, εύρημα. Σκελετούς αλυσωδεμένους πισθάγκωνα, θαμμένους όμως με προσοχή και ευλάβεια.
Τι υποδηλώνουν όμως και σε ποιά ταραχώδη εποχή έζησαν;
Οι αρχαιολόγοι μάλλον είχαν στο νου τους με τι έχουν να κάνουν. Πρόκειται πιθανότατα για οπαδούς του Κύλωνα, ο οποίος προσπάθησε να καταλάβει την εξουσία στην αρχαία Αθήνα το 632 π.Χ (628 κατά άλλους).
Ο Κύλων ανήκε στην τάξη των ευγενών και είχε αναδειχθεί ολυμπιονίκης. Η δημοτικότητά που απέκτησε στους ανώτερους κύκλους της εποχής του ήταν μεγάλη. Με τη βοήθεια, λοιπόν, του πεθερού του, Τυράννου των Μεγάρων, Θεαγένη, επιχείρησε να καταλάβει την εξουσία στην πόλη της Αθήνας.
Σε χρησμό που του έδωσε το Μαντείο των Δελφών αναφέρονταν: «εν του Διός τη μεγίστη εορτή καταλαβείν την Αθηναίων ακρόπολιν» (Θουκ. Α’ 126, 4).
Ο Κύλων θεώρησε ότι η μεγαλύτερη γιορτή του Δία ήταν τα Ολύμπια (κατά πάσα πιθανότητα όμως το Μαντείο αναφερόταν στα Διάσια).
Κατά την διάρκεια της εορτής των Ολυμπίων επιτρεπόταν στους ολυμπιονίκες στην επέτειο της νίκης τους να πηγαίνουν με συγγενείς και φίλους και να κάνουν θυσίες σε διάφορα ιερά της πόλης.
Ο Κύλων πήγε να εκμεταλλευτεί αυτό ακριβώς το έθιμο και προσπάθησε να καταλάβει τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Η προσπάθειά του όμως δεν πέτυχε. Εν τέλει βρέθηκε πολιορκημένος στο βράχο από τον Επώνυμο Άρχοντα των Αθηνών, Μεγακλή, ο οποίος καταγόταν από την ισχυρή οικογένεια των Αλκμαιονίδων.
Αν και ο τελευταίος διαβεβαίωσε τον Κύλωνα και τους οπαδούς του ότι δεν θα τους πειράξει, αθέτησε εν τέλει την υπόσχεσή του. Παραβιάζοντας το πανελλήνιο εκείνο ιερό έθιμο, το οποίο θέλει αυτούς που βρίσκουν καταφύγιο στα ιερά να τυγχάνουν της προστασίας των θεών.
Έτσι τους κατέσφαξαν προ του ιερού των Ευμενίδων, τη στιγμή που κατέρχονταν από την Ακρόπολη κρατώντας κατά την παράδοση ταινίες των οποίων η άλλη άκρη ήταν δεμένη στο βωμό. Οι άνδρες του Μεγακλή απλά έκοψαν τις ταινίες και έτσι, θεώρησαν ότι πλέον οι ικέτες δεν τυγχάνουν της θείας προστασίας!
Το Κυλώνειο Άγος
Το έγκλημα αυτό και η συνακόλουθη προσβολή προκάλεσε την κατακραυγή του κόσμου εντός και εκτός της Αθήνας. Μάλιστα το γεγονός αυτό προκάλεσε και σειρά στάσεων και αναταραχών έως και 30 χρόνια μετά το συμβάν, δηλαδή έως και το 597 π.Χ!
Τότε ο Σόλων ανέλαβε να συμβιβάσει τα αντιμαχόμενα μέρη παρακαλώντας τους “εναγείς” να υποβληθούν οικειοθελώς στην κρίση τριακοσιομελούς δικαστηρίου που θα αποφασίσει σχετικά. Οι Αλκμαιονίδες προ αυτής της κατακραυγής δέχτηκαν και το δικαστήριο εκείνο με κατήγορο τον Μύρωνα τον Φλυέα τους καταδίκασε σε εξορία. Αποφάσισε μάλιστα να εκταφούν όσοι εν τω μεταξύ είχαν πεθάνει και να θαφτούν έξω από την πόλη.
Αν και εκτελέστηκε η απόφαση εκείνη το άγος εξακολουθούσε να υφίσταται και φοβερή ασθένεια, λοιμός έπληξε την Αθήνα, με πολλούς θανάτους, τον οποίο οι πολίτες θεώρησαν ως θεία δίκη για το έγκλημα.
Ο Κύλωνας μάλιστα δεν σταμάτησε ούτε τότε. Ξεσήκωσε τους Μεγαρείς εναντίον των Αθηναίων και κατάφεραν να καταλάβουν την Σαλαμίνα προκαλώντας καταστροφές και στην υπόλοιπη Αττική.
Μετά απ΄ αυτά ρωτήθηκε το Μαντείο των Δελφών το οποίο και έδωσε εντολή να γίνει πλήρης καθαρμός υπό τις οδηγίες του τότε φιλόσοφου αλλά και ιερέα Επιμενίδη που έμενε όμως στη Φαιστό στη Κρήτη.
Τότε στάλθηκε στην Κρήτη εσπευσμένα ο Αθηναίος Νικίας ο Νικηράτου, με ιερό πλοίο, πιθανώς τη Πάραλο, ο οποίος προσκάλεσε τον Επιμενίδη στην Αθήνα πράγμα που δέχθηκε και τον ακολούθησε. Σημειώνεται πως μόλις ο Επιμενίδης έφθασε στο λιμένα Μουνιχίας, και αντίκρισε τον λόφο της Μουνιχίας, προφήτεψε τον πραγματικό κίνδυνο της Αθήνας.
Ο Επιμενίδης φθάνοντας στην Αθήνα και βλέποντας τον χώρο έδωσε αμέσως εντολή να συγκεντρώσουν πάνω στον Άρειο Πάγο μαύρα και λευκά πρόβατα τα οποία στη συνέχεια άφησαν ελεύθερα διατάζοντας να τα παρακολουθούν και όπου σταματήσει καθένα εξ αυτών εκεί να ιδρύεται (στήνεται) βωμός και να θυσιάζεται.
Μετά την εκτέλεση των οδηγιών αυτών του Επιμενίδη οι θεοί μαλάκωσαν και το άγος εξέλιπε.
Οι Αθηναίοι τίμησαν ιδιαίτερα τον Επιμενίδη προσφέροντάς του μεγάλες αμοιβές και δώρα πλην όμως εκείνος αρκέσθηκε μόνο σε ένα κλώνο ελαίας.