Σύμφωνα με τον ιστορικό Ζαμπέλιο, το χωριό Αλικιανός κατά την Βενετσιάνικη κατοχή ήταν φέουδο της οικογένειας Da Molin, που ήταν στρατιωτικοί και πολέμησαν εναντίον των Κρητών επαναστατών.
Στην επανάσταση της Δημοκρατίας του Αγίου Τίτου το 1363, δύο από τους Da Molin, ο Γεώργιος και ο Τζανάκης, αποστάτησαν, αναγνώρισαν ως πατρίδα τους την Κρήτη και ασπάστηκαν την ορθοδοξία. Όμως αυτό το πλήρωσαν με την ζωή τους. Οι Βενετοί τους δολοφόνησαν.
Στο χωριό σώζονται ακόμα και σήμερα τα ερείπια του μεγαλοπρεπούς πύργου των Da Molin. Ο πύργος αυτός αποτελούνταν από 3 χωριστά οικοδομήματα. Το πρώτο και αρχαιότερο κτίστηκε το 1229 από τον αρχηγό της οικογένειας Da Molin, τον Marco Da Molin που ήταν ο πρώτος που ήλθε στην Κρήτη μόλις περιήλθε στην κυριαρχία των Βενετών. Το κτίσμα αυτό αποτελούσε ένας ψηλός πύργος με οδοντωτό προμαχώνα στην κορυφή, την βίγλα, όπως ονομαζόταν.
Ο πύργος εκείνος είχε σαν έμβλημα ένα μύλο (Molin, Molino = μύλος) το οποίο ήταν το οικόσημο των Molinων και απ’ αυτό προέρχεται και η ονομασία της οικογένειας. Στον πύργο ήταν γραμμένο και το λατινικό απόφθεγμα ‘’Circumago non flecto’’ που σημαίνει ‘’γυρίζω, μα δεν κάμπτομαι’’. Στην είσοδο του πύργου ήταν η επιγραφή ‘’ Omnia mundi fumus et umbra’’ δηλαδή ‘’όλα τα εγκόσμια είναι καπνός και σκιά’’. Τέτοιο απόφθεγμα βρέθηκε και σε πολλούς άλλους βενετσιάνικους πύργους όπως στην Αργυρούπολη, στην Λάππα κ.τ.λ. Βλέπετε, ένοιωθαν την ματαιότητα των ‘’έργων’’ τους αλλά αυτό δεν τους εμπόδιζε να είναι σκληροί κατακτητές.
Τα άλλα οικοδομήματα ήταν ευρύχωρα και άνετα. Η μεγάλη αίθουσα που προοριζόταν για τελετές, δεξιώσεις, γάμους κ.τ.λ. χωρούσε περίπου 300 άτομα. Οι πόρτες και τα παράθυρα είχαν επιχρυσωμένα ανάγλυφα και οι αίθουσες ήταν στολισμένες με ελαιογραφίες, με τα παράσημα των Da Molin, καθώς και με πελώριους καθρέφτες, γυάλινα κηροπήγια και ένα εκατόφωτο πολυέλαιο με κρυστάλλινα πρίσματα. Όλα αυτά ‘’εγένοντο άφαντα τρόπαια’’. Βάτοι και αγριοσυκιές ‘’κοσμούν’’ πλέον την ξακουστή έπαυλη και ‘’η σαύρα, μόνη ζωντανή οικοδέσποινα των επαύλεων τέρπεται και παίζει ηλιοπαθής’’ όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ζαμπέλιος (Κρητικοί γάμοι, σελ. 554).
Στον πύργο αυτό εκτυλίχθηκε στις αρχές του 16ου αιώνα το γνωστό δράμα του γάμου του Πέτρου Καντανολέοντα, από το Κουστογέρακο Σελίνου, με την πεντάμορφη κόρη του Francesco Da Molin, Σοφία. Οι δύο νέοι είχαν ερωτευτεί και είχαν ανταλλάξει ερωτικές επιστολές. Ο έρωτας τους ήταν κεραυνοβόλος καθώς και ο Πέτρος Καντανολέων ήταν πανέμορφος και παλληκάρι. Η Σοφία του είχε δώσει το βραβείο, καθώς είχε νικήσει ο Πέτρος σε ιππικούς αγώνες. Αυτή ήταν η πρώτη τους γνωριμία, που κατέληξε σε γάμο με τραγικό τέλος και για τους δύο.
Σύμφωνα με τον Σπ. Ζαμπέλιο που είχε ως κύρια πηγή το χρονικό του Trivan. Υπήρξαν όμως αμφισβητήσεις, κυρίως από τον Gerola και τον Ξανθουδίδη. Όμως νεότερες έρευνες απέδειξαν ότι η διήγηση του Trivan στηρίζεται σε ιστορικές πηγές, άγνωστες στους δύο ερευνητές και η επανάσταση του Καντανολέοντα και ο γάμος του γιου του Πέτρου με την Σοφία στην έπαυλη Αλικιανού έχουν ιστορική βάση.
Ο Γεώργιος Καντανολέων ή Λισογιώργης, απ’ την βυζαντινή οικογένεια των Σκορδιλών απ’ το Κουστογέρακο και άλλοι αρχηγοί απ’ τη δυτική Κρήτη όπως οι Πάτεροι, οι Κόντοι, οι Μουσούροι, οι Φωτεινοί κ.α. οχυρώθηκαν σε φρούρια που έκτισαν στην κοιλάδα Οφιδόσυρμα και στα Μεσκλά, ανακήρυξαν διοικητή τον Γεώργιο Καντανολέων πατέρα του Πέτρου. Οι επαναστάτες έγιναν κύριοι του Σελίνου, των Σφακίων και μεγάλου μέρους της πεδιάδας των Χανίων.
Κατήργησαν τους Βενετούς και εισέπρατταν τους φόρους για την κυβέρνηση που ανάδειξαν. Αυτό έφερε μεγάλη αναταραχή στις βενετικές αρχές, οπότε, μια ερωτική επιστολή του Πέτρου προς την Σοφία έπεσε στα χέρια του πατέρα της που σκέφτηκε να εκμεταλλευτεί τον έρωτα των δύο νέων. Ζήτησε συνάντηση με τον Γεώργιο Καντανολέων, του πρότεινε δήθεν συνεργασία και ανεξαρτησία της Κρήτης. Ο Γεώργιος τότε ζήτησε επίσημα το χέρι της Σοφίας και κανονίστηκε ο αιματοβαμμένος γάμος.
Οι Βενετσιάνοι οργάνωσαν πολύ στρατό, με αρχηγό τον Gabutio da Colalto. Την ημέρα του γάμου ο Καντανολέων με 350 άντρες και 100 γυναίκες πήγε στην τελετή. Οι Βενετσιάνοι τους υποδέχθηκαν με αγάπη και ευγένεια και φιλοφρονήσεις πολλές για το ωραίο νέο ζευγάρι, για τον λεβέντη γαμπρό, για να μην κινήσουν υποψίες. Οι γάμοι έγιναν στο ναό του Αγίου Γεωργίου και ακολούθησε το συνηθισμένο κρητικό γαμήλιο γλέντι και φαγοπότι με χορούς και τραγούδια. Η Σοφία και ο Πέτρος πανευτυχείς που ένωσαν τις ζωές τους, που ο γάμος τους θα ήταν η γέφυρα για ελεύθερη συμβίωση και συνύπαρξη των Κρητικών και των Βενετών. Τον θεωρούσαν ευλογημένο γάμο και έλαμπαν από ευτυχία και ομορφιά. Ο Da Molin κερνούσε πλουσιοπάροχα κρασί. Λέγεται όμως, ότι στο τέλος, όταν ήταν σχεδόν μεθυσμένοι οι καλεσμένοι του γαμπρού, τους έριξαν υπνωτικό και κοιμήθηκαν.
Τα γυναικόπαιδα και αρκετοί καλεσμένοι σφάχτηκαν επιτόπου στον ύπνο τους. Βλέπετε, αληθινό ‘’Games of thrones’’, παιχνίδια εξουσίας αληθινά, φοβερά. Τους υπόλοιπους τους έδεσαν και τους έσυραν στα Χανιά, στους Βενετούς άρχοντες. Τον Πέτρο και τον αδελφό του καθώς και τα πατέρα τους Γεώργιο Καντανολέοντα τους κρέμασαν επιτόπου σ’ ένα πρίνο. Η Σοφία μόλις είδε τον αγαπημένο της Πέτρο, τον άντρα της για λίγες μόνο ώρες, μόλις τον είδε νεκρό τρελάθηκε. Ούρλιαζε και πριν προφτάσουν να την συγκρατήσουν κρεμάστηκε από το μεσιανό δοκάρι της μεγάλης σάλας που έγινε το γλέντι. Είναι απίστευτο, όμως όταν προ μηνών επισκεφθήκαμε τα ερείπια της μεγάλης έπαυλης, εκεί στην μεγάλη σάλα υπήρχε ακόμα ένα μόνο δοκάρι. Να ήταν άραγε αυτό που κρεμάστηκε η Σοφία;
Τουφέκισαν ακόμα τους πιο επιφανείς απ’ τους Μουσούρους, Κόντηδες, Πάτερους. Άλλους οδήγησαν στις γαλέρες, άλλους τους κρέμασαν στην πόρτα των Χανίων, άλλους στο Κουστογέρακο, άλλους, πάντα κατά ομάδες, στον δρόμο προς το Ρέθυμνο και ανά μισό μίλι. Προς παραδειγματισμό των μελλοντικών επαναστατών.
Σχετικά με το γεγονός έχουν γραφτεί αρκετά ποιήματα. Σας γράφομε εδώ το ποίημα που έγραψε ο Άγγελος Καλοκαιρινός:
‘’Στων Βενετσιάνων τις αυλές, σε σκοτεινό περβόλι
που μόνο βρωμοχόρταρα φυτρώνουν και τριβόλοι,
λουλούδι εξαίσιο, ερωτικό, Εσύ φύτρωσες Σοφία.
Σαν ύστερ’ από τη χιονιά κι από την τρικυμία,
ήλιος πετιέται ολόλαμπρος και διασκορπά τα νέφη
κι όπως ο βράχος ο ξερός, χλωρό δεντράκι τρέφει,
έτσι κι Εσύ έλαμψες Σοφία, στον ουρανό της Κρήτης
και θράφηκες και τράνεψες, αληθινό παιδί της,
πιστή μες στην αγάπη Σου, στου Πέτρου την αγάπη.
Μα φύσηξε άγριος άνεμος και χύμηξε δρολάπι
και συνεπήρε σε, άσπλαχνα, μες στης χαράς την ώρα
και δέχτηκες το θάνατο, αντίς γαμήλια δώρα!
Θρηνούνε τα χαλάσματα, Θρηνούνε τ’ αποκαϊδια
του γκρεμισμένου Πύργου Της – δεν είναι, όχι, παιχνίδια
της φαντασίας: – Τα κλάματα τ’ ακούς νύκτα και μέρα
να στάζουν από πάνω σου ή ν’ απλώνουνται στον αέρα
του κήπου Της, κι όπως κοιτάς ν’ αναριγούν τα φύλλα
των δέντρων, νοιώθεις να σκορπιέται ολούθε ανατριχίλα
και ζώνει τον Αλικιανό, το βογγητό των θρήνων!..
Είναι η ψυχή Της, που βογγά κι είναι οι ψυχές εκείνων
που αδικοσκοτωθήκανε μαζί με τη Σοφία
ιερή μα τραγικότατη του γάμου Της θυσία!
Μα ας μη βογγάς, αθώα ψυχή, κι ας μην πσραπονάσαι.
Ήσυχη μέσα στο βαθύ τον ύπνο σου ας κοιμάσαι.
Δε φταις Εσύ αν αγάπησες τον Πέτρο ούτε κι εκείνος
μια ξένη δεν αγάπησεν. Ίδιος κατάσπορος κρίνος
άνθισ’ η αγάπη σας αγνή, κι αμόλυντη κι ωραία,
ως που σας κόπηκεν η ζωή, κάποια νυχτιά μοιραία…
Κ’ εσείς, αδικοσκοτωμένοι από τους Βενετσιάνους,
το αίμα σας έγινε φωτιά κι έκαψε τους τυράννους
γι’ αυτό να μην πικραίνεσθε, πάψτε το βογγητό σας,
της Κρήτης μας ξεσκλαβωμός, έγινε ο θάνατός σας.’’
Στην μοιραία επιστολή του Πέτρου προς την Σοφία, που έπεσε στα χέρια του πατέρα της, ο Πέτρος έγραφε:
‘’Κι αν έρθει μέρα και με δεις του πλάτου ξαπλωμένο,
χωρίς πουλιών παρηγοριά, κιτρινοφυλλιασμένο,
κάνε τον όρκο κόνισμα, το λόγο προσκεφάλι
και μην ξαναμπλεχτείς ποτέ, σ’ άλλου πλατάν’ αγκάλη!’’
παρομοιάζοντας τον εαυτό του με πλάτανο και την Σοφία με κισσό.
Αυτή είναι η ιστορία, η αληθινή, της έπαυλης των βενετών αρχόντων Da Molin, στον Αλικιανό Χανίων.
Όπου τα ‘’ερείπια της τώρα περιποιούν μελαγχολίας. Όπου η σαύρα, μόνη ζωντανή οικοδέσποινα των επαύλεων τέρπεται και παίζει ηλιοπαθής’’.
Άννα Κωνσταντουδάκη – Αγγελάκη
Πηγές: ‘’Κρητικοί γάμοι’’, Σπ. Ζαμπέλιος
‘’Κρήτη Το αφιέρωμα’’, Τοπικές ιστορίες τόμος 11ος
‘’Τα 12 αρχοντόπουλα του Βυζαντίου’’, Πάρι Κελαΐδη.