Του π. Στυλ. Θεοδωρογλάκη
«Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα…»
Η πορεία μας στην ανηφόρα της Μ. Εβδομάδας είναι πορεία δύσκολη και κουραστική.
Είναι πορεία προδοσίας από τους δικούς σου ανθρώπους, είναι ανηφόρα χλευασμού, κακοποίησης και σταυρικής επώδυνης θανάτωσης.
Είναι πορεία πόνου, στεναγμών και εγκατάλειψης.
Ο ιδρώτας πέφτει «ωσεί θρόμβοι αίματος» από το πρόσωπο του Χριστού, που είναι το τραγικό πρόσωπο, όλης αυτής της επαίσχυντης συμπεριφοράς μας.
Το ζήτημα πάντως για μας δεν είναι η κουβέντα γύρω απ’ αυτά τα γνωστά γεγονότα.
Λίγο πολύ, όλοι μας, τα ‘χουμε ακούσει πολλές, τα γνωρίζουμε και μερικές στιγμές και τα ζούμε.
Το ζήτημα επίσης δεν είναι ο αισθησιασμός όλων αυτών «των παθημάτων του νυν καιρού», που μπορεί να μας προκύψει, με το προσκύνημα της εικόνας του νυμφίου ή του Σταυρού και του Επιτάφιου, καθώς και με όλα, όσα τελούνται στη λατρεία της Εκκλησίας αυτές τις ημέρες της Μ. Εβδομάδας.
Το ζητούμενο είναι για όλους μας να περάσουμε «στα ενδότερα του καταπετάσματος» και να ζήσουμε τα γεγονότα των ημερών «εν τη σαρκί ημών», στην ύπαρξη και τη ζωή μας.
Το μεγάλο λυτρωτικό ζητούμενο είναι η υπαρξική και υπαρξιακή μας προσέγγιση και βίωση των παθημάτων και του ίδιου του Χριστού.
Να μη μείνουμε στην επιφάνεια, να μη βασιλέψει το βλέμμα μας στη βιτρίνα, αλλά να προχωρήσουμε στο βάθος και την ουσία των γεγονότων.
Να μη μείνουμε, με, το θαυμασμό μόνο των όσων βλέπουμε κι’ ακούμε αυτές τις ημέρες στις Εκκλησίες μας, που είναι πράγματι θαυμάσια και θαυμαστά, καταπληκτικά και εξαίσια.
Είναι ευθύνη μας, να πιάσουμε άμεσα τα ζωντανά και ζωογόνα μηνύματα, που διαχρονικά μας προσφέρονται μέσα απ’ αυτή τη λειτουργική και λατρευτική πράξη της αγίας μας Εκκλησίας.
Να νοιώσουμε και να ζήσουμε «εντός ημών» μόνιμα και διαχρονικά, την ίδια την αγωνία του Θεού για τον άνθρωπο και τον κόσμο και να την κάνουμε δική μας αγωνία, δικό μας ενδιαφέρον, για το συνάνθρωπο και το περιβάλλον.
Για το συνάνθρωπο, που έχει χάσει την εργασία του, που έχει χάσει την περιουσία του, που έχει τοποθετήσει λουκέτο στο κατάστημά του, που έχει χάσει την αισιοδοξία του για το παρόν και το μέλλον και μαζί με όλα αυτά έχει χάσει και το κέφι του, τη χαρά και τη διάθεσή του, να ζήσει.
Να γίνει η αγωνία του Θεού για τον κόσμο, δική μας αγωνία και δικό μας νοιάξιμο για το φυσικό περιβάλλον, που καθημερινά ανεβούμε και ασελγούμε πάνω του, σαν να είναι ξένο σε μας.
Ο Χριστός δε σταυρώνεται και δεν αναστήνεται για το Θεό: ο Θεός δεν έχει ανάγκη τη σταύρωση και την ανάσταση κανενός. Είναι η πηγή και η πληρότητα της ζωής και της σωτηρίας.
Ο Χριστός σταυρώνεται και αναστήνεται για τον άνθρωπο και τον κόσμο.
Η Μ. Εβδομάδα δεν είναι του Θεού, είναι του ανθρώπου και κόσμου.
Να ζήσουν ο άνθρωπος και ο κόσμος τη χαρά της ζωής, της αναστάσιμης, της λαμπρινής ζωής του Θεού.
Και το πιο σημαντικό είναι, ότι όλο αυτό το μεγαλείο και η ομορφιά της Μ. Εβδομάδας, με όλο το ιερό δέος που αποπνέει και όλη την κατανυκτικότητα που πλημμυρίζει την ύπαρξή μας, βρίσκεται, ότι ζωή που αναβλύζει από τον τάφο του Χριστού και για τον άνθρωπο και για τον κόσμο, δεν είναι πια πρόσκαιρη, αλλά ζωή αιώνια.
Λειτουργούμε, λειτουργούμαστε, μετέχουμε στη Μ. Εβδομάδα και χαιρόμαστε την ανάσταση, και τη λαμπρή, «εις ζωήν αιώνιον».