Συνέντευξη: Γιάννης Αγγελάκης
O κ. Αριστομένης Συγγελάκης είναι ενεργός σε ένα Κίνημα που εδώ και πολλά χρόνια αγωνίζεται για Δικαιοσύνη και Αποζημίωση για τα ναζιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα. Ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα αλλά και της Ένωσης Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δήμου Βιάννου, βρέθηκε στα Χανιά για να συμμετάσχει στο διήμερο εκδηλώσεων Μνήμης και Πολιτισμού που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 30 Ιουλίου και τη Δευτέρα 1 Αυγούστου στο Σκινέ Χανίων. Εκεί, που έδωσε μία ομιλία με τίτλο: «75 χρόνια από τη Μάχη της Κρήτης και το Ολοκαύτωμα του Σκινέ: από τον παλλαϊκό ξεσηκωμό στον ανυποχώρητο αγώνα για ιστορική Μνήμη και Δικαιοσύνη!».
Επ’ ευκαιρίας της παρουσίας του, βρήκαμε χρόνο και συζητήσαμε για μια σειρά θεμάτων που έχουν απασχολήσει τους πολίτες τον τελευταίο καιρού, ειδικού και γενικού ενδιαφέροντος, από την υπόθεση Ρίχτερ και τις προσπάθειες αναθεώρησης της ιστορίας, ως τη λειτουργία Ελληνογερμανικού Ταμείου για το Μέλλον, την ακροδεξιά στροφή της Ευρώπης και τη σύνδεση του αγώνα ενάντια στις πολιτικές λιτότητας με το κίνημα διεκδίκησης αποζημιώσεων, τον αγώνα ενάντια στο φασισμό και υπέρ της Δημοκρατίας. Μιλήσαμε επίσης για την επικείμενη παρουσίαση της Έκθεσης του Αρχείου Κουτουλάκη στη Γερμανία αλλά και για το πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής για τις Γερμανικές Αποζημιώσεις.
Ο κ. Συγγελάκης μας είπε ότι οι τελετές μνήμης όπως αυτή που πραγματοποιήθηκε προ ολίγων ημερών στο Σκινέ αποκτούν νόημα και «βγαίνουν από το Μουσείο» μόνο όταν συνδέονται και εκφράζουν το αίτημα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών. Ανέφερε επίσης τις ομοιότητες που υπήρχαν μεταξύ αυτών που συνέβησαν στον Αλικιανό, στο Σκινέ, στον Κερίτη και στη Βιάννο για να σημειώσει ότι το αυγό του φιδιού επωαζόταν 24 και πλέον χρόνια στη Γερμανία για να έρθει να σπάσει και να βυθίσει την Κρήτη στο αίμα και στο πένθος.
Ο κ. Συγγελάκης επισήμανε ότι ανεξαρτήτως του πώς πάρθηκε η απόφαση για βράβευση του κ. Ρίχτερ δεν αποτέλεσε μεμονωμένη περίπτωση αλλά «εντάσσεται σε ένα ευρύτερο στρατηγικό εγχείρημα του βαθέος γερμανικού κράτους» στα πλαίσια προσπαθειών που γίνονται για «περαιτέρω διείσδυση στους μαρτυρικούς δήμους, την ανάσχεση του κινήματος διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών και τη διευκόλυνση της λεηλασίας του εθνικού δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου».
Το μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα μίλησε και για το πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής για τις Γερμανικές Αποζημιώσεις χαρακτηρίζοντάς το «θετικό». Όπως αναφέρει «στο πόρισμα περιλαμβάνεται η ανάγκη ρηματικής διακοίνωσης η οποία για το Εθνικό Συμβούλιο είναι η πρώτη προτεραιότητα» ενώ αναγνωρίζει τη θετική συμβολή του προέδρου της Επιτροπής και γνωστού αντιστασιακού κ. Μηταφίδη.
Σύμφωνα με τον κ. Συγγελάκη, δε μπορεί να υπάρξει Δικαιοσύνη χωρίς Αποζημίωση και αναφέρει ότι ο αγώνας για τις πολεμικές αποζημιώσεις ενοχλεί γιατί κινητοποιεί. Σημειώνει ότι «φοβούνται γιατί και αν ακόμα θεωρούσαν ως υπόθεση εργασίας ότι δε θα απέδιδαν ούτε ένα ευρώ στον ελληνικό λαό και στα θύματα, το γεγονός είναι ότι η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών κινητοποιεί τον κόσμο, τον βοηθά να μάθει την ιστορία του, να αντιληφθεί τα αίτια της σημερινής του κακοδαιμονίας και να χειραφετηθεί, κι αυτό είναι κάτι που δεν το επιθυμούν» Πάντως, όπως είπε, «η Γερμανία πρέπει να καταβάλλει τις επανορθώσεις, προκειμένου να αποδείξει εμπράκτως τη μεταμέλειά της».
Όσον αφορά τις πολιτικές λιτότητας που βαθαίνουν σε μια Ευρώπη που κατευθύνεται όλο και πιο ακροδεξιά ο κ. Συγγελάκης είπε ότι «η Ευρώπη έχει αξία και νόημα μόνο εφόσον είναι ο φυσικός χώρος της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης» και κάλεσε όσους αυτοπροσδιορίζονται ως ευρωπαϊστές να δώσουν αγώνα εντός των χωρών τους και της Ευρωπαϊκής Ένωσης «για να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων».
Τέλος, με αφορμή την Έκθεση του Αρχείου Κουτουλάκη που θα παρουσιαστεί στη Γερμανία, ο κ. Συγγελάκης χαρακτήρισε την εξέλιξη «πολύ θετική», όμως είπε ότι «θα πρέπει να υπάρξει και η ανάλογη προετοιμασία ώστε με αρθρογραφία, με ομιλία, με δημοσιεύματα να υποστηριχθεί η Έκθεση». Ενώ ξεκαθάρισε ότι «το νόημα δεν είναι να διχάσουμε τον ελληνικό με τον γερμανικό λαό, αλλά να τον ενώσουμε στη βάση της πραγματικής φιλίας και συνεργασίας που προϋποθέτει τη Δικαιοσύνη και τον αμοιβαίο σεβασμό».
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του κ. Αριστομένη Συγγελάκη:
ΕΡ.: Κύριε Συγγελάκη, συμμετείχατε στις εκδηλώσεις για το Ολοκαύτωμα στον Αλικιανό και στο Σκηνέ. Ποια η σκοπιμότητα τέτοιων εκδηλώσεων;
Αριστομένης Συγγελάκης: Νομίζω ότι οι εκδηλώσεις αυτές δίνουν τη δυνατότητα σε ένα ευρύτερο ακροατήριο να έρθει σε επαφή με το ζήτημα της ιστορικής μνήμης, να θυμηθεί τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν 75 χρόνια πριν κατά τη διάρκεια της Κατοχής, να ακούσει κάποιες άγνωστες πτυχές αλλά κυρίως δίνει τη δυνατότητα να συνδεθεί η μνήμη με τη διεκδίκηση. Και μόνο όταν οι τελετές μνήμες συνδέονται και εκφράζουν το αίτημα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών, ένα σύγχρονο αίτημα το οποίο κινητοποιεί τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων και πλέον κινητοποιεί και πολύ κόσμο στο εξωτερικό, μόνο τότε οι τελετές αυτές αποκτούν ένα σύγχρονο, επίκαιρο χαρακτήρα και βγαίνουν από το Μουσείο.
Χθες ειδικά στον Σκινέ είμαι πολύ ευχαριστημένος γιατί υπήρξε μεγάλη συμμετοχή, ιδίως από τη νεολαία και κόσμο που δεν συνηθίζει να πηγαίνει σε τέτοιες εκδηλώσεις. Μας δόθηκε η δυνατότητα να μιλήσουμε για τα γεγονότα της εποχής, να τα εντάξουμε στο ιστορικό τους πλαίσιο, να αποδώσουμε τη δέουσα τιμή στη Μάχη της Κρήτης και τον παλλαϊκό ξεσηκωμό και να εξηγήσουμε γιατί έγινε στον Σκινέ και τον Κερίτη ένα από τα πρώτα μαζικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, που διεπράχθη καθαρά για λόγους εκδίκησης και κατατρομοκράτησης των κατοίκων της περιοχής και της Κρήτης αλλά και γιατί ήθελαν οι Γερμανοί να στείλουν ένα δυνατό μήνυμα σε όλη την Ευρώπη τι παθαίνει όποιος αντιμάχεται τον Άξονα και τον ναζισμό.
Είχαμε επίσης τη δυνατότητα να αποκαλύψουμε τις ομοιότητες του Ολοκαυτώματος του Σκινέ με το Ολοκαύτωμα της Βιάννου από όπου κατάγομαι, ομοιότητες που σε κάνουν να σου σηκώνεται η τρίχα. Περιληπτικά κοινά στοιχεία των δύο Ολοκαυτωμάτων είναι:
Πρώτον, το γεγονός ότι προσπάθησαν και πέτυχαν να ξεγελάσουν τους κατοίκους, οι οποίοι δεν πήραν τα μέτρα τους, και στον Κερίτη και στη Βιάννο.
Το δεύτερο είναι ότι προσπάθησαν να νομιμοποιήσουν τα εγκλήματά τους και να απαλλαγούν της ευθύνης και στο μεν Ολοκαύτωμα του Κερίτη, του Αλικιανού, του Σκινέ του Φουρνέ και τον άλλων χωριών έστησαν ένα έκτακτο στρατοδικείο – παρωδία που ουσιαστικά γελοιοποίησαν κάθε έννοια δικαιοσύνης προσπαθώντας να δείξουν ότι περνούν από δίκη αυτούς που είχαν πολεμήσει στη Μάχη της Κρήτης και συνεπώς ότι η εκτέλεσή τους ήταν απόδοση δικαιοσύνης (!), ενώ στη Βιάννο έστειλαν τα ξημερώματα, μετά την πρώτη από τις τρεις μέρες της Σφαγής, ένα τηλεγράφημα στα κεντρικά της Βέρμαχτ όπου έλεγε ότι 280 Έλληνες «πυροβολήθηκαν θανάσιμα ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν». Έτσι ονόμασαν τις μαζικές εκτελέσεις ανά ομάδες των 10, «εν πλήρη τάξει», με τη γνωστή ναζιστική μεθοδικότητα οι οποίες εκτελέσεις μόνο στο χωριό μου την Αμιρά, όπου εκτελέστηκαν 117 άνθρωποι, κράτησαν 6 ώρες! Και αυτοί είχαν το θράσος να γράφουν ότι δήθεν «πυροβολήθηκαν ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν». Ψάχνοντας την προέλευση αυτής της φράσης έμεινα εμβρόντητος όταν χάρη του βιβλίου του Σεμπάστιαν Χάφνερ “Αψηφώντας τον Χίτλερ” ανακάλυψα ότι η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε η φράση αυτή “πυροβολήθηκαν θανάσιμα ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν” ήταν κατά τη δολοφονία της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ από τα Freikorps στις 15 Ιανουαρίου του 1919. Δυο μέρες μετά, στις 17 Ιανουαρίου του 1919, δημοσιεύθηκε ανακοίνωση της Βερολινέζικης αστυνομίας η οποία έγραφε ότι οι δύο ηγέτες του Σπάρτακου, των οποίων τα κεφάλια πολτοποιήθηκαν με τους υποκόπανους των όπλων, δήθεν «πυροβολήθηκαν θανάσιμα ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν».
Αυτό μας οδηγεί και σε ένα άλλο συμπέρασμα, ότι το αυγό του φιδιού επωαζόταν 24 και πλέον χρόνια στη Γερμανία για να έρθει να σπάσει στον Αλικιανό, στον Σκινέ, στον Κερίτη, στη Βιάννο, στην Κρήτη, σε όλη την Ελλάδα, για να μας βυθίσει στο αίμα και στο πένθος και άρα θα πρέπει να έχουμε μηδενική ανοχή στα ναζιστικά και φασιστικά εκτρώματα.
Η τρίτη ομοιότητα που υπάρχει μεταξύ των δύο Ολοκαυτωμάτων ήταν το γεγονός ότι όχι μόνο σκότωσαν με τον πλέον βάναυσο και άνανδρο τρόπο τους αθώους πολίτες αλλά λεηλάτησαν, έκαψαν και ανατίναξαν τα σπίτια αφήνοντας πίσω τους κρανίου τόπο και κήρυξαν μάλιστα απαγορευμένη στρατιωτική ζώνη τον Σκινέ, όπως είχαν κάνει, πριν ακόμη το Ολοκαύτωμα της Βιάννου, τα νότια παράλια σε βάθος 5 χιλιομέτρων. Θέλησαν, όπως κάνανε στην Κάνδανο, μέσα από την ολοκληρωτική καταστροφή των χωριών να δώσουν ένα μήνυμα τι παθαίνει όποιος αντιστέκεται στον ναζισμό. Αλλά παράλληλα ήθελαν να στερήσουν τους κατοίκους και από τα αναγκαία μέσα επιβίωσης, δηλαδή, από αυτά τα αγαθά που μπορούσαν να καλλιεργήσουν για να ζήσουν. Πρέπει λοιπόν πέρα από τους ανθρώπους που δολοφονήθηκαν και τον πόνο των οικογενειών τους να αναλογιστούμε το τι τράβηξαν οι επιζώντες, οι οποίοι εκτός από τον πόνο για την τρομερή ανθρώπινη απώλεια είχαν να διαχειριστούν μια πολύ σκληρή Κατοχή, που τους στερούσε ακόμα και τα απαραίτητα προς το ζην.
ΕΡ.: Με την υπόθεση Ρίχτερ, φαίνεται ότι έχουν ξεκαθαρίσει τα πράγματα. Όμως υπήρξε κάποια συνέχεια του θέματος από Γερμανία, με σχετική αρθρογραφία. Τελικά, τι ήταν η υπόθεση Ρίχτερ;
Α.Σ.: Αυτό το οποίο έχει σημασία κατ’ αρχάς – επειδή πρέπει να αξιολογούμε και να κάνουμε έναν απολογισμό της κάθε υπόθεσης που απασχόλησε το πανελλήνιο και ευρύτερα και να βγάζουμε και τα αναγκαία διδάγματα – είναι να δούμε πως αντιμετωπίστηκε αρχικά ο Ρίχτερ και το βιβλίο του, το οποίο ήταν μια εμφανέστατη προσπάθεια παραχάραξης της Ιστορίας, αναθεώρησης και αντιδραστικής συγγραφής της. Όταν λοιπόν υπήρξαν οι πρώτες αντιδράσεις – η πρώτη αντίδραση στις 17 Νοεμβρίου του 2014, δύο μέρες πριν την βράβευση – αναγόρευση του Ρίχτερ σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Κρήτης – ο πρώτος που αντέδρασε ήταν ο επίτιμος Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Μανούσος Παραγιουδάκης – ένας δημοκράτης και ικανός αξιωματικός που τιμά τον ελληνικό στρατό – ο οποίος έστειλε μία επιστολή που τεκμηρίωνε πλήρως (με παράθεση σε εισαγωγικά πάρα πολλών φράσεων που απεδείκνυαν τους πραγματικούς σκοπούς του Ρίχτερ) και τότε, άμεσα, αντιδράσαμε. Το Εθνικό Συμβούλιο από πολύ νωρίς αντιλήφθηκε ότι ο πραγματικός στόχος αυτής της προσπάθειας παραχάραξης της Ιστορίας ήταν η αποδυνάμωση της πολιτικής και ιστορικής βάσης της διεκδίκησης.
ΕΡ.: Μήπως όλο αυτό που ζήσαμε ήταν στα πλαίσια μίας γενικότερης προσπάθειας η οποία εκφράστηκε και μέσω της δημιουργίας Ελληνογερμανικού Ταμείου και λειτουργία Ελληνογερμανικών Συνελεύσεων οι οποίες συνεχίζουν ως σήμερα; Έκανε εντύπωση ότι σε μια περίοδο που γινόταν μια προσπάθεια παραχάραξης της ιστορίας και μέσω τέτοιων πρωτοβουλιών, το Πανεπιστήμιο Κρήτης αναγόρευε τον Ρίχτερ σε επίτιμο διδάκτορα
Α.Σ.: Έχετε απόλυτα δίκιο ότι αυτή η προσπάθεια της έκδοσης του βιβλίου και της βράβευσης του κ. Ρίχτερ, ανεξαρτήτως των ευθυνών και της ύπαρξης δόλου ή αδιανόητης προχειρότητας από κάποιους παράγοντες του Πανεπιστημίου – αυτό θα αποδειχθεί ίσως ιστορικά – δεν είναι μία μεμονωμένη περίπτωση αλλά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο στρατηγικό εγχείρημα του βαθέος γερμανικού κράτους το οποίο επιστρατεύει διάφορες πρακτικές και μεθοδεύσεις όπως είναι η Ελληνογερμανική Συνέλευση, το φερώνυμο ως Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον και το αντίστοιχο ίδρυμα Νεολαίας, προσπάθειες που ουσιαστικά, επιχειρούν την περαιτέρω διείσδυση του γερμανικού κράτους στους μαρτυρικούς δήμους, την ανάσχεση του κινήματος διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών και τη διευκόλυνση της λεηλασίας του εθνικού δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου. Εμείς ως Εθνικό Συμβούλιο είχαμε από πολύ νωρίς από το καλοκαίρι του 2014 αντιδράσει στα Ιδρύματα αυτά και στην προσπάθειά τους να «επεξεργαστούν το ναζιστικό παρελθόν της Γερμανίας», όπως οι ίδιοι χαρακτηριστικά δήλωναν. Είχαμε εκφράσει τις έντονες διαφωνίες μας και είχαμε αποκαλύψει μέσα από κείμενα των ίδιων των Γερμανών τους πραγματικούς τους στόχους και θεωρούμε ότι η Συμφωνία η οποία έχει υπογραφεί, το Μνημόνιο Συνεργασίας που είχε υπογραφεί το Μάιο του 2010 μεταξύ Γιώργου Παπανδρέου και Άγγελας Μέρκελ, ένα μνημόνιο που ανανεώθηκε στην πορεία και από τις επόμενες κυβερνήσεις, θα πρέπει να καταργηθεί. Γιατί η λειτουργία του είναι επιζήμια για την Ελλάδα και κατά τη γνώμη μου πέρα από τον άλλων προβλημάτων ουσιαστικά δεν προσφέρει τίποτα στην συνεργασία και στην καλύτερη σχέση των δύο λαών αλλά αντίθετα δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα. Κι εμείς θέλουμε να στείλουμε και ένα μήνυμα στη γερμανική πλευρά ότι απατώνται αν νομίζουν ότι μπορεί να υπάρξει συμφιλίωση χωρίς δικαιοσύνη. Αν νομίζουν ότι μπορούν με κάποια ψίχουλα να προσεταιριστούν νέους ανθρώπους, επιστήμονες, στελέχη της αυτοδιοίκησης, είναι γελασμένοι. Δεν μπορεί να κλείσει το τραύμα της Κατοχής χωρίς Δικαιοσύνη και Αποζημίωση, χωρίς Δικαιοσύνη και Επανόρθωση.
ΕΡ.: Πάντως ο κ. Φούχτελ θα διαφωνούσε μαζί σας. Σε πρόσφατες δηλώσεις λέει ότι οι δήμαρχοι εκλιπαρούν για συνεργασία με τη Γερμανία για ζητήματα τεχνογνωσίας.
Α.Σ.: Αλίμονο αν δε διαφωνούσε! Αυτό όμως μπορεί να έχει και μία άλλη ανάγνωση, ότι αυτό που υποσχέθηκε η γερμανική κυβέρνηση στο πρωτόκολλο που υπέγραψε με την Ελλάδα το 2010, που υποσχέθηκε δωρεάν τεχνογνωσία σε ευαίσθητους τομείς, σε τομείς που μπορεί πράγματι να βοηθήσει όπως είναι η υγεία, αυτό έχει μείνει κενό γράμμα και ξέρω για παράδειγμα την περίπτωση του τομέα της υγείας που χρηματοδοτήθηκε γερμανική εταιρεία από το ΕΣΠΑ για την δωρεάν παροχή, κατά τα άλλα, τεχνογνωσίας και δεν ξέρω με ποιους όρους υπάρχει αυτή η συνεργασία. Μία συνεργασία και μία προσπάθεια που κόστισε στον ελληνικό λαό μερικά εκατομμύρια ευρώ τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αλλού και το μόνο που προσέφεραν ήταν κάποιοι τόμοι αμφίβολης χρησιμότητας για τη μεταρρύθμιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Όχι μόνο δε δίνουν δωρεάν την τεχνογνωσία αλλά πάνε να λεηλατήσουν και το ΕΣΠΑ, το τόσο πολύτιμο για την ανάπτυξη της χώρας το εργαλείο.
ΕΡ.: Και με τη Fraport φαντάζομαι γνωρίζεται ότι ένα πολύ σημαντικό ποσό, 300.000.000 ευρώ, θα δοθεί μέσω του Πακέτου Γιούνκερ.
Α.Σ.: Αν ισχύει, είναι απαράδεκτο! Όταν υπάρχει συμφωνία που μιλά για δωρεάν παροχή τεχνογνωσίας αυτό θα πρέπει να είναι πραγματικά δωρεάν. Αντιθέτως είδαμε περίεργες κινήσεις στελεχών της Task Force το προηγούμενο διάστημα υπό τον κ. Ράιχενμπαχ – όλως τυχαίως Γερμανός και αυτός – ή επίσης είδαμε την «Ελληνογερμανική Συνέλευση» του κ. Φούχτελ μέσα από το ερωτηματολόγιο που απέστειλαν – το ερωτηματολόγιο του αίσχους που απέστειλε σε δήμους και περιφέρειες να επιχειρεί να χαρτογραφήσει τις αναπτυξιακές δυνατότητες των δήμων, τι πολύτιμο διαθέτουν, το ανθρώπινο δυναμικό τους κλπ με στόχο να λεηλατήσουν τον εθνικό μας πλούτο. Αυτά πρέπει να αποκαλυφθούν και να σταματήσουν και είναι και ευθύνη και της κυβέρνησης, που στο παρελθόν είχε στελέχη της είχαν καταγγείλει αυτές τις μεθοδεύσεις, είναι ευθύνη της να θέσει ένα τέλος σε αυτή την παρακμιακή και εξευτελιστική για τη χώρα κατάσταση.
ΕΡ.: Να γυρίσουμε λίγο στο ζήτημα του Αναθεωρητισμού της Ιστορίας. Γιατί πέραν από τις προσπάθειες των Γερμανών, ο αναθεωρητισμός της ιστορίας δεν είναι κάτι καινούργιο στην Ελλάδα. Υπήρχαν πρωτοβουλίες και πριν την περίοδο του μνημονίου και μέσα στην ακαδημία, αλλά και μέσα στην πολιτική ηγεσία, που προωθούσαν διαφορετικές αναγνώσεις της Ιστορίας, ίσως στα πλαίσια δημιουργίας συνθηκών φιλίας, στα πλαίσια του τέλους της Ιστορίας, και νομίζω ότι εκεί πατήσανε και είδαμε όλα αυτά που είδαμε τα τελευταία χρόνια. Το έδαφος ήταν στρωμένο. Ένα σχόλιο για αυτή τη διαχρονική παρουσία;
Α.Σ.: Κύριε Αγγελάκη, θέλω να είμαι απολύτως σαφής. Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει και να διακινεί τις απόψεις του. Αυτό είναι ένα αναφαίρετο συνταγματικό δικαίωμα και είναι και η βάση μίας ανθρώπινης, δημοκρατικής, πολιτισμένης κοινωνίας. Και επομένως εδώ δε μπορούμε να κατηγορήσουμε κανέναν για ότι πιστεύει, γράφει, διακινεί διαφορετικές απόψεις από αυτές που θεωρούμε εμείς ως ορθές. Αλλά αυτό δεν μας απαγορεύει από το να τις προσβάλλουμε, να αντιπαρατεθούμε με αυτές με επιχειρήματα, με την ιστορική αλήθεια, με τις μαρτυρίες των ανθρώπων που ακόμα ζουν, με αδιάσειστα ντοκουμέντα, πλήθος των οποίων υπάρχει στη διάθεσή μας. Το γεγονός ότι πράγματι υπάρχει ένα ρεύμα στην Ελλάδα μεταξύ των ιστορικών και όχι μόνο που προσπαθούν να αναθεωρήσουν την ιστορία, ιδιαίτερα την ιστορία της Κατοχής και της αντίστασης, να πουν ότι ούτε λίγο ούτε πολύ για τα εγκλήματα του Τρίτου Ράιχ ευθύνη έχει και η Αντίσταση ή κυρίως η Αντίσταση, να συμψηφίσουν τις ευθύνες του θύτη και του θύματος, κάτι απαράδεκτο και δεοντολογικά, επιστημονικά, από κάθε άποψη, και επίσης πολλές φορές προσπαθούν να εξισώσουν την τρομοκρατία των ταγμάτων ασφαλείας με την αντιστασιακή δράση του ΕΛΑΣ και των αντιστασιακών ομάδων που πολέμησαν λυσσαλέα μέχρι την τελευταία ημέρα τους κατακτητές. Αυτά θα πρέπει να αποκαλύπτονται. Συχνά πυκνά βλέπουμε ότι δεν είναι και τόσο τυχαίες οι απόψεις αυτές. Σε αρκετές περιπτώσεις πιάνοντας κανείς το νήμα βλέπει ότι υπάρχει κάποια χρηματοδότηση γερμανικής ή ΝΑΤΟικής προέλευσης. Να ένας ακόμα λόγος για τα οποία είμαστε αντίθετοι στη δράση αυτών των γερμανικών οργανώσεων στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να προσελκύσεις κάποιον σε μια διαφορετική ανάγνωση της ιστορίας. Σε κάθε περίπτωση είναι καλό να επαγρυπνούμε, επαναλαμβάνω ότι δεν μπορεί κανείς να απαγορεύσει στον οποιοδήποτε να έχει τις απόψεις του, αλλά κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τη βάσανο της επιστημονικής κριτικής αλλά και της κριτικής της κοινής γνώμης.
ΕΡ.: Όμως οι απόψεις αυτές αποκτούσαν θέση ισχύος και στην ακαδημία και στην πολιτική σκηνή. Φαίνεται σα να υπήρχε μία συνέχεια και πριν φτάσουμε στο σημείο που βρισκόμαστε. Υπήρχε μία πορεία, και σε αυτά τα ζητήματα της ιστορίας. Δεν είναι θέμα περιορισμού της ελευθερίας έκφρασης, αλλά όταν γίνεται κυρίαρχη μια τάση, τότε ακολουθεί πιο φυσικά το στάδιο που ακολούθησε εδώ.
Α.Σ.: Είναι γεγονός ότι μετά την απελευθέρωση υπήρξαν μια σειρά από εξελίξεις που οδήγησαν στην πρόσδεση ενός τμήματος της ελληνικής αστικής τάξης στον γερμανικό παράγοντα. Κάποιοι ταυτόχρονα κατάφεραν να προσδεθούν ταυτόχρονα και στον αμερικάνικο παράγοντα, αφού άλλωστε Δυτική Γερμανία και ΗΠΑ ήταν σύμμαχοι τις δεκαετίες που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένα μέρος της ελληνικής αστικής τάξης μέσα από τη συνεργασία αυτή έκτισε περιουσίες και πολιτικές καριέρες και είναι λογικό λοιπόν κάποιοι να προσεγγίζουν τα ζητήματα της αντίστασης και της Κατοχής με διαφορετικό τρόπο και είναι λογικό κάποιοι να φοβούνται τις γερμανικές αποζημιώσεις. Και όπως είχα γράψει σε ένα παλιότερο άρθρο μου τις φοβούνται γιατί και αν ακόμα θεωρούσαν ως υπόθεση εργασίας ότι δε θα απέδιδαν ούτε ένα ευρώ στον ελληνικό λαό και στα θύματα, το γεγονός ότι η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών κινητοποιεί τον κόσμο, τον βοηθά να μάθει την ιστορία του, να αντιληφθεί τα αίτια της σημερινής του κακοδαιμονίας και να χειραφετηθεί, αυτό είναι κάτι που δεν το επιθυμούν.
Θα ήθελα επίσης να πω ότι τις τελευταίες δεκαετίες, τις δεκαετίες πριν το μνημόνιο, τη δεκαετία του 1990 και του 2000 επικράτησε στην Ελλάδα ο παροξυσμός των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, της άνευ όρων εισόδου στην ΟΝΕ, των δήθεν «επίγειων παραδείσων», που μόνο παράδεισοι δεν ήταν, και στο κλίμα εκείνης της εποχής, που τελικά οδήγησε στη άνευ όρων παράδοση της χώρας στους δανειστές, μπόρεσαν κάποιοι να προωθήσουν αυτές τις ιδέες. Ιδέες και απόψεις φιλικές προς τη Γερμανική Ευρώπη. Σήμερα όμως, μετά και τα τρία μνημόνια και την κατάσταση σκληρής λιτότητας που βιώνει η κοινωνία μας οφείλουμε να αναλογιστούμε πώς οδηγηθήκαμε ως εδώ και οφείλουμε να αντιληφθούμε ότι η γερμανική Ευρώπη, δηλαδή, η ισόβια λιτότητα και διαρκής επιτήρηση των λαών και μάλιστα των πιο αδύναμων τμημάτων των λαών από το άγρυπνο αυστηρό μάτι του Βερολίνου και των Βρυξελλών, μόνο καταστροφικά αποτελέσματα μπορεί να έχει και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί μέλλον ούτε για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πουλόβερ άρχισε να ξηλώνει με το Brexit και δεν ξέρουμε πού θα σταματήσει. Είναι ώρα να αλλάξουμε πορεία και ένα ζήτημα που αναδεικνύει τις ευθύνες της Γερμανίας χαρακτηριστικά απέναντι στους λαούς είναι το ζήτημα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών. Για αυτό προκαλεί αλλεργία και πανικό στο Βερολίνο όποτε τίθεται και για αυτό αποστρέφεται τη διεκδίκηση ένα μειοψηφικό μέρος της ελληνικής αστικής τάξης: γιατί θεωρεί ότι βοηθά τους ανθρώπους να αντιληφθούν τις ευθύνες της Γερμανίας κι όχι μόνο για τη σημερινή κατάσταση της χώρας. Θέλω να πω μια φράση ακόμη: σύμφωνα με έγκυρους επιστήμονες, αναλυτές, όπως ο ακαδημαϊκός Άγγελος Αγγελόπουλος και πολλοί άλλοι, η Ελλάδα έμεινε δεκαετίες πίσω με όρους οικονομικούς, ανθρώπινου κεφαλαίου, επιστημονικούς λόγω της Κατοχής. Ουσιαστικά η χώρα λεηλατήθηκε και καταστράφηκε, ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε, είναι η μόνη χώρα όπως επισημαίνει ο Μανώλης Γλέζος που είδε τον πληθυσμό της να μειώνεται κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ουσιαστικά δέχτηκε ένα πλήγμα κατά την Κατοχή και τον Εμφύλιο, τόσο ισχυρό, από το οποίο ποτέ δε μπόρεσε να ανακάμψει. Επομένως, χωρίς να παραγνωρίζουμε τις ευθύνες των κυβερνήσεων από την Απελευθέρωση έως σήμερα, το αντίθετο μάλιστα, ευθύνονται για τον επιπλέον λόγο ότι δεν διεκδίκησαν μεθοδικά και αποτελεσματικά τις γερμανικές επανορθώσεις, οφείλουμε ωστόσο να δούμε ότι οι ρίζες της σημερινής κακοδαιμονίας της χώρας εντοπίζονται στην Κατοχή και τον Εμφύλιο που διέλυσαν τη χώρα και δεν την άφησαν να ανασάνει, αλλά και στην πολιτική των Συμμάχων, Αμερικανών και Γερμανών, αμέσως μετά.
ΕΡ.: Ποια είναι η θέση σου σε σχέση με όσα αναφέρονται στο Πορισμα της Διακομματικής επιτροπής για τις Γερμανικές Αποζημιώσεις;
Α.Σ.: Η προσωπική μου θέση, εξ όσων γνωρίζω, είναι ότι είναι μία προσπάθεια από την κοινοβουλευτική διακομματική επιτροπή να συντάξει ένα πόρισμα σε διεκδικητική κατεύθυνση. Και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τις προσπάθειες και του προέδρου της Επιτροπής, του κ. Μηταφίδη, ο οποίος είναι γνωστός αντιστασιακός και μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, αλλά και των μελών – βουλευτών όλων των κομμάτων. Θα ήθελα να σημειώσω ότι στο Πόρισμα αυτό περιλαμβάνεται τόσο η ανάγκη ρηματικής διακοίνωσης, η οποία για το Εθνικό Συμβούλιο είναι η πρώτη προτεραιότητα, όσο και άλλα ζητήματα όπως είναι για παράδειγμα ότι καλεί την ελληνική κυβέρνηση να παρέμβει στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το θέμα της αναφοράς της αντιστασιακής οργάνωσης ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ ή το ζήτημα της επαναλειτουργίας του γραφείου δίωξης εγκλημάτων πολέμου ή άλλα ζητήματα τα οποία θέτει όπως την αποστολή κλιμακίου της βουλής στα ξένα κοινοβούλια και το γερμανικό για να προωθηθεί το ζήτημα – αυτά είναι θετικά. Οπωσδήποτε υπάρχουν ελλείψεις και αδυναμίες και επισημάνθηκαν από το ΚΚΕ ή και βουλευτές άλλων κομμάτων. Και θεωρώ ότι είναι καλό να υπάρξει μία προσπάθεια μέχρι την συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής αρχές του Σεπτέμβρη να προκύψει η ισχυρότερη δυνατή θέση για το ζήτημα γιατί, εν πάσει περιπτώσει, όσο και αν αυτό είναι δύσκολο, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει εθνική και λαϊκή ενότητα στο ζήτημα αυτό.
ΕΡ.: Σε σχέση με τη δήλωση της βουλευτής κ. Καρακώστα θεωρείται ότι έγινε κάποιο λάθος;
Α.Σ.: Θέλω να πιστεύω ότι ήταν μία ατυχής έκφραση. Εξάλλου στο παρελθόν η κα Καρακώστα έχει εκφράσει την πλήρη στήριξή της στη διεκδίκηση. Ήθελα όμως να πω και αυτό πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν μπορεί να υπάρξει ηθική δικαίωση χωρίς την υλική αποκατάσταση. Δεν μπορεί να υπάρξει ηθική δικαίωση χωρίς να αποδοθούν οι γερμανικές οφειλές. Εμείς έχουμε από την πρώτη στιγμή πει ότι δεν θέλουμε να πλουτίσουμε. Δεν έχει ευτελή κίνητρα αυτός ο αγώνας αλλά θα πρέπει να πληρώσει η Γερμανία, ακόμα «και ένα μάρκο να ήταν» η οφειλή της, όπως χαρακτηριστικά τιτλοφορείται το βιβλίο του Μανώλη Γλέζου, πόσω μάλλον τώρα που η οφειλή ανέρχεται σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με το πόρισμα του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους. Θα πρέπει πάντως η Γερμανία να καταβάλλει τις επανορθώσεις προκειμένου να αποδείξει εμπράκτως την μεταμέλειά της για το γεγονός ότι το Γ’ Ράιχ σκότωσε και οδήγησε στο θάνατο εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, βίασε, λεηλάτησε και ισοπέδωσε την Ελλάδα κατά την Κατοχή. Να αποδείξει εμπράκτως ότι το δημοκρατικό γερμανικό κράτος αναλαμβάνει, ως οφείλει, την ευθύνη για τα φοβερά εγκλήματα του Τρίτου Ράιχ στην Ελλάδα. Διαφορετικά θα πρόκειται για μία δήλωση, ή μία συγνώμη άνευ ουσιαστικού νοήματος. Εμείς αυτό επίσης το θέλουμε για να καταλάβουν και όλοι, να σταλεί ένα μήνυμα στους όψιμους θιασώτες του ναζισμού στην Ελλάδα στη Γερμανία και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ότι όσα χρόνια και αν περάσουν, έρχεται η στιγμή στο τέλος που καλείσαι να πληρώσεις, να καταβάλλεις το τίμημα για τα ανομήματά σου. Και τέλος, εκτός από το ότι η καταβολή των επανορθώσεων θα μας βοηθούσε να κλείσουμε τη σελίδα της Κατοχής και να προχωρήσουμε μπροστά βοηθά και στη συνειδητοποίηση απ’ όλους ότι ο ναζισμός έχει συνέπειες φοβερές τις οποίες θα πρέπει να αποφύγουμε, λειτουργεί λοιπόν αποτρεπτικά για νέα εγκλήματα στο μέλλον.
ΕΡ.: Όλα αυτά όμως σε μία Ευρώπη που χαράσσει πορεία ακροδεξιά. Βλέπουμε να ισχυροποιούνται τα κόμματα της ακροδεξιάς, αποτυγχάνει η σοσιαλδημοκρατία και η δεξιά, η Αριστερά φαίνεται ανέτοιμη να αναλάβει κυρίαρχο ρόλο. Και όλο αυτό δημιουργεί έναν προβληματισμό. Πώς μπορούμε να περιμένουμε απόδοση δικαιοσύνης όταν ακόμα και στο πλαίσιο των πολιτικών που χαράσσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, λ.χ. στο μεταναστευτικό, πλησιάζει όλο και παραπάνω τις ακροδεξιές θέσεις; Την ίδια στιγμή βλέπουμε την άνοδο μίας λαϊκιστικής ακροδεξιάς η οποία κλέβει από τον λόγο της Αριστεράς σε κάποια ζητήματα, σε σχέση με τα ζητήματα των λαϊκών στρωμάτων.
Α.Σ.: Θα ήθελα σε αυτό να σταθώ, στην τελευταία σας επισήμανση, ότι το κενό που αφήνει η Αριστερά και η Κεντροαριστερά και η πεφωτισμένη, δημοκρατική Δεξιά, το κενό αυτό το οποίο αφήνουν τόσο στην εφαρμοσμένη πολιτική τους όσο και στο λόγο τους, δηλαδή το γεγονός ότι τα σκληρά δοκιμαζόμενα από τη λιτότητα λαϊκά στρώματα, δεν βλέπουν να εκφράζονται οι ανάγκες τους και να εκπροσωπούνται από τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο, τον λόγο των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων, αυτό είναι που επιτρέπει και αφήνει περιθώριο στις ακροδεξιές δυνάμεις να ισχυροποιούνται, χωρίς να σημαίνει ότι και όλες οι δυνάμεις αυτές λένε ακριβώς τα ίδια. Υπάρχει λοιπόν σοβαρός κίνδυνος, με την πανευρωπαϊκή λιτότητα που εκπορεύεται από το Βερολίνο, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος υποχώρησης της Δημοκρατίας. Δηλαδή, πέραν των άλλων συνεπειών, πέραν του γεγονότος ότι ο κόσμος φτωχαίνει, υποφέρει, εξωθείται στο περιθώριο, αυξάνονται οι θάνατοι, πέφτει σαρωτικά το βιοτικό επίπεδο, πέραν όλων αυτών βλέπουμε ότι η εφαρμοζόμενη τα τελευταία αρκετά χρόνια πολιτική λιτότητας κλονίζει τους ίδιους τους δημοκρατικούς θεσμούς. Θα έπρεπε λοιπόν αυτό να είναι άλλο ένα καμπανάκι που να προβληματίσει τον κ. Σόιμπλε και τις Βρυξέλλες να μπει ένας φραγμός: Ως εδώ!
ΕΡ.: Το γεγονός ότι στις χώρες του Βορρά η ακροδεξιά έχει μια δυναμική κτίζοντας πάνω στη φτωχοποίηση λαϊκών στρωμάτων του Βορρά και στη Γερμανία χρησιμοποιεί την κατάσταση που επικρατεί στο νότο με έναν λόγο λαϊκιστικό, που κτίζει πάνω σε κακέκτυπα και στερεότυπα και διαμορφώνοντας αρνητικό κλίμα πιέζει για επιπλέον λιτότητα. Και χρησιμοποιήθηκε, όπως θυμάστε, και με το θέμα των Γερμανικών αποζημιώσεων, όπου η ακροδεξιά της Γερμανίας μαζί με τμήμα της Δεξιάς κατηγορούσε την Ελλάδα για το ζήτημα αυτό που – σύμφωνα με όσα λένε – δεν έχει δικαίωμα να ζητά αποζημιώσεις η Ελλάδα. Εκεί, νομίζω, αναδεικνύεται μία μεγαλύτερη προβληματική, ότι όλες αυτές οι πολιτικές λιτότητας είναι σαν να χρησιμοποιούνε το πέρασμα στην ακροδεξιά, από τη στιγμή που η κυρίαρχη Δεξιά στην Ευρώπη δεν επιτρέπει μία Αριστερή προοπτική πέρα από τη λιτότητα. Όταν τελικά «δεν υπάρχει άλλος δρόμος», σπρώχνουν τον κόσμο στην ακροδεξιά; Και πέρα από το ζήτημα των αποζημιώσεων που είναι κυρίαρχο – γιατί συνδέεται όπως είπατε και εσείς με τον φασισμό – πως μπορεί όμως και στο πρακτικό επίπεδο, στην καθημερινότητα πλέον, και ο Έλληνας και ο Ευρωπαίος πολίτης να αντισταθεί, γιατί θεωρείται τόσο κρίσιμη η αντίσταση στις πολιτικές λιτότητας και γιατί συνδέεται με το αίτημα της απόδοσης Δικαιοσύνης, της εναντίωσης στον φασισμό;
Α.Σ.: Για μένα ο αγώνας ενάντια στον φασισμό είναι ένας αγώνας που ενώνει τους λαούς όλης της Ευρώπης και είναι και ένας αγώνας ενάντια στη λιτότητα και σε αυτούς που την επιβάλλουν, που την προτείνουν ως μοναδική διέξοδο. Ωστόσο δεν είναι όλες οι περιπτώσεις ίδιες. Πράγματι, ακροδεξιές δυνάμεις αξιοποιούν την κοινωνική δυσαρέσκεια και κάποιες από αυτές προσπαθούν να στρέψουν, να διχάσουν τους ευρωπαίους πολίτες, τους λαούς. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι το ευρωπαϊκό εγχείρημα, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είχε άλλους διακηρυγμένους στόχους. Η Ευρώπη έχει αξία και νόημα μόνο εφόσον είναι ο φυσικός χώρος της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και του σεβασμού των πολιτιστικών αξιών του κάθε λαού. Δεν έχει αξία και δεν υπηρετεί την ευρωπαϊκή ιδέα όταν είναι χώρος επιβολής της λιτότητας, της μισαλλοδοξίας και της γενικευμένης εκμετάλλευσης. Επομένως, όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως ευρωπαϊστές θα πρέπει να δώσουν αγώνα μέσα στις χώρες τοους και μέσα, εντός της ευρωπαϊκής Ένωσης για να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων, για να αποκατασταθεί και ενισχυθεί το κοινωνικό κράτος, για να γυρίσουμε από πολιτικές λιτότητας σε πολιτικές αναδιανομής του πλούτου και κοινωνικής ευημερίας, για να ενισχυθούν οι δημοκρατικοί θεσμοί, και για να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των εθνών και των λαών. Οποιαδήποτε άλλη πορεία θα σημάνει το οριστικό τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΕΡ.: Μια τελευταία ερώτηση σχετικά με το Αρχείο Κουτουλάκη το οποίο όπως έχουμε πληροφορηθεί θα βρίσκεται στη Γερμανία, από Ιανουάριο έως Μάιο περιοδεύοντας σε 6 πόλεις. Τι πιστεύετε ότι μπορούν να αποφέρουν τέτοιες πρωτοβουλίες; Γνωρίζω ότι άλλη μία τέτοια πρωτοβουλία έχει παρθεί από Έλληνες και Γερμανούς αντιφασίστες στη Γερμανία. Διαφαίνεται μία κινητικότητα. Ποιο νομίζετε ότι θα πρέπει να είναι το πλαίσιο πραγματοποίησης τέτοιων εκδηλώσεων στη Γερμανία και τι επίπτωση μπορεί να έχουν, τι θα θεωρούσατε ως θετικό αντίκτυπο;
Α.Σ.: Αναμφισβήτητα είναι πολύ θετικό το γεγονός της πραγματοποίησης της Έκθεσης αυτής, της σπουδαίας αυτής Έκθεσης του Αρχείου Κουτουλάκη το οποίο είναι αναπόσπαστο μέρος της Έκθεσης της επίσημης «Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη» που την απάρτιζαν ο μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης και οι καθηγητές Ιωάννης Καλλιτσουνάκης και Ιωάννης Κακριδής, με φωτογράφο της Επιτροπής τον Κ. Κουτουλάκη. Και η περιοδεία σε γερμανικές πόλεις, η παρουσίαση της Έκθεσης αυτής σε γερμανικές πόλεις, δεν έχει ξαναγίνει και είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει το ενδιαφέρον της γερμανικής κοινής γνώμης και θα ξαναθέσει το δάκτυλο επί των τύπων των ήλων. Δηλαδή θα ανοίξει εκ νέου μια συζήτηση η οποία προκαλεί πανικό και έντονη δυσφορία στη γερμανική κυβέρνηση και τους κύκλους του βαθέους γερμανικού κράτους, οι οποίοι θέλουν να ξεχαστούν τα φοβερά εγκλήματα του Τρίτου Ράιχ στην Ελλάδα. Και επομένως, εφόσον αυτό συμβεί, θα είναι ένα πολύ θετικό γεγονός το οποίο το χαιρετίζω. Σε σχέση με το πλαίσιο τέτοιων εκδηλώσεων ήθελα να πω ότι πριν πολλά χρόνια, το 2002, είχα βρεθεί στο Μπίλεφελντ της Γερμανίας καλεσμένος του κόμματος των Πρασίνων για δύο ομιλίες, και εκείνη την περίοδο υπήρχε η Έκθεση για τα εγκλήματα της Βέρμαχτ, που παρουσιαζόταν σε διάφορες πόλεις. Έπρεπε λοιπόν να δείτε τις αντιδράσεις των Γερμανών πολιτών, που έμεναν εμβρόντητοι όταν συνειδητοποιούσαν ότι τα περισσότερα από τα εγκλήματα του ναζισμού, από τα φοβερά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν τα διέπραξαν τα SS και παραστρατιωτικά τμήματα αλλά ο τακτικός γερμανικός στρατός, απόδειξη του εγκληματικού χαρακτήρα που είχε πάρει ο γερμανικός στρατός και του πόσο είχε προχωρήσει ο ναζισμός στη Γερμανία. Επομένως βλέποντας, αντικρύζοντας την κλασική φωτογραφία του σπιτιού στα Αμιρά – που είναι το χωριό μου – με τις χαροκαμμένες γυναίκες με τα μαύρα που κάθονται από έξω και τους σταυρούς στους τοίχους των σπιτιών, ο αριθμός των οποίων (των σταυρών) δείχνει τον αριθμό των εκτελεσθέντων, αυτό νομίζω θα συγκλονίσει τους πάντες. Η έκθεση αυτή είναι βέβαιο ότι θα συγκλονίσει και θα ευαισθητοποιήσει τη γερμανική κοινή γνώμη και εκ των πραγμάτων θα βοηθήσει τους σκοπούς μας. Θα ήθελα να θυμίσω ότι δεν προέκυψε τυχαία η Έκθεση Καζαντζάκη, Καλλιτσουνάκη, Κακριδή και το φωτογραφικό Αρχείο Κουτουλάκη που είπαμε ότι είναι αναπόσπαστο μέρος αυτής της Έκθεσης: προέκυψαν κατ’ εντολή της κυβέρνησης Βούλγαρη το 1945, που έδωσε πολύ μικρό χρονικό περιθώριο στην Επιτροπή να περιοδεύσει, δίχως μέσα στη διάθεσή της, την Κρήτη που έχει τόσα πολλά μαρτυρικά χωριά και τις μεγαλύτερες σε αριθμό θυμάτων σε σχέση με τον πληθυσμό θηριωδίες να έχουν διαπραχθεί εδώ. Αυτό λοιπόν έγινε επειδή η κυβέρνηση η ελληνική κυβέρνηση τότε ήθελε να καταγράψει και να τεκμηριώσει ακόμα περισσότερο τα εγκλήματα των Γερμανών προκειμένου να αξιοποιήσει το πόρισμα αυτό στη διεκδίκησης των γερμανικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων, καθώς λίγους μήνες μετά, τον Νοέμβριο του 1945, υπήρχε το Συνέδριο των Παρισίων όπου συζητήθηκε το ζήτημα των Επανορθώσεων. Επομένως, η ιστορική μνήμη είναι αλληλένδετη με τη διεκδίκηση και νομίζω ότι αυτό το χαρακτήρα θα υπηρετήσει και αυτή η πολύ θετική πρωτοβουλία. Να δώσουμε συγχαρητήρια στους οργανωτές που αναλαμβάνουν αυτό το εγχείρημα και να εκφράσω τη συμπαράστασή μου. Και βέβαια να τονίσω ότι επειδή πραγματικά πιστεύω ότι θα δοθεί πολύ μεγάλο βάρος στη Γερμανία για την Έκθεση αυτή, θα πρέπει να υπάρξει και η ανάλογη προετοιμασία ώστε με αρθρογραφία, με ομιλίες, με δημοσιεύματα, με πολλούς διαφορετικούς τρόπους να υποστηριχθεί η Έκθεση αυτή και ουσιαστικά να προωθηθεί η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών. Και να επαναλάβω, να το πω προκαταβολικά ότι αυτό είναι και το νόημα της παρουσίας μας στη Γερμανία. Το νόημα δεν είναι να διχάσουμε τον ελληνικό με τον γερμανικό λαό, αντίθετα είναι να τον ενώσουμε αλλά στη βάση της πραγματικής φιλίας και συνεργασίας που προϋποθέτει τη Δικαιοσύνη και τον αμοιβαίο σεβασμό.