Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης
Η παγκόμια καπιταλιστική βαθαίνει και πάει σε σημεία που δεν είχε φτάσει σε προηγούμενες περιόδους ενώ βεβαιότητες χρόνων γκρεμίζονται σαν χάρτινος πύργος. Χιλιάδες θέσεις εργασίας καταργούνται με μία μόνο απόφαση, αυξάνεται ο παγκόσμιος πληθυσμός των ανθρώπων που ψάχνουν σωτηρία στη φυγή, μακριά από πολέμους, ιμπεριαλιστικά και οικολογικά εγκλήματα, χούντες. Οι ισχυροί πυλώνες του διεθνούς οικονομικού στστήματος χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους κι οι συνταγές που αξιοποιούν για τη διάσωσή τους αποδεικνύονται άχρηστες, η πολιτική κρίση ρίζωνει στις δυτικές και όχι μόνο κοινωνίες. Και μέσα σε όλα η ανάγκη για μια διαφορετική οργάνωση της κοινωνικής ζωής αναδεικνύεται ως μονόδρομος.
Τίποτα δεν είναι μεταφυσικό. Όλα όσα συμβαίνουν έχουν τις αιτίες τους, την εξήγηση τους αλλά και τη λύση τους. Όσο δύσκολη κι αν φαντάζει. Η κινεζική οικονομία τους τελευταίους μήνες κλυδωνίζεται από το Κραχ του χρηματιστηρίου -που έχασε μέσα σε ένα περίπου μήνα το 30% της αξίας του. Οι κινεζικές αρχές έχουν ξοδέψει μέχρι σήμερα (με βάση τους υπολογισμούς της αμερικανικής τράπεζας Goldman Sachs) σχεδόν 150 δισεκατομμύρια δολάρια στην προσπάθειά τους να σταματήσει την κατάρρευση. Τώρα, ο δείκτης του χρηματιστηρίου της Σαγκάης έχει προσγειωθεί στις 3700 μονάδες -από τις 5150 στις 12 Ιούνη. Από την άλλη η αύξηση του κύματος των προσφύγων που προσπαθούν να φτάσουν στη Βόρεια Ευρώπη συνδέεται άμεσα με την απερίγραπτη επιδείνωση της κατάστασης στα μέτωπα του πολέμου. Ο αριθμός των προσφύγων είναι πραγματικά πρωτοφανής και οι εξελίξεις στη Συρία δίνουν μεγάλο κομμάτι της απάντησης στο γιατί. Συνολικά στη Συρία από το 2011 όταν ο Άσαντ εξαπέλυσε κάθε τύπου βία για να καταστείλει την επανάσταση, 11,5 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Από αυτούς, τα 7,5 εκατομμύρια έχουν γίνει πρόσφυγες μέσα στην ίδια τους τη χώρα. Τα υπόλοιπα τέσσερα εκατομμύρια πέρασαν τα σύνορα. Στο πρώτο πρόβλημα η λύση είναι να πάρουμε την τύχη στα χέρια μας και να αποφασίσουμε αν θέλουμε να διοικούμαστε από αρπακτικά του χειρίστου είδους όπως είναι οι καπιταλιστές ή να αλλάξουμε τώρα τα δεδομένα για το κοινό μας όφελος. Στο δεύτερο να δράσουμε ιμπεριαλιστικά και αντικαπιταλιστικά και να κηρύξουμε τον πόλεμο στην άρχουσα τάξη του τόπου μας, να ενωθούμε με τα ταξικά αδέρφια μας και να διεκδικήσουμε τις απλές καθημερινές λύσεις που τόσο έχουν ανάγκη. Να τους νομιμοποιήσουμε, να ναγνωρίσουμε τα δικαιώματά τους και να επιτρέψουμε να ζήσουν ελέυθερα.
Ο κόσμος αλλάζει κι η συνείδηση του καθημερινού ανθρώπου αλλάζει κι αυτή. Προς το καλύτερο, όσο κι αν επιμένουν κάποιοι δεξιά ή αριστερά ότι ο κόσμος ακόμα να σηκωθεί από τους καναπέδες του. Έτσι κι αλλιώς, με αυτή τη ζωή, πρωινή εργασία – βραδινό μεροκάματο – οικογένεια πως να βρει ώρα να αράξει στον καναπέ του! Γι’ αυτό, για να έρθουμε και στις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις, η προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να πείσει ότι η παραίτηση της κυβέρνησής του και η πορεία προς τις εκλογές είναι μια επίδειξη δημοκρατικής ευαισθησίας από τη μεριά του και μια εγγύηση ότι με ανανεωμένη εντολή θα διαχειριστεί το νέο μνημόνιο με «αριστερή ευαισθησία είναι μάταιη. Στην πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατάρρευσε γιατί οι προκλητικοί συμβιβασμοί της με ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ έρχονται σε ανοιχτή σύγκρουση με το μαζικό ρεύμα προς τα αριστερά που την έφερε στην εξουσία και το οποίο αρνείται να αποδεχθεί το συμβιβασμό με τους εκβιαστές, αρνείται να πάει σπίτι του και επιμένει αριστερά. Παράλληλα ανοίγει ξανά μια περίοδος πολιτικής κρίσης και είναι ρεαλιστικό ότι από τις εκλογές θα βγει αποδυναμωμένο το στρατόπεδο της διαχείρισης του νέου μνημόνιου και ενισχυμένη η εργατική αντίσταση που παλεύει για την ανατροπή του. Οι διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ ότι μια ήπια και δημοκρατική για όλους διαχείριση της κρίσης είναι ανίκανες να αντιληφθούν την πραγματικότητα κι ούτε μπορούν να προσφέρουν τίποτα για να λύσουν τα προβλήματα. Η πορεία της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους έδειξε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια. Ιδιαίτερα τώρα που η κρίση του καπιταλισμού χειροτερεύει. Μην ξεχνάμε ότι αυτό τον Σεπτέμβριο κλείνουν επτά χρόνια από την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς. Οι άρχουσες τάξεις κατάφεραν μέσα σε αυτή την επταετία να αποφύγουν κάποια άλλη θεαματική οικονομική καταστροφή -μια αλυσιδωτή κατάρρευση του τραπεζικού τομέα πχ, όπως είχε γίνει τη δεκαετία του 1930 ή τη χρεοκοπία ενός αναπτυγμένου κράτους σαν την Ελλάδα. Αλλά το πρόβλημα παραμένει εδώ. Η ανάκαμψη που οραματίζονται ορισμένοι εντός του καπιταλισμού στην ουσία είναι η αρχή μιας νέας περιόδου διεθνής οικονομικής ύφεσης με υψηλά ποσοστά ανεργίας, άγριας λιτότητας και κοινωνικής εξαθλίωσης.
Βήματα μπρος, όχι βήματα πίσω
Γι’ αυτό το καθήκον και υποχρέωση της Αριστεράς είναι όχι μόνο να διαβάζει σωστά τις κοινωνικές εξελίξεις αλλά και να οργανώνει σε αντικαπιταλιστική, ριζοσπαστική κατεύθυνση τους αγώνες, σε σύγκροουση, ρήξη και έξοδο από τους οικονομικούς και ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς (ΕΕ, Ευρώ, ΝΑΤΟ κ.α) αντί να προσπαθεί να συμβιβάσει τα αταίριατσα. Έχουμε πολλά εμπόδια να αντιμετωπίσουμε αλλά και απεριόριστες δυνατότητες για να αλλάξουμε τη ζωή μας. Τι θα κάνουμε με τα μνημόνια, που προωθούν τις πιο αντιδραστικές «μεταρρυθμίσεις» και την πιο σκληρή εκμετάλλευση της εργατικής τάξης με την μόνιμη λιτότητα, την αντιασφαλιστική καταιγίδα, την βάναυση φορολεηλασία, την μονιμοποίηση των μισθών πείνας και της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων; Πως θα αντιμετωπίσουμε την εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας και την ενίσχυση των μεγάλων επιχειρήσεων σε βάρος των μικρομεσαίων και των λαϊκών συμφερόντων, την συντριβή της μικρής και μεσαίας αγροτιάς; Από το πρόγραμμα που θα προτείνει η Αριστερά, βασισμένο στις ανάγκες των εργαζομένων και μέσα από τις διεκδικήσεις αυτών, θα κριθεί το μέλλον μας. Η άρνηση της εδώ και τώρα ρήξης με την ΕΕ και την Ευρωζώνη από το ΚΚΕ άρα κι η μοιραία ενίσχυση της κυρίαρχης, αστικής προπαγάνδας δεν βοηθάει. Όπως δεν βοηθάει η προοπτική μιας «αριστερότερης» διαχείρισης της υπάρχουσας κατάστασης από την Λαϊκή Ενότητα που εξαφανίζει τις αντικαπιταλιστικές αιχμές που τόσο έχουμε ανάγκη.
Ασφαλώς η απόφαση 25 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ να αποχωρήσουν και να σχηματίσουν τη Λαϊκή Ενότητα είναι ένα θετικό γεγονός, ένα βήμα μπρος – κι όποιος δεν το βλέπει χρειαζεται να αλλάξει φακούς στα ταξικά γυαλιά του. Την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει πλώρη να υλοποιήσει το τρίτο Μνημόνιο που ψήφισε στη Βουλή παρέα με ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-Ποτάμι, η ανοιχτή αμφισβήτηση αυτής της επιλογής από τα αριστερά ενισχύει τις δυνατότητες για εργατική αντίσταση. Η ρήξη της Λαϊκής Ενότητας με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεσε από τον ουρανό, είναι καρπός της πάλης που ανέπτυξε το εργατικό κίνημα κι η αντικαπιταλιστική Αριστερά ενάντια στους συμβιβασμούς της κυβέρνησης Τσίπρα. Και με αυτή τη λογική η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έκανε την πρόσκληση στην Λαϊκή Ενότητα για εκλογική και πολιτική συνεργασία. Όμως το βασικότερο όλων για μια επιτυχή συνεργασία δεν μπορούσε να ήταν άλλο από την οικοδόμηση θέσεων για ολική διαγραφή του χρέους, ολοκληρωτική ρήξη με ΕΕ και Ευρωζώνη καθώς και την επιβολή εργατικού ελέγχου στην κοινωνία. Αντίθετα, η Λαϊκή Ενότητα προχώρησε σε μια προσπάθεια να ελαχιστοποιήσει αυτά τα αιτήματα ανακαλύπτοντας μέσους όρους και προτείνοντας ολίγη ρήξη με ΕΕ, κάμποση διαγραφή του χρέους και κάπου ανάμεσα στον κοινοβουλευτικό δρόμο και τον εργατικό έλεγχο. Συνεργασία χωρίς όρους και χωρίς σεβασμό σε μία άποψη που εκφράζει τις πραγματικές εργατικές και ανθρώπινες ανάγκες δεν μπορούσε να υπάρξει. Γιατί καθήκον της Αριστεράς είναι να ενισχύει τον κόσμο που θέλει να αγωνιστεί για να αλλάξει τη ζωή του κι όχι να του βάζει εμπόδια προτείνοντας του ως εναλλακτική λύση σχέδια που έχουν αποτύχει οικτρά (ΣΥΡΙΖΑ).
Είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ να υπηρετήσουμε την αριστερή δυναμική του κόσμου που επιμένει να σκίσει τα μνημόνια και χρειάζεται να αναδείξουμε την εναλλακτική λύση που ο Τσίπρας λέει ότι δεν υπάρχει. Όπως και να έχουν τα πράγματα μετά τη μη συνεργασία ΑΝΤΑΡΣΥΑ- Λαϊκή Ενότητας, η αντικαπιταλιστική αριστερά πρέπει να επιμείνει στην κοινή δράση ενάντια σε κάθε βήμα υλοποίησης του μνημόνιου Τσίπρα. Και μέσα σε αυτούς τους κοινούς αγώνες μπορούμε και πρέπει να κρατήσουμε ανοιχτή τη συντροφική συζήτηση και τη συζήτηση με τους εργαζομένους ότι η νίκη απαιτεί όλες τις ρήξεις που προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Για ένα πρόγραμμα που μπορεί να επιβληθεί από ένα πλατύ μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στηριγμένο στη δύναμη και το κίνημα του οργανωμένου, αγωνιζόμενου και ενωμένου λαού, της εργατικής τάξης και της μαχητικής νεολαίας.