Του Δημήτρη Κ. Τυραΐδή *
Στις δεκαετίες του 50-60 ήταν έντονη η μετανάστευση χιλιάδων ανθρώπων από τις μικρές και τις φτωχές χώρες, όπως ήταν και η ταλαιπωρημένη πατρίδα μας από τα δεινά που πέρασε από τους βάρβαρους κατακτητές της και στην συνέχεια από τις καταστροφές του εμφυλίου σπαραγμού, σε πλούσιες χώρες.
Τότε, χιλιάδες Έλληνες πήραν των ομματιών τους ψάχνοντας να βρουν καλύτερες συνθήκες για μια ζωή με αξιοπρέπεια. Πάρα πολλοί δίσκοι κυκλοφόρησαν με τραγούδια που έλεγαν για την ερήμωση των χωριών μας κι όχι μόνο. Μεταξύ των πονεμένων εκείνων τραγουδιών ήταν κι ένα τραγούδι που ερμηνευτής του ήταν ο Λάκης Χαλκιάς – αν θυμάμαι καλά – που ο τίτλος του ήταν ‘’Είμαι το νούμερο οκτώ’’. Οι εργάτες στα εργοστάσια, στα ορυχεία, στις φάμπρικες κ.τ.λ. ήταν πολλών εθνικοτήτων, όπως Έλληνες, Τούρκοι κ.α. και για να τους ξεχωρίζουν οι εργοδότες τους τους έδιναν κι από ένα αριθμό. Θυμάμαι ότι τότε πάρα πολλά σχόλια έγιναν από πολλούς δημοσιογράφους κι από όλα τα Μ.Μ.Ε. εκείνης της εποχής για την ταπεινωτική μεταχείριση – κατά την δική μου γνώμη – των εργατών.
Τους μαρκάριζαν τους ανθρώπους. Δεν γνωρίζω όμως αν το νούμερο τους το είχαν γραμμένο πάνω στην φόρμα τους στην εργασία τους. Τέλος πάντων.
Αυτή τη μέθοδο την είχαν εφεύρει και την χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί στους αιχμαλώτους στα στρατόπεδα της κολάσεως, που εκεί τους μάντρωναν ώσπου μετά από λίγο χρόνο όσοι δεν πέθαιναν από την πείνα και τα βασανιστήρια τους έβαζαν στους φούρνους και τους έκαναν σαπούνια.
Τώρα, αργότερα, μετά την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαρκάριζαν όλα τα ζώα καρφώνοντάς τους έναν αριθμό στο αυτί τους για να γνωρίζουν ακριβώς πόσα κομμάτια είχε κάθε κτηνοτρόφος σε κάθε χώρα για να μοιράζουν δίκαια τα χρήματα της όποιας επιδότησης που τους αναλογούσε. Άσχετα αν πολλοί που δεν είχαν ούτε ένα ζώο έπαιρναν επιδότηση χιλιάδων ευρώ. Αυτές τις ατασθαλίες τώρα προσπαθεί η κυβέρνηση, και καλά κάνει, να τις φέρει στο φως της δημοσιότητας. Ίδωμεν.
Ας έλθουμε όμως πάλι στο θέμα του μαρκαρίσματος του ανθρώπου όσον αφορά τον πολυσυζητημένο προδοτικό αριθμό, έτσι το βάφτισα εγώ και δεν με ενδιαφέρει η γνώμη κανενός. Δεν ξέρω που αποσκοπεί αυτό το απαράδεχτο κατά την γνώμη μου μαρκάρισμα κι ούτε με ενδιαφέρει, αλλά όσα κι αν μου πουν οι αρμόδιοι για τις εξυπηρετήσεις που δήθεν θα φέρει αυτός ο προσωπικός αριθμός δεν με πείθουν. Δεν θέλω να γνωρίζει κανένας πόσα χρήματα έχω, που έχω σκοπό να τα επενδύσω, δεν θέλω η τράπεζα που συνδιαλέγομαι να γνωρίζει όσα έχω στον προσωπικό μου λογαριασμό και για άλλα πολλά προσωπικά μου ζητήματα δεν θέλω να γνωρίζει κανένας. Όποιος κι αν είναι αυτός. Αυτό εγώ το λέω σύγχρονο φακέλωμα. Δεν γνωρίζω αν αυτός ο αριθμός θα διευκρινίζει ποιας εθνικότητας είμαι… πολλά δεν ξέρω.
Προσωπικά δεν θα πάω οικειοθελώς να πάρω αυτόν τον προδοτικό αριθμό εκτός αν με αναγκάσουν να το κάνω, που αυτό σημαίνει αποφασίζομεν και διατάζομεν.
Έτσι έλεγαν και για τα κινητά τηλέφωνα ότι κανένας δεν θα ξέρει που και με ποιον μιλάς αλλά αποδείχτηκε περίτρανα ότι όχι μόνο ξέρουν με ποιον μιλάς αλλά γνωρίζουν και σε ποιο ακριβώς σημείο βρίσκεσαι. Οι παρακολουθήσεις δε των παρακολουθήσεων δεν έχουν τελειωμό. Και καλά, από το τηλέφωνο μπορείς εύκολα να απαλλαγείς και από την παρακολούθηση των συνομιλιών σου και μπορείς να πας σ’ ένα βουνό και δεν θα μπορεί κανένας να σε εντοπίσεις γιατί έτσι σου αρέσει εσένα. Παίρνεις ένα σφυρί το σπας κι έχεις το κεφάλι σου ήσυχο.
Όμως, δίχως προσωπικό αριθμό δεν θα μπορείς. Αν βέβαια σου τον δώσουν και χωρίς την θέλησή σου δεν θα μπορεί κανείς απολύτως τίποτα. Μήτε γιατρό θα μπορείς να επισκεφτείς, μήτε και φάρμακα θα μπορείς να πάρεις.
Με δύο λόγια και κλείνω μ’ αυτό το σημερινό μου άρθρο σε δένουν χειροπόδαρα.
* συγγραφέας – ποιητής
μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών,
μέλος των Πνευματικών Δημιουργών νομού Χανίων
και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων