Τα Χανιά είναι ένας τόπος με μακρά ιστορία στον αντιβασικό και αντιπολεμικό αγώνα όμως, το ισχυρό κίνημα που υπήρχε στο παρελθόν βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της ιστορίας του.
Αυτή η εξέλιξη προφανώς έχει πολλές αιτίες, από την κούραση λόγω της αναποτελεσματικότητας των αγώνων, μέχρι την αποτύπωση της πεποίθησης πως το καθεστώς των βάσεων είναι αμετακίνητο. Ταφόπλακα αποτέλεσε το γεγονός ότι η “πρώτη φορά κυβέρνηση Αριστεράς” σφιχταγκαλιάστηκε με τις ΗΠΑ, έδωσε πραγματικά γη και ύδωρ στους Αμερικάνους, υπέγραψε την επέκταση των βάσεων.
Όταν μία δύναμη που είχε ταυτιστεί με την Αριστερά βρίσκεται ξαφνικά στο σημείο να υπερασπίζεται την ισχυροποίηση της παρουσίας των αμερικανατοϊκών στη χώρα, προφανώς αυτό δημιουργεί μία σύγχυση και απογοήτευση στους πολίτες, ένα αίσθημα μεγάλης ματαίωσης.
Στο κενό που αποτύπωσε η νέα αυτή πραγματικότητα, είδαμε και τις αρχές του τόπου να εκφράζονται πλέον ανοικτά υπέρ των βάσεων με τη σιγουριά ότι δεν υπάρχει κάποια οργανωμένη αντίδραση, μόνο κάτι “κομμουνιστές”. Αυτούς που ο Νίκος Καλογερής περιέγραψε ως “5%“. Αυτοί που αντιδρούν όχι επειδή είναι ενάντια, αλλά επειδή είναι… κομμουνιστές.
Και είναι πράγματι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια η συντριπτική πλειοψηφία των αντιδράσεων ενάντια στο καθεστώς των βάσεων διοργανώνονται από συλλόγους και φορείς του ΚΚΕ.
Είναι αλήθεια επίσης ότι αντιβασικό κίνημα στα Χανιά δεν υπάρχει πια. Αυτό που δεν υπάρχει είναι ένας φορέας – όπως υπήρχε στο παρελθόν – στον οποίο να μπορούν να συνυπάρξουν όλες οι διαφορετικές φωνές που τάσσονται ενάντια στο καθεστώς των βάσεων ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων. Και εκ της απουσίας αυτής, της αδυναμίας αποτύπωσης της ευρύτερης αντίθεσης των πολιτών στο καθεστώς των βάσεων, κάποιοι, όπως ο Αντιπεριφερειάρχης Ν. Καλογερής, μιλούν ψευδώς για ένα “5%” που αντιδρά και ένα 95% που υποστηρίζει τις βάσεις, λες και το γεγονός ότι κάποιος δε βγαίνει στο δρόμο για να εκφράσει την αντίθεσή του σημαίνει ότι είναι υπέρ των βάσεων.
Η απουσία αυτή, έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια να βλέπουμε στα Χανιά εικόνες που δεν πιστεύαμε ότι ποτέ θα δούμε. Δράσεις δημοσίων σχέσεων των αμερικανονατοϊκών βάσεων που προσβάλλουν την κοινή λογική.
Βλέπουμε το στρατιωτικό προσωπικό των βάσεων να συμμετέχει σε φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, να βάφουν εκκλησίες, να μοιράζουν δώρα σε παιδιά, να παίζουν αγώνα μπάσκετ για να συγκεντρωθούν χρήματα για τη μάχη κατά του καρκίνου! Οι βάσεις που σπέρνουν τον θάνατο και τον καρκίνο, που αρνούνται τον περιβαλλοντικό έλεγχο από ανεξάρτητες αρχές για τα επίπεδα μόλυνσης σε θάλασσα και στεριά στις περιοχές που βρίσκονται, συμμετέχουν σε φιλανθρωπικό αγώνα για τον καρκίνο!
Βλέπουμε όμως και μία υποχώρηση των αρχών σε διεκδικήσεις πέρα από την δικαιοδοσία των βάσεων. Η νησίδα της Σούδας που επί χρόνια ήταν επισκέψιμη, πλέον δεν είναι, γιατί αν και δεν έχει δικαιοδοσία το καθεστώς των βάσεων, έχει απαγορεύσει την πρόσβαση. Και δυστυχώς, οι αρχές του τόπου αντί να διεκδικήσουν τα δίκαια των ψηφοφόρων και των πολιτών του τόπου, σιωπούν και δεν αντιδρούν.
Φτάσαμε πλέον στο σημείο πράγματα αυτονόητα, να θεωρούνται αντιδράσεις “κομμουνιστών”. Η επισκεψιμότητα της νησίδας της Σούδας είχε καθιερωθεί επί δημαρχίας Σκουλάκη και μετέπειτα Βάμβουκα, πολιτικών της αυτοδιοίκησης που κάθε άλλο μπορούν να συνδεθούν με το ΚΚΕ.
Όμως, με την υποχώρηση του κινήματος κατά των βάσεων και την υπογραφή για τις επεκτάσεις στο καθεστώς τους, πρώτα από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, συνέβη και κάτι άλλο. Γιγαντώθηκε η οικονομική εξάρτηση του τόπου από το καθεστώς τους. Τα λεφτά πλέον που διακινούνται σε συγκεκριμένες τσέπες στα Χανιά είναι σημαντικά. Κυρίως καταλήγουν σε λίγες τσέπες, όμως τμήμα αυτών καταλήγουν και σε αρκετούς τοπικούς επιχειρηματίες αλλά και ιδιοκτήτες σπιτιών. Παλιότερα, οι στρατιώτες των βάσεων επισκέπτονταν συγκεκριμένα καταστήματα στην παλιά πόλη, πλέον η οδηγία είναι να πηγαίνουν παντού.
Την ίδια στιγμή, πάνω από 1.000 άτομα εργάζονται στις βάσεις με μισθούς πολύ πάνω από τον μέσο μισθό στην Ελλάδα.
Οι βάσεις αποτελούν ισχυρό κράτος μέσα στο κράτος της Ελλάδας, και λειτουργούν από τα Χανιά. Λειτουργούν δίχως δημοκρατική νομιμοποίηση αφού δεν έχουν εκλεγεί από κανένα, επιβάλλουν περιορισμούς κατά το δοκούν, έχουν πολιτική επιρροή, διακινούν τεράστια κεφάλαια και ασκούν κοινωνική πολιτική. Αλλά αυτά φαίνεται ότι δεν απασχολούν τις τοπικές αρχές που όχι μόνο έχουν αποδεχτεί αυτή την πραγματικότητα αλλά σπεύδουν να ταχθούν ξεκάθαρα υπέρ ενός ξένου καθεστώτος, υπεράνω της οποιασδήποτε δημοκρατικής λειτουργίας.
Συμμετέχουν μαζί τους σε φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, κλείνουν κεντρικούς δρόμους για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες τους, έχουν αποδεχτεί ότι στα Χανιά υπάρχουν δύο κατηγορίες πολιτών, οι ιθαγενείς, και αυτοί των βάσεων οι οποίοι είναι υπεράνω νόμου.
Το εξέφρασε ξεκάθαρα ο Αντιπεριφερειάρχης σε αμερικάνο δημοσιογράφο με δηλώσεις του στον Steven Tagle, σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2023 λέγοντας ότι:
Το ΚΚΕ, αν και έμεινε ουσιαστική η μόνη δύναμη που οργανώνει πλέον κινητοποιήσεις σε σταθερή βάση κατά των βάσεων έχει αποτύχει να συσπειρώσει όλους αυτούς που τάσσονται ενάντια στο καθεστώς τους.
Έχει αποτύχει να πείσει όλους αυτούς που ανά καιρούς έχουν συμμετάσχει σε κινητοποιήσεις κατά των βάσεων ή έχουν αγωνιστεί πιο ενεργά στο αντιβασικό κίνημα ότι αξίζει να συνεχίσουν τον αγώνα κάτω από τη σκεπη του, ίσως γιατί αυτός είναι ένας αγώνας που δε θα πρέπει να γίνεται κάτω από καμία σημαία. Θα πρέπει να είναι ένας αγώνας των Χανιωτών ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων. Βεβαίως, πάλι καλά που υπάρχει και το ΚΚΕ και μιλά για αυτά τα ζητήματα, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Εν προκειμένω για τις αρχές, χρησιμοποιείται και ως άλλοθι για να μην κάνουν τίποτα.
Τα Χανιά χρειάζονται ξανά ένα αντιβασικό κίνημα που θα κτίσει στις υγιείς βάσεις του παρελθόντος. Εκεί, που συνυπήρχαν άνθρωποι από διαφορετικά πολιτικά μετερίζια, από τη μετριοπαθή κεντρώα Δεξιά, μέχρι τον αναρχικό χώρο, από φωτισμένους ιερείς όπως τον Ειρηναίο Κισάμου και Σελίνου αλλά και τον Ειρηναίο Κυδωνίας και Αποκορώνου, μέχρι ανθρώπους ποτισμένους στους αγώνες της Αριστεράς.
Έτσι μόνο μπορεί να μπει ένα φρένο σε αυτή τη δημοκρατική οπισθοχώρηση στο νομό. Αλλά ποιος θα βρεθεί να ηγηθεί ενός τέτοιου αγώνα; Ποιος θα έχει τον ευρύ ορίζοντα να καταλάβει ότι το ζητούμενο σήμερα είναι οι πολίτες να βρουν τρόπο να εκφράσουν την αντίθεσή τους και να αγωνιστούν για τη διεκδίκηση κάτι διαφορετικού;