Το δημοψήφισμα του 1974 κατήργησε τη βασιλεία και έλυσε οριστικά το πολιτειακό ζήτημα, που είχαν δημιουργήσει οι ξένες εγγυήτριες δυνάμεις όταν έφεραν τη μοναρχία στο νεοσύστατο μετά την Ελληνική Επανάσταση ελληνικό κράτος ως ένα ακόμη μέσο ελέγχου της χώρας.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής προσέφυγε στο λαό για να δώσει την απάντηση, γνωρίζοντας προφανώς ότι η απάντηση αυτή θα ήταν ισχυρή, δεδομένου ότι οι πολίτες δεν είχαν ξεχάσει ακόμη το ρόλο του Κωνσταντίνου Γλυξμπουργκ τόσο στα γεγονότα που άνοιξαν το δρόμο στη Χούντα, όσο και κατά τη διάρκεια αυτής.
Με το θάνατο του έκπτωτου πλέον μονάρχη το βράδυ της Τρίτης επανήλθε όμως το αφήγημα πως ο Κωνσταντίνος Γλυξμπουργκ αντιστάθηκε στη Χούντα, με βασικό επιχείρημα μία φωτογραφία του με… συνοφρυωμένο ύφος.
Η σύγκρουση του παλατιού με τον Γεώργιο Παπανδρέου τον Ιούλιο του 1965 και η πολιτική κρίση που ακολούθησε είχε θεωρηθεί ως ένας παράγοντας αποσταθεροποίησης που έδωσε μία αφορμή στους συνταγματάρχες και ως εκ τούτου ο ρόλος του Κωνσταντίνου Γλυξμπουργκ χαρακτηρίζετια ως μοιραίος.
Δεν ήταν λίγοι οι άνθρωποι της εποχής αλλά και ιστορικοί αργότερα που πίστευαν ότι ο Κωνσταντίνος ετοίμαζε το δικό του πραξικόπημα μαζί με τους ανώτερους αξιωματικούς του στρατού έτσι ώστε να μπει τέλος στην κρίση. Ουδέποτε ο Γλύξμπουργκ παραδέχθηκε κάτι τέτοιο δημοσίως, είναι πάντως αληθές ότι τα γεγονότα του Απριλίου του 1967 τον έπιασαν στον ύπνο, σχεδόν κυριολεκτικά.
Όταν τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου χτύπησε το τηλέφωνο στα ανάκτορα του Τατοϊου, υπουργοί της κυβέρνησης Κανελλόπουλου συμβούλευσαν τον Κωνσταντίνο να φύγει από την Αθήνα για να ανασυντάξει τις δυνάμεις του έτσι ώστε η δημοκρατία να απαντήσει.
Ο Κωνσταντίνος όμως απέρριψε τα σενάρια φυγής και στις 5:30 το πρωί δέχθηκε τους πραξικοπηματίες στο Τατόι. Επικαλέστηκε δε στη συνέχεια ως συμβολική “πράξη αντίστασης” ότι δεν… χαμογέλασε στην αναμνηστική φωτογραφία με τους συνταγματάρχες. Οι υποστηρικτές του δε επικαλούνταν ότι αναγκάστηκε να συνεργαστεί μαζί τους για να μη χυθεί αίμα.
Βέβαια προφανώς δεν του άρεσε να μοιράζεται την εξουσία με τη Χούντα, αλλά μετά την εξουδετέρωση του Κινήματος του Ναυτικού στις 13 Δεκεμβρίου του 1967, έφυγε για τη Ρώμη με την οικογένεια του. Συνέχισε όμως να εισπράττει τη βασιλική επιχορήγηση από τη Χούντα.
Ο Κωνσταντίνος Γλυξμπουργκ όμως δεν είχε ποτέ καμία διάθεση να συγκρουστεί με τους συνταγματάρχες. Έρευνα του καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, Μόενς Πελτ, έφερε πριν λίγα χρόνια στη δημοσιότητα έγγραφα, που αποδεικνύουν ότι ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ ήθελε πάσει θυσία να μείνει στον θρόνο της Ελλάδας.
Από τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα προκύπτει ειδικότερα ότι ο Κωνσταντίνος Γλυξμπουργκ προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τη Δικτατορία και ιδιαίτερα με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο μέσω του Γερμανού και του Αμερικανού πρέσβη στην Ελλάδα.
Ο Γλυξμπουργκ διαμήνυε συγκεκριμένα ότι ήταν πρόθυμος να επιστρέψει άνευ όρων στην Ελλάδα και να τεθεί μάλιστα υπό 24ωρη επιτήρηση.
Δήλωνε αντίθετος σε κάθε διεθνή πίεση προς τη Χούντα για αποκατάσταση των δημοκρατικών θεσμών. Διαφωνούσε ειδικότερα με την αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης και τη διακοπή της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας.
Ο Κωνσταντίνος Γλυξμπουργκ χαρακτήριζε επίσης “αντιπατριωτική πράξη” την κριτική στη Χούντα και προσφερόταν να βοηθήσει για να σταματήσει η διεθνής κριτική και να δοθεί ξανά αμερικανική στρατιωτική βοήθεια. Δηλωνε ότι αποδεχόταν το δικτατορικό “σύνταγμα” του 1968 ως ένα “ικανοποιητικό πλαίσιο άσκησης των πολιτικών ελευθεριών”.
Πρόδωσε μάλιστα στις διαπραγματεύσεις αυτές και τους αξιωματικούς του Ναυτικού και της Αεροπορίας που είχαν λάβει μέρος στο κίνημα του 1967. Διαβεβαίωνε τους πραξικοπηματίες ότι εάν τον άφηναν να επιστρέψει στην Ελλάδα, δεν σκόπευε να αποκαταστήσει τους αξιωματικούς που τον είχαν υποστηρίξει στο λεγόμενο αντιπραξικόπημα. Ο Κωνσταντίνος Γλυξμπουργκ επεδίωκε μάλιστα συνάντηση με τον Παπαδόπουλο εκτός Ελλάδας για να κανονίσει την επιστροφή του.
Η Χούντα όμως υπέκυψε στις εσωτερικές της αντιφάσεις μετά το Πολυτεχνείο και κατέρρευσε μετά την προδοσία της Κύπρου. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε από το Παρίσι και ανέλαβε το δύσκολο έργο της Μεταπολίτευσης. Και στις 8 Δεκεμβρίου του 1974 το 69,2% των Ελλήνων είπε “όχι” στη βασιλεία.