Συνεδάλφισσες, συνάδελφοι,
Η 1η του Οκτώβρη έχει καθιερωθεί ως ημέρα αφιερωμένη στην Τρίτη Ηλικία.
Με την ευκαιρία αυτή απευθύνω θερμό αγωνιστικό χαιρετισμό και μήνυμα τιμής, αισιοδοξίας και συμπαράστασης στους απομάχους του μόχθου, τα περήφανα γηρατειά, τις ρίζες της ζωής.
Σήμερα τιμούνται με λόγια παχιά και υποσχέσεις και βαρυσήμαντες ομιλίες οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας, που είναι οι θεμελιωτές και οι πρόδρομοι κάθε κοινωνικής προόδου.
Όμως τις άλλες μέρες του χρόνου, ποιος τους θυμάται; Τους έχουν εγκαταλείψει στο περιθώριο. Τους έχουν οδηγήσει στον όλεθρο και την καταστροφή.
Ποιος ενδιαφέρεται όλες τις άλλες μέρες του χρόνου, για τους ανθρώπους εκείνους που περνώντας ανάμεσα από διάφορες κακοτοπιές και συμπληγάδες του βίου τους, σε εξαιρετικά δύσκολους καιρούς, αλλά παρ’ όλα αυτά κατάφεραν να μακροημερεύσουν; Ποιος σκύβει με στοργή και αγάπη να αγκαλιάσει τους ανθρώπους αυτούς και να επιλύσει τα δίκαια αιτήματά τους;
Οι σημερινοί συνταξιούχοι, οι παππούδες και οι γιαγιάδες, οι πατέρες και οι μητέρες όλων των κοινωνικών ομάδων, είναι οι σκαπανείς της εθνικής ζωής, που περικλύει στους κόλπους της ανθρώπους που ίδρυσαν την κοινωνική ασφάλιση. Είναι από τους θρυλικούς αγωνιστές του έπους 1940-41, από τους πρωτοπόρους και άξιους μαχητές της Μάχης της Κρήτης, αγωνιστές της μεγάλης Εθνικής Αντίστασης, είναι οι αγωνιστές της Χούντας, του Πολυτεχνείου, οι άνθρωποι που τα έδωσαν όλα για την πατρίδα και την εθνική ανεξαρτησία και πότισαν με αίμα και ιδρώτα το δέντρο της εθνικής οικονομίας, αναστήλωσαν την Ελλάδα από την καταστροφή του πολέμου και την ξένη κατοχή.
Είναι αυτοί που δούλεψαν σκληρά για το στέριωμα του ΙΚΑ, πολεμώντας αποφασιστικά κάθε μορφή αντίδρασης που έτεινε στην εξουδετέρωση και τον αφανισμό του, μη γνωρίζοντας ωράρια, άδειες, ανάπαυση, χωρίς ασφάλεια με εξευτελιστικό μεροκάματο, 12 και 16 ώρες χειμώνα καλοκαίρι, μέσα στο κρύο, την παγωνιά και το λιοπύρι, στο εργοστάσιο, στην οικοδομή, στο γραφείο, το χωράφι, παντού.
Συνεχίζουν και σήμερα να παλεύουν πάντα πρώτοι και να συμπαραστέκονται στον αγώνα των εργαζομένων ενάντια στην αδικία και την εκμετάλλευση.
Είναι και θα είναι πάντα πρώτοι σε όλους τους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες και δεν θα επιτρέψουν σε κανέναν να τους γυρίσει χρόνια πίσω και να τους καταργήσουν κεκτημένα δικαιώματα και κατακτήσεις τόσων χρόνων.
Σήμερα ειδικά, που πάνε να ισοπεδώσουν τα πάντα, που καταργούν κάθε έννοια κοινωνικής ασφάλισης, που ξεπουλούν τον εθνικό πλούτο της χώρας προς χάριν των δικών τους συμφερόντων, που έχουν εξαπολύσει έναν ανελέητο αγώνα εις βάρος των συνταξιούχων και των εργαζομένων με τις απανωτές περικοπές στις συντάξεις, στα επιδόματα, στα δώρα, στις παροχές, τα εξαντλητικά μνημόνια που βάζουν κάθε φορά και νέους πιο σκληρούς όρους με τα δυσβάσταχτα μέτρα, με την ακρίβεια που καλπάζει σε όλα τα είδη βασικής ανάγκης, φάρμακα, τιμολόγια ΔΕΚΟ, καύσιμα, με την υγεία που έχει γίνει εμπορεύσιμο είδος, με της τραγικές ελλείψεις σε γιατρούς και προσωπικό στα ιατρεία του ΕΟΠΥΥ και στα νοσοκομεία, τα οποία υπολειτουργούν και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τους συνταξιούχους και γενικά τους ασφαλισμένους, και τους έχουν οδηγήσει πραγματικά σε απόγνωση. Σήμερα λοιπόν, περισσότερο από οπτέ, είναι επιτακτική η ανάγκη, να εντείνουμε τον αγώνα μας και να αντισταθούμε με όσες δυνάμεις μας απομένουν ενάντια στη λαίλαπα που έρχεται και στις δύσκολες μέρες που ακολουθούν.
Θεωρώ, ότι η προώθηση των δίκαιων αιτημάτων των απομάχων της δουλειάς, είναι υπόθεση κοινής πάλης και αλληλεγγύης όλων των αρμοδίων και των φορέων, ώστε να μπορούν και εκείνοι να απολαμβάνουν όλων των δικαιωμάτων που απολαμβάνουν ολες οι ηλικίες, ως ικανοί πολίτες που δικαιούνται να συμμετάσχουν και αυτοί σαν ισότιμα μέλη της κοινωνίας. Γιατί μπορεί να είναι απόμαχοι της δουλειάς δεν είναι όμως σε καμιά περίπτωση απόμαχοι της ζωής. Γι’ αυτό πρέπει να γίνει συνείδηση κράτους και πολιτών, οτι οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι ξοφλημένοι και τους ανήκει πραγματικά μια πιο αξιοπρεπής ζωή. Ας σταματήσουν πια τα μεγάλα λόγια και τις υποσχέσεις και ας προχωρήσουν σε έργα. Ας σκύψουν με περισσότερη στοργή και ας αγκαλιάσουν τη μεγάλη στρατιά των απομάχων του μόχθου, γιατί πραγματικά τα αξίζουν.