Επιμέλεια – Κείμενα: Στρατής Παπαμανουσάκης
ΚΕΛΣΟΣ – CELSUS
(Β΄ αι. μ.Χ.)
Έλληνας εκλεκτικός φιλόσοφος, αμφισβητούμενης ταυτότητας, διακρινόμενος για τη μόρφωση, την οξύνοια και το θρησκευτικό του συγκρητισμό, δεινός πολέμιος της χριστιανικής θρησκείας και συγγραφέας του πρώτου ελληνικού αντιϊουδαϊκού και αντιχριστιανικού έργου. Προσπαθώντας να πείσει τους συγχρόνους του να επανέλθουν στην εθνική θρησκεία, κατηγορεί τους χριστιανούς ως αμαθείς και απαιδεύτους, που πιστεύουν σε μυθεύματα, συγχέοντας τη διδασκαλία της εκκλησίας με τις γνωστικιστικές θεωρίες, προκαλώντας έτσι την ανασκευή του έργου του από τον Ωριγένη. Αντιμετωπίζοντας τον χριστιανισμό είτε ως κοινωνικό και πολιτικό κίνδυνο, είτε ως σφαλερή φιλοσοφική και θρησκευτική κίνηση, επιχειρεί μια καταλυτική κριτική στην απαρχή της μεγάλης πάλης μεταξύ παγανιστικής και χριστιανικής θρησκείας.
Έργα: Αληθής λόγος (178-180).
Βιβλιογραφία: Ωριγένης, Κατά Κέλσου, Pélagaud, Etude sur Celse, 1878, R.J. Hoffmann, Celsus, on the true Doctrine, 1987, Dr. B.A. Zuiddam, Old critics and modern theology, 1995, R.L. Wilken, The christians as the romans saw them, 2003, Catholic Encyclopedia, Jewish Encyclopedia, Βικιπαίδεια.
ΚΕΙΜΕΝΑ: ΩΡΙΓΕΝΗΣ, ΚΑΤΑ ΚΕΛΣΟΥ
* * * *
Το χριστιανικό κίνημα χρειάστηκε να παλέψει χρόνια και χρόνια ενάντια σε πάμπολλους εχθρούς για να επικρατήσει. Ο χριστιανισμός αντιτάχθηκε πρώτα – πρώτα στον ιουδαϊσμό, στην επίσημη θρησκευτική λατρεία των εβραίων. Στους συντηρητικούς φαρισαίους, στους ελευθερόφρονες σαδουκαίους, στους ασκητικούς εσσαίους. Ύστερα έπρεπε να ξεχωρίσει από τις ανατολικές μυστικιστικές θρησκευτικές παραδόσεις. Από τη λατρεία του αιγυπτιακού Όσιρι, της Ίσιδας, του Τρισμέγιστου Ερμή. Από τις δοξασίες των χαλδαίων, των βαβυλώνιων και των περσών. Από τη θρησκεία του Μίθρα, του Άδωνη, της Κυβέλης. Κατόπιν να αντιπαλέψει τα φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής. Τον στωϊκισμό, τον επικουρισμό που κυριαρχούσαν τότε στον κόσμο, αλλά και τις ορφικές, πυθαγορικές, πλατωνικές θεωρίες που διατηρούσαν τη δύναμή τους, τέλος τον γνωστικισμό που ασκούσε την έλξη του σε μεγάλες μορφές της εποχής. Και ακόμη ο χριστιανισμός έπρεπε να υπερνικήσει την επίσημη ρωμαϊκή θρησκεία, τους παλιούς θεούς, τη λατρεία των αυτοκρατόρων, τις ξένες θρησκείες που είχαν εισβάλει στη Ρώμη.
Είχε όμως ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη ο χριστιανισμός να ορίσει τον εαυτό του. Η διαμόρφωσή του δεν ήταν εύκολη. Παρουσιάστηκε αρχικά ως εβραϊκό, μεσσιανικό κίνημα, ύστερα ως κοινωνική επανάσταση ή και συντηρητική μεταρρύθμιση, τέλος ως παγκόσμια πνευματική κίνηση. Η διδασκαλία του Χριστού αναπτύχθηκε κυρίως από τον Πέτρο, τον Παύλο, τον Ιωάννη. Ο Απόστολος των Εθνών και οι Αποστολικοί Πατέρες, οι Απολογητές, οι θεολογικές σχολές της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας, οι τρεις Ιεράρχες και οι μετέπειτα βυζαντινοί Πατέρες στην Ορθόδοξη Ανατολή, οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, ο Αυγουστίνος, ο Άνσελμος, ο Ακινάτης και η σχολαστική φιλοσοφία στη Ρωμαιοκαθολική Δύση δημιούργησαν τη χριστιανική διανόηση. Ο χριστιανισμός χρειάστηκε να υπερβεί τις μεγάλες διαφορές εβραίων και εθνικών, ιουδαίων και ελλήνων, ανατολής και δύσης, για να καθιερωθεί τελικά πρώτα ως νόμιμη και επίσημη χριστιανική θρησκεία και έπειτα ως φιλοσοφική και δογματική χριστιανική σκέψη.