Αν έγραφε κάποιος ένα διήγημα βασισμένο σ’ αυτήν την ιστορία, σ’ ένα πραγματιστικό πλαίσιο, οι αναγνώστες του, το πιθανότερο είναι ότι θα τον χαρακτήριζαν ανόητο! Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα, θα έλεγε κανείς, στην αληθινή ζωή! Όχι, πάντως, στην εποχή μας, σε μέρη που λειτουργούν οι θεσμοί κι υπάρχει και κάποια σοβαρότητα κι αποτελεσματικότητα στην απονομή της δικαιοσύνης.
Ο λόγος για την πραγματική ιστορία μιας καθαρίστριας που σε αφήνει άναυδο.
Ήταν πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια, που η γυναίκα αυτή χρειάστηκε να βρει δουλειά. Ήταν αμόρφωτη, κι αφού δεν είχε, υποθέτει κανείς, κανένα άλλο αξιοποιήσιμο ταλέντο, ούτε ήθελε να γίνει πουτάνα, διεκδίκησε μια θέση καθαρίστριας στο Δημόσιο, προκειμένου να βιοποριστεί.
Στην Ελλάδα, για να καθαρίζει κανείς σκάλες και αποχωρητήρια, πρέπει να έχει τελειώσει το δημοτικό σχολείο. Η γυναίκα όμως της ιστορίας μας, είχε εγκαταλείψει το σχολείο, στην πέμπτη τάξη του δημοτικού.
Ποιος ξέρει πώς, και τρέχα γύρευε τώρα, η γυναίκα αυτή κατάφερε και πλαστογράφησε το ενδεικτικό της αμορφωσιάς της. Εμφανίστηκε ως απόφοιτη του δημοτικού σχολείου και απέκτησε το δικαίωμα να σφουγγαρίζει τους διαδρόμους κάποιας υπηρεσίας, στο υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με το ρεπορτάζ.
Ποιος ξέρει πώς, και τρέχα γύρευε γιατί, η απάτη αυτή αποκαλύφθηκε κι έφτασε η στιγμή για να πέσει πάνω στο κεφάλι της, τόσο βαρύς ο πέλεκυς της δικαιοσύνης, που το ζήτημα παίρνει τραγελαφικές διαστάσεις.
Δεκαπέντε χρόνια κάθειρξη, για το αδίκημα της πλαστογραφίας αλλά και για απάτη κατ’ εξακολούθηση (θα πήγαινε, φαίνεται, κάθε μέρα στη δουλειά που είχε εξασφαλίσει με το πλαστό της απολυτήριο του δημοτικού σχολείου), κατ’ επάγγελμα (της καθαρίστριας) και κατά συνήθεια, με ιδιαίτερα μεγάλο όφελος (sic) και αντίστοιχη ζημία άνω των 150 χιλιάδων ευρώ, εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου. Βλέπετε, έτσι που πέρασαν τα χρόνια, δεκαπενθήμερο στο δεκαπενθήμερο, φασούλι το φασούλι, έγραφε στα κιτάπια του το λογιστήριο του κράτους τους μισθούς που κέρδιζε με τον «άτιμο» ιδρώτα της, η καθαρίστρια της ιστορίας μας.
Θα πείτε, ότι έπρεπε να τιμωρηθεί. Καμία αντίρρηση. Θα πείτε ότι με την πλαστογραφία της, πήρε τη θέση κάποιας άλλης με γνήσιο απολυτήριο. Σωστό είναι κι αυτό.
Αλλά να καταδικάζεται ένας άνθρωπος σε δεκαπέντε χρόνια φυλάκιση, επειδή βάσει του μισθολογίου του Δημοσίου, κέρδισε μέσα σε μια εικοσαετία το… ιδιαίτερα μεγάλο ποσό των 150 χιλιάδων ευρώ, είναι πράγματι κωμικοτραγικό.
Στη βάση της αναλογικότητας, ποια ποινή θα επιβληθεί, όταν θα φτάσει –αν φτάσει ποτέ- στο ακροατήριο, η υπόθεση εκείνου του «ταλαντούχου» κυρίου που με τη βοήθεια από το περιβάλλον του Καραμανλή του Βού, κατάφερε με πλαστό πτυχίο να αναλάβει καθήκοντα γενικού διευθυντή στην Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία, κρατική εταιρία που έπεσε -ασφαλώς και με τη δική του συνδρομή- στα βράχια;
Στη βάση της αναλογικότητας, ποια ποινή θα επιβληθεί, όταν θα φτάσουν -αν ποτέ φτάσουν- στο ακροατήριο οι υποθέσεις των ευνοούμενων του παρανοϊκού Τηλεβιβλιοπώλη, που καταλάμβαναν θέσεις διοικητών και υποδιοικητών δημόσιων νοσοκομείων με πλαστά πτυχία, συμβάλλοντας με την ανικανότητά τους, στη συστηματική υποβάθμιση του εθνικού συστήματος υγείας;
Μακρύς είναι ο κατάλογος των… επιφανών πλαστογράφων, μα την αλήθεια!
Ακόμα χειρότερα, ας αναρωτηθούμε γιατί έφθασε στο ακροατήριο αυτή η υπόθεση της ταλαίπωρης καθαρίστριας, κι όχι άλλες, όπως οι παραπάνω, των χρυσοκάνθαρων του παρασιτισμού και της πελατειακής κατάστασης των θλιβερών μας πραγμάτων. Ας αναρωτηθούμε, για να δικαιολογηθεί κι ο τίτλος αυτού του σημειώματος.