Την τραγική πραγματικότητα καταδεικνύουν τα επίσημα στοιχεία που δημοσιεύονται από τον ΕΟΔΥ σχετικά με τους ανθρώπους που πεθαίνουν εκτός ΜΕΘ στην Ελλάδα. Η μακάβρια αριθμητική αποκαλύπτει πως περίπου το 80% των ανθρώπων που έφυγαν από τη ζωή το τελευταίο δίμηνο δεν νοσηλεύτηκαν ποτέ σε κάποια μονάδα εντατικής θεραπείας, επιβεβαίωνοντας όσα είχε επισημάνει ο καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Βασίλης Τσαουσίδης σε πρόσαφατο άρθρο του στο Tvxs.gr.
Επιβεβαιώνονται επίσης οι καταγγελίες και οι μαρτυρίες απο γιατρούς και συγγενείς θυμάτων για επιλογή ασθενών, αλλά και οι τεράστιες ευθύνες για τη μη ενίσχυση του ΕΣΥ με τις ελλείψεις σε κλίνες και προσωπικό να έχουν κόστος σε ανθρώπινες ζωές. «Με περισσότερο προσωπικό και καλύτερη οργάνωση θα είχαν σωθεί άνθρωποι», είχε επισημάνει στο Tvxs.gr ο εντατικολόγος και προέδρος των εργαζομένων στο «Αττικόν» στο Tvxs.gr, ενώ και ο διευθυντής ΜΕΘ στο νοσοκομείο «Παπανικολάου», Νίκος Καπραβέλος είχε τονίσει ότι λόγω έλλειψης ΜΕΘ έχουν χαθεί άνθρωποι που θα μπορούσαν να σωθούν. Όπως εξηγούσε στο Tvxs.gr ο παθολόγος Δημήτρης Ζιαζιάς, έχοντας εργαστεί σε κλινική Covid, «η πιθανότητα επιβίωσης ασθενών που παραμένουν διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ μπορεί να μειωθεί ως και 90%».
Τα επίσημα στοιχεία από τον ΕΟΔΥ, αν και «κρυμμένα» στο πλήθος των δεδομένων της πανδημίας, είναι άκρως αποκαλυπτικά αρκεί κανείς να εξετάσει και να αναλύσει τις νοσηλείες και τα εξιτήρια από τις ΜΕΘ και τον συνολικό αριθμό των θυμάτων. Μέσα σε δύο μήνες, από τις 27 Οκτωβρίου μέχρι τις 27 Δεκεμβρίου, καταγράφηκαν 4.013 νεκροί. Την ίδια περίοδο εξήλθαν απο τις ΜΕΘ 580 ασθενείς, ενώ το ποσοστό θνησιμότητας στις εν λόγω μονάδες είναι της τάξης του 43% με 45% και άρα το ποσοστό επιβίωσης είναι προφανώς 55-57%. Κάνοντας την αναγωγή αυτό σημαίνει πως στις ΜΕΘ το τελευταίο δίμηνο κατέληξαν περίπου 470 με 500 άνθρωποι. Με βάση τους υπολογισμούς, το ποσοστό των ασθενών που κατέληξαν εκτός ΜΕΘ, δηλαδή σε απλές κλίνες Covid, είναι πιθανό να ξεπερνάει το 80%.
Το γεγονός ότι υπάρχει σημαντικός αριθμός θανάτων που σημειώνεται εκτός ΜΕΘ έχει αναδειχθεί και στο παρελθόν, με μικρότερα όμως ποσοστά (της ταξης του 51%). Όπως αναφέρεται και σε σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας τα «Τα Νέα», είναι ενδεικτικό το δημοσίευμα στις αρχές Νοεμβρίου, στο οποίο παρουσιαζόταν σχετικό έγγραφο που είχε παραδοθεί στους αναλυτές της πανδημίας και το οποίο αφορούσε την περίοδο 19-25 Οκτωβρίου, που ακόμη δεν είχε σημειωθεί έξαρση θανάτων. Στο 11σέλιδο αυτό έγγραφο σημειώνεται ότι στο συγκεκριμένο επταήμερο –οπότε τα κρούσματα αυξάνονταν ραγδαία- απεβίωσαν συνολικά 63 άτομα με διάμεση ηλικία 82 ετών και υπήρξε συγκριτικά αύξηση της τάξης του 1,59% των θανάτων σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα.
Ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει αυτό που μνημονευόταν αμέσως μετά στην εν λόγω καταγραφή, ότι «31 εκ των νεκρών (49,21%) ήταν διασωληνωμένοι ασθενείς σε ΜΕΘ και 32 (50,79%) ήταν ασθενείς σε κλινικά τμήματα εκτός ΜΕΘ». Μάλιστα στο εν λόγω έγγραφο προσδιορίζεται αμέσως μετά ότι «η διάμεση ηλικία των ασθενών που απεβίωσαν σε ΜΕΘ είναι τα 72 έτη ενώ η διάμεση ηλικία ασθενών που απεβίωσαν εκτός ΜΕΘ είναι τα 84 έτη» . Αντίστοιχο δείγμα υπάρχει και σε επιδημιολογική έκθεση εκείνης της περιόδου όπου αναφέρει ότι οι άνθρωποι που έχασαν την ζωή τους εντός των ΜΕΘ τον Σεπτέμβριο ήταν 64, επί συνόλου 125 νεκρών εκείνο τον μήνα.
Ακόμη από τις αρχές Οκτωβρίου μέχρι τις 27 του ίδιου μηνός, αναγραφόταν ότι στις εν λόγω μονάδες είχαν χάσει την ζωή τους 80 άτομα, όταν το σύνολο των αποθανόντων από τον κορωνοϊό, το ίδιο ακριβώς χρονικό διάστημα, ήταν 191. Επιπλέον σε δήλωσή της –στις 10 Νοεμβρίου- σημαντική κρατική λειτουργός που ασχολείται με τον εν λόγω τομέα επεσήμαινε ότι «από την αρχή της πανδημίας, πάνω από 900 άνθρωποι έχουν νοσηλευτεί και πάνω από 330 βγήκαν από τις ΜΕΘ απόλυτα υγιείς». Σημειώνεται ότι εκείνη την ημέρα βρίσκονταν στις ΜΕΘ περίπου 270 άτομα. Κι έτσι συνάγεται το συμπέρασμα (με αφαίρεση από το σύνολο των 900 των νοσηλευόμενων εκείνη την στιγμή και των εξελθόντων) ότι οι άνθρωποι που, δυστυχώς, απεβίωσαν στις ΜΕΘ από την αρχή της πανδημίας, ήταν περίπου 300.