Από την 1η Ιουνίου θα είναι έτοιμη από τεχνικής άποψης η ευρωπαϊκή ψηφιακή πύλη που θα συνδέει τα εθνικά συστήματα πιστοποίησης εμβολιασμού των κρατών-μελών. Σύμφωνα με ενημέρωση που έγινε νωρίτερα, από τις 7 Μαΐου θα ξεκινήσει το πρώτο κύμα δοκιμών της διεπαφής των εθνικών συστημάτων με την ευρωπαϊκή πύλη, με τη συμμετοχή των τεχνικών συμβούλων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (SAP και T-Systems) και αρμόδιων αξιωματούχων των κρατών-μελών. Η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις 20 χώρες που έχουν δηλώσει έτοιμες να συμμετάσχουν στο πρώτο κύμα δοκιμών, το οποίο θα ξεκινήσει στις 10 Μαΐου.
Το δεύτερο κύμα των δοκιμών θα λάβει χώρα μεταξύ 1-15 Ιουνίου, με σκοπό το σύστημα του ευρωπαϊκού Ψηφιακού Πράσινου Πιστοποιητικού να είναι πλήρως έτοιμο τεχνικά ώστε να λειτουργήσει στην Ε.Ε. και τις τρεις χώρες του ΕΟΧ (Νορβηγία, Ισλανδία, Λίχτενσταϊν) από τις 30 Ιουνίου. Κοινοτικός αξιωματούχος μίλησε για ένα ασφαλές σύστημα που σέβεται την ιδιωτικότητα των Ευρωπαίων πολιτών, καθώς στη διαδικασία επαλήθευσης της αυθεντικότητας των πιστοποιητικών «δεν γίνεται επεξεργασία προσωπικών δεδομένων». Οι εθνικές αρχές θα λανσάρουν μία ειδική εφαρμογή (wallet app) στην οποία θα αποθηκεύουν οι πολίτες τα πιστοποιητικά τους. Θα υπάρχει επίσης δυνατότητα εκτύπωσης των πιστοποιητικών για όσους προτιμούν να τα έχουν σε έγγραφη μορφή.
Η Επιτροπή, σημείωσε ο ίδιος αξιωματούχος, βρίσκεται σε διαβουλεύσεις με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και με χώρες εκτός Ένωσης για να επεκταθεί η διαλειτουργικότητα του Ψηφιακού Πράσινου Πιστοποιητικού με τα πιστοποιητικά των χωρών αυτών – κάτι το οποίο «από τεχνικής άποψης είναι εύκολο, αλλά απαιτεί νομική απόφαση περί επάρκειας [adequacy]».
Η Επιτροπή θα επιχειρεί να αποσπάσει τη συναίνεση των κρατών-μελών, στο πλαίσιο της παράλληλης νομοθετικής διαδικασίας για το Ψηφιακό Πράσινο Πιστοποιητικό, να υιοθετήσουν κοινά κριτήρια για τη διάρκεια εγκυρότητας του πιστοποιητικού εμβολιασμού και του πιστοποιητικού ανάρρωσης, αλλά και για τα τεστ που θα επιτρέπουν τη μετακίνηση σε όσους δεν έχουν εμβολιαστεί ή αναρρώσει. Ωστόσο, όπως ανέφερε η ίδια πηγή, τα κράτη-μέλη διατηρούν τη δυνατότητα να διαφοροποιηθούν από τις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων για τα θέματα αυτά.