Την απόλυτη ανάγκη να υπάρξει μηδενική ανοχή, από την πολιτεία και την κοινωνία, στο «ειδεχθές κοινωνικό φαινόμενο της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών», «που αγγίζει σχεδόν ένα στα πέντε παιδιά όλων των ηλικιών και πολιτισμικών καταβολών και κάθε κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης, με πολύ σοβαρές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία τους», επισήμανε σήμερα ο βουλευτής Χανίων της ΝΔ, πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, Βασίλης Διγαλάκης.

Ο κ. Διγαλάκης συμμετείχε -συμπροεδρεύοντας- στην κοινή συνεδρίαση των Διαρκών Επιτροπών Κοινωνικών Υποθέσεων, Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, Μορφωτικών Υποθέσεων και της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Προστασία των Παιδιών από τη Σεξουαλική Κακοποίηση και Εκμετάλλευση, που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, και για το οποίο μίλησε σήμερα στη Βουλή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

«Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης, το οποίο συζητάμε σήμερα, είναι η απαρχή μιας εθνικής προσπάθειας που θα θεμελιώσει αυτή τη μηδενική ανοχή. Μια εθνική προσπάθεια που ως στόχο δεν μπορεί παρά να έχει την εξάλειψη αυτού του φαινομένου. Και που στην πορεία για την επίτευξη του στόχου πρέπει να θέτει ενδιάμεσους, μετρήσιμους στόχους που να βασίζονται σε δεδομένα, όπως κάνει το προτεινόμενο Σχέδιο Δράσης. Δεδομένα που οργανώνονται με το Εθνικό Αρχείο Καταγραφής και Επιτήρησης Κρουσμάτων, το οποίο, μαζί με τις υπόλοιπες 10 πολιτικές του Εθνικού Σχεδίου Δράσης, σχηματίζει ένα ολιστικό και συνεκτικό πλαίσιο για την αποτροπή των εγκλημάτων, την αύξηση των καταγγελιών, τη στήριξη των θυμάτων, την παροχή φροντίδας και θεραπείας σε αυτά, τη δίωξη των δραστών», τόνισε ο κ. Διγαλάκης.

Ο κ. Διγαλάκης έθεσε το ζήτημα της αντιμετώπισης της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών και σε απομακρυσμένες περιοχές της υπαίθρου. «Παρά την έκταση του φαινομένου αυτού, η δυσκολία καταγραφής έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν πολύ περιορισμένα δεδομένα και μελέτες για το πώς εκφράζεται χωρικά. Οι “κλειστές” κοινωνίες κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την καταγραφή των περιστατικών κακοποίησης, καθώς ο φόβος του κοινωνικού στιγματισμού είναι εντονότερος. Ταυτόχρονα, τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης στην ύπαιθρο έχουν μικρότερη πρόσβαση σε συμβουλευτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας», επισήμανε ο Πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.

«Θεωρώ, λοιπόν, ότι δράσεις που εξειδικεύουν τις πολιτικές του Εθνικού Σχεδίου Δράσης, όπως, για παράδειγμα, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών για την αναγνώριση και διαχείριση περιστατικών, πρέπει να λάβουν υπόψη και τις ιδιαιτερότητες των απομακρυσμένων περιοχών. Το ίδιο πρέπει να γίνει και στην κατανομή των πόρων για την εφαρμογή των μέτρων του Εθνικού Σχεδίου Δράσης. Πρέπει να δοθούν κίνητρα σε επαγγελματίες που σχετίζονται τόσο με την εκπαίδευση, όσο και με τη στήριξη και παροχή φροντίδας στα θύματα για να εγκατασταθούν και να εργαστούν στην ύπαιθρο», τόνισε ο κ. Διγαλάκης.

Ο Χανιώτης Βουλευτής σημείωσε ακόμα ότι μια σειρά από τις πολιτικές του Εθνικού Σχεδίου Δράσης συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τις αρμοδιότητες της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων. Τα Υπουργεία Παιδείας και Θρησκευμάτων και Πολιτισμού και Αθλητισμού έχουν επισπεύδοντα ρόλο στην επιμόρφωση – εκπαίδευση εκπαιδευτικών, κληρικών και θρησκευτικών λειτουργών, στην προστασία του παιδιού και την εκστρατεία ενημέρωσης σε αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, στην ενδυνάμωση των παιδιών για την πρόληψη της διά ζώσης και της διαδικτυακής σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσής τους σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Πολύ σημαντική είναι και η πολιτική ενίσχυσης της έρευνας στα ΑΕΙ για την πρόληψη και αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών. Όσον αφορά στην πολιτική της επιμόρφωσης και εκπαίδευσης επαγγελματιών, μια σειρά υπουργείων εμπλέκονται στην εκπαίδευση διαφόρων κατηγοριών επαγγελματιών. Στο πλαίσιο της διακυβέρνησης που προτείνει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης, θα μπορούσε να εξεταστεί ο συντονισμός και η οριζόντια αξιολόγηση όλων των δράσεων επιμόρφωσης της πολιτικής αυτής», ανέφερε ο κ. Διγαλάκης ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του.